Δίκαιος Πατριάρχης Δαν. Ημέρα Μνήμης: Κυριακή των Προπατόρων.
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Δάν, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἡ φυλὴ κριτής.
Λαοῦ κριτὴς Δάν, γλῶττα τῆς ἐξουσίας.
Ζυγοῖς δικαίοις πᾶσιν ἐξάγων κρίσιν.
Ο Δαν ήταν ο πέμπτος γιος του Ιακώβ και πρώτος της Βαλλά, δούλης της Ραχήλ (Γένεση 30,6 και 35,23). Γεννήθηκε στη Μεσοποταμία. Το όνομά του στα εβραϊκά σημαίνει "δικαιοσύνη" και είναι σχετικό με τα λόγια της Ραχήλ "ο Κύριος μου έδωσε το δίκαιό μου".
Αδερφός του Δαν από τη Βαλλά ήταν ο Νεφθαλείμ (Νεφθαλί), ενώ από άλλη μάνα, ήταν ο Ρουβήν, ο Ιούδας, ο Συμεών, ο Λευΐ, ο Ισσάχαρ, ο Ζαβουλών, ο Γαδ, ο Ασήρ, ο Ιωσήφ, ο Βενιαμίν και η Δείνα (Γένεση 29,31-35. 30,1-24. Γένεση 35,22-26. Παραλειπομένων Α' 2,1-2). O Δαν είχε ένα γιο, τον Ασόμ ή Σαμέ (Χουσίμ ή Σουχάμ) (Γένεση 46,23. Αριθμοί 26,46).
Μαζί με τ' αδέρφια του θέλησαν να σκοτώσουν τον Ιωσήφ στη στη Δωθάν, βόρεια της Συχέμ, και γι' αυτό τον πέταξαν σ' ένα ξεροπήγαδο. Κατόπιν τον πούλησαν στους Μαδιανίτες (Ισμαηλίτες) εμπόρους που πήγαιναν στην Αίγυπτο. Μετά πήραν το χιτώνα του Ιωσήφ, έσφαξαν ένα κατσίκι και τον έβαψαν με το αίμα του. Μετά έστειλαν τον χιτώνα και τον παρουσίασαν στον πατέρα τους, και του μήνυσαν ότι κάποιο άγριο θηρίο τον σκότωσε (Γένεση 37,12-32).
Αργότερα, όταν στη Χαναάν έπεσε πείνα, ο Δαν και ο Νεφθαλείμ συνόδευσαν τα αδέρφια τους στην Αίγυπτο για να αγοράσουν σιτάρι. Άρχοντας στην Αίγυπτο εκείνη την εποχή ήταν ο Ιωσήφ και αυτός προσωπικά πουλούσε το σιτάρι σε όλους τους ξένους. Όταν έφτασαν οι γιοι του Ιακώβ στην Αίγυπτο δεν τον αναγνώρισαν και τον προσκύνησαν ως τη γη. Εκείνος τους αναγνώρισε, δεν τους φανερώθηκε και τούς μίλησε σκληρά. Στη συνέχεια τους κατηγόρησε ότι μπήκαν ως κατάσκοποι στην Αίγυπτο. Τους έβαλε λοιπόν στη φυλακή όλους μαζί για τρεις μέρες. Την τρίτη μέρα τους έδωσε σιτάρι και τους ζήτησε να του φέρουν και το μικρότερο αδερφό τους (Γένεση κεφ. 42,1-24).
Όταν επέστρεψαν στον πατέρα τους τον Ιακώβ, στη Χαναάν, του διηγήθηκαν όλα όσα είχαν συμβεί στην Αίγυπτο. Ο Ιακώβ βέβαια αρνήθηκε να στείλει στην Αίγυπτο τον Βενιαμίν (Γένεση 42,25-38).
Η πείνα όμως δυνάμωνε στη Χαναάν κι όταν στην οικογένεια του Ιακώβ σώθηκε όλο το σιτάρι, ο Ιακώβ είπε στους γιούς του να ξαναπάνε πάλι στην Αίγυπτο. Ο Ιακώβ παρά τις αντιρρήσεις του να στείλει τον Βενιαμίν με τους αδερφούς του, πείστηκε από τις εγγυήσεις του Ιούδα, ότι θα είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια του.
Οι γιοί του Ιακώβ έφτασαν στην Αίγυπτο και παρουσιάστηκαν στον Ιωσήφ. Όταν ο Ιωσήφ είδε ότι είχαν μαζί τους το Βενιαμίν, τους οδήγησε στο σπίτι του και τους φιλοξένησε. Τ'αδέρφια του Ιωσήφ κάθισαν απέναντι του κατά σειρά ηλικίας, από τον μεγαλύτερο ως τον μικρότερο. Και έκπληκτοι κοίταζαν ο ένας τον άλλο. Ο Ιωσήφ διέταξε να τους προσφέρουν από τα φαγητά που είχε στο δικό του τραπέζι. Ήπιαν μαζί του και μέθυσαν (Γένεση κεφ. 43).
Ο Ιωσήφ γέμισε τα σακιά των αδερφών του με τρόφιμα και έβαλε χρήματα στο σακί του καθενός. Στο άνοιγμα του σακιού του Βενιαμίν, μαζί με τα χρήματα έβαλε και το ποτήρι μου το ασημένιο. Το πρωί μόλις χάραξε, τους άφησαν να φύγουν. Όταν βγήκαν από την πόλη, αλλά πριν απομακρυνθούν, ο Ιωσήφ έστειλε απόσπασμα να πάει να τους προλάβει και να τους κατηγορήσει ότι πήραν το ποτήρι του.
Οι άντρες του Ιωσήφ τους πρόλαβαν και άρχισαν την έρευνα ξεκινώντας από τον μεγαλύτερο και τέλειωσε με τον νεότερο. Το ποτήρι βρέθηκε στο σακί του Βενιαμίν. Τότε τα αδέρφια του έσκισαν τα ρούχα τους, ξαναφόρτωσαν τα ζώα τους και γύρισαν πίσω στην πόλη (Γένεση κεφ. 44,1-13).
Ο Ιωσήφ ήταν ακόμα στο σπίτι του, όταν έφτασαν εκεί τ' αδέρφια του. Και έπεσαν μπροστά του στο έδαφος. Τότε ο Ιωσήφ τους είπε πως ο άνθρωπος στον οποίο βρέθηκε το ποτήρι, αυτός θα γίνει δούλος του.
Πήρε το λόγο ο Ιούδας και του είπε πως αν γυρίσουν πίσω στον πατέρα τους και δεν είναι μαζί τους ο Βενιαμίν τότε εκείνος θα πεθάνει (Γένεση κεφ. 44,14-34).
Ο Ιωσήφ δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί και τους φανερώθηκε, ξεσπώντας σ' ένα δυνατό κλάμα. Μετά φίλησε όλους τους αδερφούς του κλαίγοντας (Γένεση κεφ. 45,1-15).
Μετά τον θάνατο του Ιακώβ, ο Δαν και ο Νεφθαλείμ μαζί με τ' αδέρφια τους, φοβήθηκαν μήπως ο Ιωσήφ τους φερθεί εχθρικά και τους ανταποδώσει το κακό που του είχαν κάνει. Γι' αυτό πήγαν στον Ιωσήφ, έπεσαν μπροστά του και τον παρακάλεσαν να τους συγχωρήσει. Του υπενθύμισαν το μήνυμα του πατέρα τους να συγχωρήσει την αμαρτία των αδερφών του και την ανομία τους για το μεγάλο κακό που του έκαναν. Όταν ο Ιωσήφ άκουσε αυτά τα λόγια έκλαψε και τους καθησύχασε (Γένεση 50,15-21).
Όταν ο Ιακώβ πήγε στην Αίγυπτο να συναντήσει τον Ιωσήφ, ο Δαν είχε ένα γιο, τον Ασόμ ή Σαμέ (Χουσίμ ή Σουχάμ) (Γένεση 46,23. Αριθμοί 26,46). Εκεί πέθανε και τάφηκε.
Όταν ο Ιακώβ, λίγο πριν το θάνατό του, είχε καλέσει τα παιδιά του για να τους ευλογήσει και να τους αναγγείλει τι θα συνέβαινε στο μέλλον, προφήτευσε ότι η φυλή του Δαν θα κυβερνήσει τον ισραηλιτικό λαό και τον χαρακτήρισε σαν "φίδι" που παραμονεύει στο δρόμο να δαγκώσει το πόδι του αλόγου για να τσιμπήσει τον αναβάτη του, ώστε τα θύματά του να περιμένουν τη σωτηρία από τον Κύριο (Γένεση 49,16-18). Ο Μωυσής λίγο πριν πεθάνει, είπε προφητικά για τη φυλή Δαν, ότι είναι ένα μικρό λιοντάρι, που εξορμάει από τη Βασάν (Δευτερονόμιο 33,22).
Οι απόγονοι του Δαν κατά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο αποτέλεσαν τη φυλή Δαν, η οποία απαριθμούσε 62.700 άντρες (Αριθμοί 1,38-39). Λίγο πριν την είσοδο των Ισραηλιτών στη γη Χαναάν, στην πεδιάδα Μωάβ, η φυλή απαριθμούσε 64.400 άντρες (Αριθμοί 26,47).
Το όνομά του αναφέρεται στους γενεαλογικούς πίνακες στο βιβλίο των Παραλειπομένων (Α' Παραλειπομένων 2,1-2). Ο Δαν εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων).
Η ΦΥΛΗ ΔΑΝ
Α) Η ΦΥΛΗ ΔΑΝ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ
Κατά την αποχώρηση των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο η φυλή Δαν απαριθμούσε 62.700 άντρες (Αριθμοί 1,38-39). Λίγο πριν την είσοδο των Ισραηλιτών στη γη Χαναάν, στην πεδιάδα Μωάβ, η φυλή απαριθμούσε 64.400 (Αριθμοί 26,47). Η περιοχή Δαν αποκαλείται και Δανιδάν (Β' Βασιλειών 24,6).
Όταν ο Αβραάμ έμαθε ότι ο ανιψιός του ο Λωτ αιχμαλωτίστηκε, από τον Χοδολλογομόρ, βασιλιά του Ελάμ, εξόπλισε τους υπηρέτες του και μαζί με τον Μαμβρή και τους αδερφούς του, καταδίωξε τον Χοδολλογομόρ ως την περιοχή της Δαν (Γένεση 14,13-16).
Σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, η φυλή Δαν στρατοπέδευε βόρεια της Σκηνής του Μαρτυρίου, γύρω από τη σημαία και τα εμβλήματα της φυλής τους. Αρχηγός της φυλής Δαν την εποχή του Μωυσή, ήταν ο Αχιέζερ, γιος του Αμισαδαΐ (Αριθμοί 2,25-26). Κάτω από την αρχηγία της φυλής Δαν, ήταν και οι φυλές Ασήρ και Νεφθαλείμ, με συνολικό αριθμό 157.600 πολεμιστές. Πάντα κατά την αναχώρηση από κάποιο μέρος αυτές οι τρεις φυλές ακολουθούσαν τέταρτες και τελευταίες (Αριθμοί 2,31).
Ο Μωυσής είχε δώσει ευλογίες και κατάρες στους Ισραηλίτες, για την πιστή τήρηση των εντολών του Κυρίου. Έτσι ο Μωυσής προέτρεψε τους Ισραηλίτες, όταν θα μπουν στη Χαναάν, οι φυλές Ρουβήν, Γαδ, Ασήρ, Ζαβουλών, Δαν και Νεφθαλείμ, θα περάσουν τελευταίες τον Ιορδάνη και θα σταθούν στο όρος Εβάλ (Γαιβάλ) για να απαγγείλουν, μέσω των Λευιτών, τις κατάρες για την ανυπακοή στο νόμο (Δευτερονόμιο 11,26-32. 27,11-14).
Όταν ο Ιακώβ, λίγο πριν το θάνατό του, είχε καλέσει τα παιδιά του για να τους ευλογήσει και να τους αναγγείλει τι θα συνέβαινε στο μέλλον, προφήτευσε ότι η φυλή του Δαν θα κυβερνήσει τον ισραηλιτικό λαό και τον χαρακτήρισε σαν "φίδι" που παραμονεύει στο δρόμο να δαγκώσει το πόδι του αλόγου για να τσιμπήσει τον αναβάτη του, ώστε τα θύματά του να περιμένουν τη σωτηρία από τον Κύριο (Γένεση 49,16-18). Ο Μωυσής λίγο πριν πεθάνει, είπε προφητικά για τη φυλή Δαν, ότι είναι ένα μικρό λιοντάρι, που εξορμάει από τη Βασάν (Δευτερονόμιο 33,22).
Β) ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΔΑΝ ΚΑΙ Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΧΑΝΑΑΝ
Όταν έγινε η διανομή της Χαναάν, ο έβδομος κλήρος έπεσε στη φυλή Δαν (Ιησούς του Ναυή 19,40). Η φυλή Δαν πήρε αρχικά την περιοχή που επεκτεινόταν στη νότια Παλαιστίνη, στην περιοχή της Ιόππης και της Ακκαρών. Έτσι στα όρια της φυλής Δαν περιλαμβάνονταν αρχικά οι πόλεις Σαράθ, Ασά, Σαμάϋς, Σαλαμίν, Αμμών, Εφαθά, Ελών, Θαμναθά, Ακκαρών, Αλκαθά, Βεγεθών, Γεβεελάν, Αζώρ, Βαναιβακάτ, Γεθρεμμών και Ιεράκων, κοντά στην Ιόππη (Ιησούς του Ναυή 19,40-46).
Η φυλή Δαν κατά την εγκατάστασή της στη Χαναάν, δεν καταδίωξε τους Αμορραίους που κατοικούσαν στην πεδιάδα. Έτσι οι Αμορραίοι πήραν θάρρος και πίεζαν συνεχώς τους Ισραηλίτες που κατοικούσαν στην ορεινή περιοχή και δεν τους άφηναν να κατεβαίνουν στην πεδιάδα. Οι Αμορραίοι άρχισαν σιγά σιγά να χτίζουν πόλεις στα ορεινά, όπως τη Μυρσινώνα, τη Θαλαβίν και την Ελώμ, και να κατοικούν εκεί (Ιησούς του Ναυή 19,47. Κριταί 1,34-35). Αργότερα η φυλή Εφραίμ επιβλήθηκε στους Αμορραίους και τους ανάγκασαν να γίνουν φόρο υποτελείς σ' αυτούς (Κριταί 1,35).
Ένα μέρος από τη φυλή Δαν μετά την εκδίωξή της από τους Αμορραίους, έστειλαν πέντε γενναίους άντρες από τις πόλεις Σαραά και Εσθαόλ, για να κατασκοπεύσουν τη χώρα και να την εξερευνήσουν. Αυτοί έφτασαν και στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ και σταμάτησαν στο σπίτι του Μιχαία. Εκεί βρήκαν τον Ιωνάθαν, ένα νεαρό Λευίτη που δούλευε ως ιερέας στο σπίτι του Μιχαία, και του ζήτησαν να μεσολαβήσει στο Θεό για το τι έπρεπε να κάνουν. Ο Λευίτης τους είπε να συνεχίσουν το ταξίδι τους, γιατί είναι αρεστό στον Κύριο.
Οι πέντε άντρες συνέχισαν το ταξίδι τους και έφτασαν ως το βορρά, στην πόλη Λαϊσά. Εκεί είδαν ότι η περιοχή ήταν εύφορη και πλούσια και οι κάτοικοί της ζούσαν ασφαλείς. Δεν φιλονικούσαν μεταξύ τους για διάφορα ζητήματα, ήταν μακριά από τη Σιδώνα και δεν είχαν καμία διαφορά με τους γύρω λαούς. Γύρισαν, λοιπόν, πίσω στους ομοεθνείς τους, στη Σαραά και στην Εσθαόλ, και τους είπαν ότι η χώρα είναι απέραντη και πάρα πολύ εύφορη. Έχει όλα τ' αγαθά της γης και ότι ο Θεός θα την παραδώσει στην εξουσία τους.
Ξεκίνησαν, λοιπόν, από τη Σαραά και την Εσθαόλ 600 άντρες της φυλής Δαν, για να κατακτήσουν την περιοχή που επέλεξαν. Στρατοπέδευσαν στην Καριαθιαρίμ, στην περιοχή της φυλής Ιούδα και γι' αυτό ο τόπος εκείνος ονομάστηκε «Παρεμβολή Δαν». Μετά πήγαν στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ κι έφτασαν ως το σπίτι του Μιχαία.
Έπειτα, οι πέντε άντρες μπήκαν μέσα στο σπίτι και άρπαξαν το εφώδ και τα δύο αγάλματα του Μιχαία. Ο Λευίτης προσπάθησε να τους εμποδίσει και τότε του πρότειναν να τους ακολουθήσει και να γίνει ιερέας μιας ολόκληρης φυλής. Ο Λευίτης χάρηκε και ακολούθησε τους στρατιώτες της φυλής Δαν, η οποία μαζί με τον άμαχο πληθυσμό και τα ζώα τους ξεκίνησαν για το βορρά.
Όταν πια είχαν απομακρυνθεί, ο Μιχαίας και οι γείτονές του, έτρεξαν ξοπίσω τους. Ο Μιχαίας διαμαρτυρήθηκε στους στρατιώτες, αλλά μπροστά στην απειλή τους, ότι μπορεί να τους θανατώσουν, γύρισε στο σπίτι του. Μετά οι στρατιώτες πήγαν, βόρεια της λίμνης Γεννησαρέτ, και επιτέθηκαν στη Λαϊσά (Λαχίς). Κατέσφαξαν τους ήσυχους και φιλειρηνικούς κατοίκους της και έβαλαν φωτιά στην πόλη.
Οι Δανίτες ξαναέχτισαν την πόλη και εγκαταστάθηκαν μόνιμα σ' αυτήν. Άλλαξαν το όνομα της πόλης και την ονόμασαν Δαν ή Λασενδάκ ή Λαϊσά Δαν, όπως έλεγαν το γενάρχη τους, το γιο του Ιακώβ. Το προηγούμενο όνομα της πόλης ήταν Ουλαμαΐς. Μετά έστησαν το άγαλμα του Μιχαία για τις τελετουργίες τους και ο Λευίτης Ιωνάθαν μαζί με τους γιους του έγιναν οι ιερείς της φυλής (Κριταί 18,1-31. Ιησούς του Ναυή 19,48).
Γ) Η ΦΥΛΗ ΔΑΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΧΑΝΑΑΝ
Κατά την περίοδο των Κριτών, στον ύμνο της Δεββώρας και του Βαράκ αναφέρεται, ότι στον πόλεμο κατά του Σισάρα, του Χαναναίου αρχιστράτηγου του βασιλιά Ιαβίν της Ασώρ, μόνο οι φυλές Ζαβουλών, Νεφθαλί, Εφραίμ, Βενιαμίν και η πατριά του Μαχίρ από τη φυλή Μανασσή, ακολούθησαν το Βαράκ και πήραν μέρος στον πόλεμο. Οι υπόλοιπες φυλές δεν έλαβαν μέρος για διάφορους λόγους. Συγκεκριμένα η φυλή Δαν έμεινε ασυγκίνητη κοντά στα πλοία της (Κριτές 5,13-18).
Αργότερα, την περίοδο του Σαμουήλ, όλοι οι Ισραηλίτες από τη φυλή Δαν έως τη Βηρσαβεέ, ήξεραν πως ο Σαμουήλ ήταν πιστός και αληθινός προφήτης του Κυρίου (Α' Βασιλειών 3,20). Μετά το θάνατο του Σαούλ, όταν ο Δαβίδ εγκαταστάθηκε στη Χεβρών, καθημερινά πήγαιναν πολεμιστές απ' όλες τις φυλές του Ισραήλ, οι οποίοι ενώθηκαν με το στρατό του Δαβίδ και αποδέχτηκαν το βασιλικό του αξίωμα. Από τη φυλή του Δαν ήταν 28.800 ετοιμοπόλεμοι άνδρες (Α' Παραλειπομένων 12,24. 12,36).
Στα τέλη της βασιλείας του Δαβίδ, ο αρχιστράτηγος Ιωάβ μαζί με άλλους αξιωματούχους, απέγραψαν το λαό, όπως ζήτησε ο Δαβίδ. Έτσι πέρασαν τον Ιορδάνη κι άρχισαν από την Αροήρ. Μετά συνέχισαν στη Γαλαάδ, στη Θαβασών, στη Δανιδάν (Δαν) και Ουδάν, και έφτασαν μέχρι τη Σιδώνα (Β' Βασιλειών 24,5-6). Από την απογραφή βρέθηκαν 800.000 μάχιμοι άνδρες από τις άλλες φυλές του Ισραήλ και 500.000 άνδρες από τη φυλή του Ιούδα (Β' Βασιλειών 24,5-9), ενώ σύμφωνα με το βιβλίο των Παραλειπομένων Α' κατά την καταμέτρηση βρέθηκαν 1.100.000 άνδρες ικανοί να κρατήσουν όπλο, ενώ οι άνδρες της φυλής Ιούδα ήταν 470.000 άνδρες (Α' Παραλειπομένων 21,5-6).
Όμως ο Κύριος τιμώρησε το Δαβίδ γι' αυτή την απερισκεψία. Έτσι έστειλε τον άγγελο Κυρίου να εξολοθρεύσει τους Ισραηλίτες, κατά την εποχή του θερισμού των σιτηρών. Πέθαναν τότε 70.000 άνδρες σε όλη τη χώρα, από τη Δαν έως τη Βηρσαβεέ (Β' Βασιλειών 24,10-14. Α' Παραλειπομένων 21,7-14).
Σε όλη την περίοδο της βασιλείας του Σολομώντα επικρατούσε ειρήνη με τους γύρω λαούς, αλλά και μέσα στη χώρα, από τη Δαν έως τη Βηρσαβεέ, οι Ισραηλίτες ζούσαν με ασφάλεια (Γ' Βασιλέων 2,46η). Από τη φυλή Δαν κατάγονταν η μητέρα του Χιράμ, του σοφού τεχνίτη που έστειλε ο Χιράμ, βασιλιάς της Τύρου, στον Σολομώντα για να επεξεργαστεί το χαλκό, τα μέταλλα και τα υφάσματα του Ναού των Ιεροσολύμων. Αλλού αναφέρεται ότι κατάγονταν από τη φυλή Νεφθαλείμ (Γ' Βασιλέων 7,2. Β' Παραλειπομένων 2,13-14).
Πηγή: http://www.orthodoxoiorizontes.mysch.gr/Agiologia/Palaia_Diathikh/Patriarxes/Patriarxhs_Dan.htm
Μνήμη τοῦ Πατριάρχου Δάν, υἱοῦ Ἰακώβ, οὗ ἡ φυλὴ κριτής.
Λαοῦ κριτὴς Δάν, γλῶττα τῆς ἐξουσίας.
Ζυγοῖς δικαίοις πᾶσιν ἐξάγων κρίσιν.
Ο Δαν ήταν ο πέμπτος γιος του Ιακώβ και πρώτος της Βαλλά, δούλης της Ραχήλ (Γένεση 30,6 και 35,23). Γεννήθηκε στη Μεσοποταμία. Το όνομά του στα εβραϊκά σημαίνει "δικαιοσύνη" και είναι σχετικό με τα λόγια της Ραχήλ "ο Κύριος μου έδωσε το δίκαιό μου".
Αδερφός του Δαν από τη Βαλλά ήταν ο Νεφθαλείμ (Νεφθαλί), ενώ από άλλη μάνα, ήταν ο Ρουβήν, ο Ιούδας, ο Συμεών, ο Λευΐ, ο Ισσάχαρ, ο Ζαβουλών, ο Γαδ, ο Ασήρ, ο Ιωσήφ, ο Βενιαμίν και η Δείνα (Γένεση 29,31-35. 30,1-24. Γένεση 35,22-26. Παραλειπομένων Α' 2,1-2). O Δαν είχε ένα γιο, τον Ασόμ ή Σαμέ (Χουσίμ ή Σουχάμ) (Γένεση 46,23. Αριθμοί 26,46).
Μαζί με τ' αδέρφια του θέλησαν να σκοτώσουν τον Ιωσήφ στη στη Δωθάν, βόρεια της Συχέμ, και γι' αυτό τον πέταξαν σ' ένα ξεροπήγαδο. Κατόπιν τον πούλησαν στους Μαδιανίτες (Ισμαηλίτες) εμπόρους που πήγαιναν στην Αίγυπτο. Μετά πήραν το χιτώνα του Ιωσήφ, έσφαξαν ένα κατσίκι και τον έβαψαν με το αίμα του. Μετά έστειλαν τον χιτώνα και τον παρουσίασαν στον πατέρα τους, και του μήνυσαν ότι κάποιο άγριο θηρίο τον σκότωσε (Γένεση 37,12-32).
Αργότερα, όταν στη Χαναάν έπεσε πείνα, ο Δαν και ο Νεφθαλείμ συνόδευσαν τα αδέρφια τους στην Αίγυπτο για να αγοράσουν σιτάρι. Άρχοντας στην Αίγυπτο εκείνη την εποχή ήταν ο Ιωσήφ και αυτός προσωπικά πουλούσε το σιτάρι σε όλους τους ξένους. Όταν έφτασαν οι γιοι του Ιακώβ στην Αίγυπτο δεν τον αναγνώρισαν και τον προσκύνησαν ως τη γη. Εκείνος τους αναγνώρισε, δεν τους φανερώθηκε και τούς μίλησε σκληρά. Στη συνέχεια τους κατηγόρησε ότι μπήκαν ως κατάσκοποι στην Αίγυπτο. Τους έβαλε λοιπόν στη φυλακή όλους μαζί για τρεις μέρες. Την τρίτη μέρα τους έδωσε σιτάρι και τους ζήτησε να του φέρουν και το μικρότερο αδερφό τους (Γένεση κεφ. 42,1-24).
Όταν επέστρεψαν στον πατέρα τους τον Ιακώβ, στη Χαναάν, του διηγήθηκαν όλα όσα είχαν συμβεί στην Αίγυπτο. Ο Ιακώβ βέβαια αρνήθηκε να στείλει στην Αίγυπτο τον Βενιαμίν (Γένεση 42,25-38).
Η πείνα όμως δυνάμωνε στη Χαναάν κι όταν στην οικογένεια του Ιακώβ σώθηκε όλο το σιτάρι, ο Ιακώβ είπε στους γιούς του να ξαναπάνε πάλι στην Αίγυπτο. Ο Ιακώβ παρά τις αντιρρήσεις του να στείλει τον Βενιαμίν με τους αδερφούς του, πείστηκε από τις εγγυήσεις του Ιούδα, ότι θα είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια του.
Οι γιοί του Ιακώβ έφτασαν στην Αίγυπτο και παρουσιάστηκαν στον Ιωσήφ. Όταν ο Ιωσήφ είδε ότι είχαν μαζί τους το Βενιαμίν, τους οδήγησε στο σπίτι του και τους φιλοξένησε. Τ'αδέρφια του Ιωσήφ κάθισαν απέναντι του κατά σειρά ηλικίας, από τον μεγαλύτερο ως τον μικρότερο. Και έκπληκτοι κοίταζαν ο ένας τον άλλο. Ο Ιωσήφ διέταξε να τους προσφέρουν από τα φαγητά που είχε στο δικό του τραπέζι. Ήπιαν μαζί του και μέθυσαν (Γένεση κεφ. 43).
Ο Ιωσήφ γέμισε τα σακιά των αδερφών του με τρόφιμα και έβαλε χρήματα στο σακί του καθενός. Στο άνοιγμα του σακιού του Βενιαμίν, μαζί με τα χρήματα έβαλε και το ποτήρι μου το ασημένιο. Το πρωί μόλις χάραξε, τους άφησαν να φύγουν. Όταν βγήκαν από την πόλη, αλλά πριν απομακρυνθούν, ο Ιωσήφ έστειλε απόσπασμα να πάει να τους προλάβει και να τους κατηγορήσει ότι πήραν το ποτήρι του.
Οι άντρες του Ιωσήφ τους πρόλαβαν και άρχισαν την έρευνα ξεκινώντας από τον μεγαλύτερο και τέλειωσε με τον νεότερο. Το ποτήρι βρέθηκε στο σακί του Βενιαμίν. Τότε τα αδέρφια του έσκισαν τα ρούχα τους, ξαναφόρτωσαν τα ζώα τους και γύρισαν πίσω στην πόλη (Γένεση κεφ. 44,1-13).
Ο Ιωσήφ ήταν ακόμα στο σπίτι του, όταν έφτασαν εκεί τ' αδέρφια του. Και έπεσαν μπροστά του στο έδαφος. Τότε ο Ιωσήφ τους είπε πως ο άνθρωπος στον οποίο βρέθηκε το ποτήρι, αυτός θα γίνει δούλος του.
Πήρε το λόγο ο Ιούδας και του είπε πως αν γυρίσουν πίσω στον πατέρα τους και δεν είναι μαζί τους ο Βενιαμίν τότε εκείνος θα πεθάνει (Γένεση κεφ. 44,14-34).
Ο Ιωσήφ δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί και τους φανερώθηκε, ξεσπώντας σ' ένα δυνατό κλάμα. Μετά φίλησε όλους τους αδερφούς του κλαίγοντας (Γένεση κεφ. 45,1-15).
Μετά τον θάνατο του Ιακώβ, ο Δαν και ο Νεφθαλείμ μαζί με τ' αδέρφια τους, φοβήθηκαν μήπως ο Ιωσήφ τους φερθεί εχθρικά και τους ανταποδώσει το κακό που του είχαν κάνει. Γι' αυτό πήγαν στον Ιωσήφ, έπεσαν μπροστά του και τον παρακάλεσαν να τους συγχωρήσει. Του υπενθύμισαν το μήνυμα του πατέρα τους να συγχωρήσει την αμαρτία των αδερφών του και την ανομία τους για το μεγάλο κακό που του έκαναν. Όταν ο Ιωσήφ άκουσε αυτά τα λόγια έκλαψε και τους καθησύχασε (Γένεση 50,15-21).
Όταν ο Ιακώβ πήγε στην Αίγυπτο να συναντήσει τον Ιωσήφ, ο Δαν είχε ένα γιο, τον Ασόμ ή Σαμέ (Χουσίμ ή Σουχάμ) (Γένεση 46,23. Αριθμοί 26,46). Εκεί πέθανε και τάφηκε.
Όταν ο Ιακώβ, λίγο πριν το θάνατό του, είχε καλέσει τα παιδιά του για να τους ευλογήσει και να τους αναγγείλει τι θα συνέβαινε στο μέλλον, προφήτευσε ότι η φυλή του Δαν θα κυβερνήσει τον ισραηλιτικό λαό και τον χαρακτήρισε σαν "φίδι" που παραμονεύει στο δρόμο να δαγκώσει το πόδι του αλόγου για να τσιμπήσει τον αναβάτη του, ώστε τα θύματά του να περιμένουν τη σωτηρία από τον Κύριο (Γένεση 49,16-18). Ο Μωυσής λίγο πριν πεθάνει, είπε προφητικά για τη φυλή Δαν, ότι είναι ένα μικρό λιοντάρι, που εξορμάει από τη Βασάν (Δευτερονόμιο 33,22).
Οι απόγονοι του Δαν κατά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο αποτέλεσαν τη φυλή Δαν, η οποία απαριθμούσε 62.700 άντρες (Αριθμοί 1,38-39). Λίγο πριν την είσοδο των Ισραηλιτών στη γη Χαναάν, στην πεδιάδα Μωάβ, η φυλή απαριθμούσε 64.400 άντρες (Αριθμοί 26,47).
Το όνομά του αναφέρεται στους γενεαλογικούς πίνακες στο βιβλίο των Παραλειπομένων (Α' Παραλειπομένων 2,1-2). Ο Δαν εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία την Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (Κυριακή των Προπατόρων).
Η ΦΥΛΗ ΔΑΝ
Α) Η ΦΥΛΗ ΔΑΝ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ
Κατά την αποχώρηση των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο η φυλή Δαν απαριθμούσε 62.700 άντρες (Αριθμοί 1,38-39). Λίγο πριν την είσοδο των Ισραηλιτών στη γη Χαναάν, στην πεδιάδα Μωάβ, η φυλή απαριθμούσε 64.400 (Αριθμοί 26,47). Η περιοχή Δαν αποκαλείται και Δανιδάν (Β' Βασιλειών 24,6).
Όταν ο Αβραάμ έμαθε ότι ο ανιψιός του ο Λωτ αιχμαλωτίστηκε, από τον Χοδολλογομόρ, βασιλιά του Ελάμ, εξόπλισε τους υπηρέτες του και μαζί με τον Μαμβρή και τους αδερφούς του, καταδίωξε τον Χοδολλογομόρ ως την περιοχή της Δαν (Γένεση 14,13-16).
Σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, η φυλή Δαν στρατοπέδευε βόρεια της Σκηνής του Μαρτυρίου, γύρω από τη σημαία και τα εμβλήματα της φυλής τους. Αρχηγός της φυλής Δαν την εποχή του Μωυσή, ήταν ο Αχιέζερ, γιος του Αμισαδαΐ (Αριθμοί 2,25-26). Κάτω από την αρχηγία της φυλής Δαν, ήταν και οι φυλές Ασήρ και Νεφθαλείμ, με συνολικό αριθμό 157.600 πολεμιστές. Πάντα κατά την αναχώρηση από κάποιο μέρος αυτές οι τρεις φυλές ακολουθούσαν τέταρτες και τελευταίες (Αριθμοί 2,31).
Ο Μωυσής είχε δώσει ευλογίες και κατάρες στους Ισραηλίτες, για την πιστή τήρηση των εντολών του Κυρίου. Έτσι ο Μωυσής προέτρεψε τους Ισραηλίτες, όταν θα μπουν στη Χαναάν, οι φυλές Ρουβήν, Γαδ, Ασήρ, Ζαβουλών, Δαν και Νεφθαλείμ, θα περάσουν τελευταίες τον Ιορδάνη και θα σταθούν στο όρος Εβάλ (Γαιβάλ) για να απαγγείλουν, μέσω των Λευιτών, τις κατάρες για την ανυπακοή στο νόμο (Δευτερονόμιο 11,26-32. 27,11-14).
Όταν ο Ιακώβ, λίγο πριν το θάνατό του, είχε καλέσει τα παιδιά του για να τους ευλογήσει και να τους αναγγείλει τι θα συνέβαινε στο μέλλον, προφήτευσε ότι η φυλή του Δαν θα κυβερνήσει τον ισραηλιτικό λαό και τον χαρακτήρισε σαν "φίδι" που παραμονεύει στο δρόμο να δαγκώσει το πόδι του αλόγου για να τσιμπήσει τον αναβάτη του, ώστε τα θύματά του να περιμένουν τη σωτηρία από τον Κύριο (Γένεση 49,16-18). Ο Μωυσής λίγο πριν πεθάνει, είπε προφητικά για τη φυλή Δαν, ότι είναι ένα μικρό λιοντάρι, που εξορμάει από τη Βασάν (Δευτερονόμιο 33,22).
Β) ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΔΑΝ ΚΑΙ Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΧΑΝΑΑΝ
Όταν έγινε η διανομή της Χαναάν, ο έβδομος κλήρος έπεσε στη φυλή Δαν (Ιησούς του Ναυή 19,40). Η φυλή Δαν πήρε αρχικά την περιοχή που επεκτεινόταν στη νότια Παλαιστίνη, στην περιοχή της Ιόππης και της Ακκαρών. Έτσι στα όρια της φυλής Δαν περιλαμβάνονταν αρχικά οι πόλεις Σαράθ, Ασά, Σαμάϋς, Σαλαμίν, Αμμών, Εφαθά, Ελών, Θαμναθά, Ακκαρών, Αλκαθά, Βεγεθών, Γεβεελάν, Αζώρ, Βαναιβακάτ, Γεθρεμμών και Ιεράκων, κοντά στην Ιόππη (Ιησούς του Ναυή 19,40-46).
Η φυλή Δαν κατά την εγκατάστασή της στη Χαναάν, δεν καταδίωξε τους Αμορραίους που κατοικούσαν στην πεδιάδα. Έτσι οι Αμορραίοι πήραν θάρρος και πίεζαν συνεχώς τους Ισραηλίτες που κατοικούσαν στην ορεινή περιοχή και δεν τους άφηναν να κατεβαίνουν στην πεδιάδα. Οι Αμορραίοι άρχισαν σιγά σιγά να χτίζουν πόλεις στα ορεινά, όπως τη Μυρσινώνα, τη Θαλαβίν και την Ελώμ, και να κατοικούν εκεί (Ιησούς του Ναυή 19,47. Κριταί 1,34-35). Αργότερα η φυλή Εφραίμ επιβλήθηκε στους Αμορραίους και τους ανάγκασαν να γίνουν φόρο υποτελείς σ' αυτούς (Κριταί 1,35).
Ένα μέρος από τη φυλή Δαν μετά την εκδίωξή της από τους Αμορραίους, έστειλαν πέντε γενναίους άντρες από τις πόλεις Σαραά και Εσθαόλ, για να κατασκοπεύσουν τη χώρα και να την εξερευνήσουν. Αυτοί έφτασαν και στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ και σταμάτησαν στο σπίτι του Μιχαία. Εκεί βρήκαν τον Ιωνάθαν, ένα νεαρό Λευίτη που δούλευε ως ιερέας στο σπίτι του Μιχαία, και του ζήτησαν να μεσολαβήσει στο Θεό για το τι έπρεπε να κάνουν. Ο Λευίτης τους είπε να συνεχίσουν το ταξίδι τους, γιατί είναι αρεστό στον Κύριο.
Οι πέντε άντρες συνέχισαν το ταξίδι τους και έφτασαν ως το βορρά, στην πόλη Λαϊσά. Εκεί είδαν ότι η περιοχή ήταν εύφορη και πλούσια και οι κάτοικοί της ζούσαν ασφαλείς. Δεν φιλονικούσαν μεταξύ τους για διάφορα ζητήματα, ήταν μακριά από τη Σιδώνα και δεν είχαν καμία διαφορά με τους γύρω λαούς. Γύρισαν, λοιπόν, πίσω στους ομοεθνείς τους, στη Σαραά και στην Εσθαόλ, και τους είπαν ότι η χώρα είναι απέραντη και πάρα πολύ εύφορη. Έχει όλα τ' αγαθά της γης και ότι ο Θεός θα την παραδώσει στην εξουσία τους.
Ξεκίνησαν, λοιπόν, από τη Σαραά και την Εσθαόλ 600 άντρες της φυλής Δαν, για να κατακτήσουν την περιοχή που επέλεξαν. Στρατοπέδευσαν στην Καριαθιαρίμ, στην περιοχή της φυλής Ιούδα και γι' αυτό ο τόπος εκείνος ονομάστηκε «Παρεμβολή Δαν». Μετά πήγαν στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ κι έφτασαν ως το σπίτι του Μιχαία.
Έπειτα, οι πέντε άντρες μπήκαν μέσα στο σπίτι και άρπαξαν το εφώδ και τα δύο αγάλματα του Μιχαία. Ο Λευίτης προσπάθησε να τους εμποδίσει και τότε του πρότειναν να τους ακολουθήσει και να γίνει ιερέας μιας ολόκληρης φυλής. Ο Λευίτης χάρηκε και ακολούθησε τους στρατιώτες της φυλής Δαν, η οποία μαζί με τον άμαχο πληθυσμό και τα ζώα τους ξεκίνησαν για το βορρά.
Όταν πια είχαν απομακρυνθεί, ο Μιχαίας και οι γείτονές του, έτρεξαν ξοπίσω τους. Ο Μιχαίας διαμαρτυρήθηκε στους στρατιώτες, αλλά μπροστά στην απειλή τους, ότι μπορεί να τους θανατώσουν, γύρισε στο σπίτι του. Μετά οι στρατιώτες πήγαν, βόρεια της λίμνης Γεννησαρέτ, και επιτέθηκαν στη Λαϊσά (Λαχίς). Κατέσφαξαν τους ήσυχους και φιλειρηνικούς κατοίκους της και έβαλαν φωτιά στην πόλη.
Οι Δανίτες ξαναέχτισαν την πόλη και εγκαταστάθηκαν μόνιμα σ' αυτήν. Άλλαξαν το όνομα της πόλης και την ονόμασαν Δαν ή Λασενδάκ ή Λαϊσά Δαν, όπως έλεγαν το γενάρχη τους, το γιο του Ιακώβ. Το προηγούμενο όνομα της πόλης ήταν Ουλαμαΐς. Μετά έστησαν το άγαλμα του Μιχαία για τις τελετουργίες τους και ο Λευίτης Ιωνάθαν μαζί με τους γιους του έγιναν οι ιερείς της φυλής (Κριταί 18,1-31. Ιησούς του Ναυή 19,48).
Γ) Η ΦΥΛΗ ΔΑΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗ ΧΑΝΑΑΝ
Κατά την περίοδο των Κριτών, στον ύμνο της Δεββώρας και του Βαράκ αναφέρεται, ότι στον πόλεμο κατά του Σισάρα, του Χαναναίου αρχιστράτηγου του βασιλιά Ιαβίν της Ασώρ, μόνο οι φυλές Ζαβουλών, Νεφθαλί, Εφραίμ, Βενιαμίν και η πατριά του Μαχίρ από τη φυλή Μανασσή, ακολούθησαν το Βαράκ και πήραν μέρος στον πόλεμο. Οι υπόλοιπες φυλές δεν έλαβαν μέρος για διάφορους λόγους. Συγκεκριμένα η φυλή Δαν έμεινε ασυγκίνητη κοντά στα πλοία της (Κριτές 5,13-18).
Αργότερα, την περίοδο του Σαμουήλ, όλοι οι Ισραηλίτες από τη φυλή Δαν έως τη Βηρσαβεέ, ήξεραν πως ο Σαμουήλ ήταν πιστός και αληθινός προφήτης του Κυρίου (Α' Βασιλειών 3,20). Μετά το θάνατο του Σαούλ, όταν ο Δαβίδ εγκαταστάθηκε στη Χεβρών, καθημερινά πήγαιναν πολεμιστές απ' όλες τις φυλές του Ισραήλ, οι οποίοι ενώθηκαν με το στρατό του Δαβίδ και αποδέχτηκαν το βασιλικό του αξίωμα. Από τη φυλή του Δαν ήταν 28.800 ετοιμοπόλεμοι άνδρες (Α' Παραλειπομένων 12,24. 12,36).
Στα τέλη της βασιλείας του Δαβίδ, ο αρχιστράτηγος Ιωάβ μαζί με άλλους αξιωματούχους, απέγραψαν το λαό, όπως ζήτησε ο Δαβίδ. Έτσι πέρασαν τον Ιορδάνη κι άρχισαν από την Αροήρ. Μετά συνέχισαν στη Γαλαάδ, στη Θαβασών, στη Δανιδάν (Δαν) και Ουδάν, και έφτασαν μέχρι τη Σιδώνα (Β' Βασιλειών 24,5-6). Από την απογραφή βρέθηκαν 800.000 μάχιμοι άνδρες από τις άλλες φυλές του Ισραήλ και 500.000 άνδρες από τη φυλή του Ιούδα (Β' Βασιλειών 24,5-9), ενώ σύμφωνα με το βιβλίο των Παραλειπομένων Α' κατά την καταμέτρηση βρέθηκαν 1.100.000 άνδρες ικανοί να κρατήσουν όπλο, ενώ οι άνδρες της φυλής Ιούδα ήταν 470.000 άνδρες (Α' Παραλειπομένων 21,5-6).
Όμως ο Κύριος τιμώρησε το Δαβίδ γι' αυτή την απερισκεψία. Έτσι έστειλε τον άγγελο Κυρίου να εξολοθρεύσει τους Ισραηλίτες, κατά την εποχή του θερισμού των σιτηρών. Πέθαναν τότε 70.000 άνδρες σε όλη τη χώρα, από τη Δαν έως τη Βηρσαβεέ (Β' Βασιλειών 24,10-14. Α' Παραλειπομένων 21,7-14).
Σε όλη την περίοδο της βασιλείας του Σολομώντα επικρατούσε ειρήνη με τους γύρω λαούς, αλλά και μέσα στη χώρα, από τη Δαν έως τη Βηρσαβεέ, οι Ισραηλίτες ζούσαν με ασφάλεια (Γ' Βασιλέων 2,46η). Από τη φυλή Δαν κατάγονταν η μητέρα του Χιράμ, του σοφού τεχνίτη που έστειλε ο Χιράμ, βασιλιάς της Τύρου, στον Σολομώντα για να επεξεργαστεί το χαλκό, τα μέταλλα και τα υφάσματα του Ναού των Ιεροσολύμων. Αλλού αναφέρεται ότι κατάγονταν από τη φυλή Νεφθαλείμ (Γ' Βασιλέων 7,2. Β' Παραλειπομένων 2,13-14).
Πηγή: http://www.orthodoxoiorizontes.mysch.gr/Agiologia/Palaia_Diathikh/Patriarxes/Patriarxhs_Dan.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου