Άγιος Ιερομάρτυς Κωνσταντίνος Πιατικρεστόφσκι ο Ομολογητής. Ημέρα Μνήμης: 6 Μαρτίου.
Νέος ομολογητής του Χριστού αξιώθηκε να γίνει ο Κωνσταντίνος, ο γιος του διακόνου Μιχαήλ Πιατικρεστόφσκι, ο οποίος γεννήθηκε στις 31 Μαΐου 1877 στη Μόσχα.
Το 1897 αποφοίτησε αριστούχος από το Εκκλησιαστικό Σεμινάριο της Μόσχας και διορίστηκε δάσκαλος στο Ενοριακό Σχολείο του Αγίου Γεωργίου. Σε ηλικία είκοσι δύο ετών νυμφεύθηκε τη Λιουντμίλα, κόρη του ιερέα π. Σεργίου Μιτροπόλσκι, και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Διορίστηκε εφημέριος του Ναού του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ του χωριού Κορόμπτσεβο. Από το 1913 και μέχρι τη σύλληψή του, το 1937, ασκούσε την εφημεριακή διακονία του στον Ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου, στην πόλη Ντιμιτρώφ της επαρχίας Μόσχας.
Όταν, μετά την μπολσεβικική επανάσταση του 1917 και την επιβολή σοβιετικού καθεστώτος, δημιουργήθηκε το σχίσμα της «Ζωντανής Εκκλησίας», ο π. Κωνσταντίνος, παρά τις πιέσεις και τις απειλές που δέχτηκε, έμεινε πιστός στην Ορθοδοξία και τον μαρτυρικό πατριάρχη άγιο Τύχωνα.
Για το εκκλησιαστικό του φρόνημα, το ιερατικό του ήθος και την ποιμαντική του προσφορά, τιμήθηκε με επιστήθιο σταυρό και με το οφίκιο του πρωτοπρεσβυτέρου.
Οι μπολσεβίκοι, όμως, παρακολουθούσαν με έντονη δυσφορία τη θεοφιλή του δράση. Έτσι, στις 26 Νοεμβρίου του 1937 τον συνέλαβαν και τον έκλεισαν στις φυλακές Ταγκάνκα της Μόσχας. Δύο μέρες αργότερα οδηγήθηκε στον ανακριτή.
– Υπάρχουν μαρτυρίες, του είπε εκείνος, ότι διατυπώνατε δημόσια απόψεις εχθρικές προς τους κομμουνιστές. Το παραδέχεστε;
– Όχι. Απόψεις εχθρικές προς τους κομμουνιστές δεν διατύπωσα ποτέ.
– Ομολογείτε ότι ασκούσατε αντισοβιετική προπαγάνδα ανάμεσα στους ενορίτες σας;
– Αντισοβιετική προπαγάνδα δεν ασκούσα. Έλεγα, όμως, πως οι μπολσεβίκοι πρέπει να καταλάβουν ότι το πρόβλημά τους δεν είναι οι ιερείς και ότι δεν κινδυνεύει η εξουσία τους από αυτούς· από άλλους κινδυνεύει. Σε ιδιαίτερες συζητήσεις μου με πιστούς διατύπωνα την πεποίθησή μου ότι οι συλλήψεις των ιερέων και το κλείσιμο των εκκλησιών δεν θα επιφέρουν την εξαφάνιση της πίστεως στον Θεό· γιατί η πίστη είναι ακαταμάχητη και αθάνατη. Έλεγα, επίσης, ότι οι μπολσεβίκοι δεν πολεμούν την Εκκλησία με επιχειρήματα και πειστικές αποδείξεις, αλλά την πολεμούν με τη βία και τις συλλήψεις των κληρικών· γι’ αυτό η κατάσταση της πατρίδας και του λαού μας δεν θα βελτιωθεί.
Στις 5 Δεκεμβρίου η τρόικα της ΝιΚαΒεΝτε καταδίκασε τον π. Κωνσταντίνο σε εγκλεισμό δέκα ετών σε Σωφρονιστικό Στρατόπεδο Εργασίας. Πριν σταλεί στο στρατόπεδο Μαρίνσκι για την έκτιση της ποινής του, υποβλήθηκε, όπως και άλλοι καταδικασμένοι ιερείς, σ’ έναν εξευτελισμό, που τον διηγόταν αργότερα ένας αυτόπτης μάρτυρας:
– Συγκέντρωσαν όλους τους ιερείς που θα έστελναν σε στρατόπεδα… Εμφανίστηκαν νεαροί με ψαλίδια και ξυράφια, που, χλευάζοντας και βρίζοντάς τους, τους έκοψαν τα μαλλιά, τους ξύρισαν τα γένια και τους ξέσχισαν τα ράσα…
Φτάνοντας στο στρατόπεδο, ο π. Κωνσταντίνος έγραψε στην πρεσβυτέρα του: «Σου γράφω από το Μαρίνσκι… Χαιρετισμούς στα αγαπημένα μου παιδιά και εγγόνια… Για οτιδήποτε θέλεις να με ενημερώσεις, γράψε μου στη γνωστή διεύθυνση… Καταδικάστηκα βάσει του άρθρου 58 (*) παράγραφος 10…»
Η πρεσβυτέρα του έγραψε, αλλά δεν πήρε απάντηση. Και το δεύτερο γράμμα της έμεινε επίσης αναπάντητο. Στις 7 Απριλίου του 1938 του έστειλε ένα γράμμα ο γιος του Παντελής:
«Πατέρα, σε χαιρετώ!
»Έχουν περάσει τεσσερισήμισι μήνες αφότου έφυγες από το Ντιμιτρώφ, και δεν έχουμε λάβει παρά μόνο ένα γράμμα από σένα. Γιατί δεν μας γράφεις; Μήπως είσαι άρρωστος; Περιμένουμε με αγωνία γράμμα σου, για να μάθουμε πώς πας από υγεία, πού βρίσκεσαι τώρα και με τι ασχολείσαι. Έλαβες το γράμμα, τα χρήματα και το δέμα που σου έστειλε η μητέρα; Ενημέρωσέ μας σχετικά. Γράφε μας όσο πιο συχνά μπορείς. Εμείς ειμαστε όλοι καλά. Σου ευχόμαστε δύναμη, υγεία και ειρήνη, Αν σου χρειάζονται ρούχα, παπούτσια, τρόφιμα ή οτιδήποτε άλλο, γράψε μας, και θα σου τα στείλουμε χωρίς καθυστέρηση».
Λίγο καιρό αργότερα η πρεσβυτέρα Λιουντμίλα έλαβε το παραπάνω γράμμα του γιου της, στην πίσω πλευρά του οποίου κάποιος κρατούμενος είχε σημειώσει:
«Αγαπητή πρεσβυτέρα,
»Είμαι κι εγώ ένας κατάδικος, όπως ο σύζυγός σας, ο οποίος –μην τρομάξετε– κοιμήθηκε για πάντα… Σας ενημεώνω για τον θάνατό του, επειδή με θλίψη βλέπω ότι του στέλνετε γράμματα· δύο δικά σας έχω στα χέρια μου, εκτός από τούτο εδώ του γιου σας Παντελή, που σας το στέλνω πίσω… Όλοι κλάψαμε πικρά τον π. Κωνσταντίνο, κι εγώ μπήκα στον κόπο να σας γνωστοποιήσω το λυπηρό γεγονός…»
Ο πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Πιατικρεστόφσκι, καθώς φαίνεται, δεν άντεξε για πολύ τη μαρτυρική ζωή τού στρατοπέδου, αρρώστησε και άφησε την τελευταία του πνοή στο υποτυπώδες νοσοκομείο του στις 6 Μαρτίου του 1938. Ο τόπος της ταφής του είναι άγνωστος.
(*) Το φοβερό αυτό άρθρο, πάνω στο οποίο στοιχειοθετήθηκε η καταδίωξη και εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων, περιλαμβανόταν στον Ποινικό Κώδικα του 1926 και απαρτιζόταν από δεκατέσσερις παραγράφους. Καθόριζε με πολύ ελαστικά κριτήρια τους όρους «αντεπαναστατικά εγκλήματα» και «κοινωνικά επικίνδυνα άτομα», προβλέποντας κυρώσεις και για την παραμικρή υποψία αντισοβιετικής δραστηριότητας, συζητήσεως ή και ενδεχόμενης ακόμα προθέσεως. Η παράγραφος 10 όριζε, μεταξύ άλλων, ότι «κάθε χρήση των θρησκευτικών προκαταλήψεων του λαού… με στόχο την αποδυνάμωση του κράτους» επισύρει ως ελάχιστη ποινή την τριετή φυλάκιση και ως ανώτερη τη θανατική εκτέλεση. Η ερμηνεία και η εφαρμογή του άρθρου 58 γίνονταν πάντοτε ανάλογα με τις πολιτικές απαιτήσεις της στιγμής.
Πηγή: Ηγουμένου Δαμασκηνού (Ορλόφσκι), ΑΓΙΟΙ ΚΑΤΑΔΙΚΟΙ. Ρώσοι ιερομάρτυρες και ομολογητές του 20ού αιώνα. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2014, σελ. 271.
Νέος ομολογητής του Χριστού αξιώθηκε να γίνει ο Κωνσταντίνος, ο γιος του διακόνου Μιχαήλ Πιατικρεστόφσκι, ο οποίος γεννήθηκε στις 31 Μαΐου 1877 στη Μόσχα.
Το 1897 αποφοίτησε αριστούχος από το Εκκλησιαστικό Σεμινάριο της Μόσχας και διορίστηκε δάσκαλος στο Ενοριακό Σχολείο του Αγίου Γεωργίου. Σε ηλικία είκοσι δύο ετών νυμφεύθηκε τη Λιουντμίλα, κόρη του ιερέα π. Σεργίου Μιτροπόλσκι, και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Διορίστηκε εφημέριος του Ναού του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ του χωριού Κορόμπτσεβο. Από το 1913 και μέχρι τη σύλληψή του, το 1937, ασκούσε την εφημεριακή διακονία του στον Ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου, στην πόλη Ντιμιτρώφ της επαρχίας Μόσχας.
Όταν, μετά την μπολσεβικική επανάσταση του 1917 και την επιβολή σοβιετικού καθεστώτος, δημιουργήθηκε το σχίσμα της «Ζωντανής Εκκλησίας», ο π. Κωνσταντίνος, παρά τις πιέσεις και τις απειλές που δέχτηκε, έμεινε πιστός στην Ορθοδοξία και τον μαρτυρικό πατριάρχη άγιο Τύχωνα.
Για το εκκλησιαστικό του φρόνημα, το ιερατικό του ήθος και την ποιμαντική του προσφορά, τιμήθηκε με επιστήθιο σταυρό και με το οφίκιο του πρωτοπρεσβυτέρου.
Οι μπολσεβίκοι, όμως, παρακολουθούσαν με έντονη δυσφορία τη θεοφιλή του δράση. Έτσι, στις 26 Νοεμβρίου του 1937 τον συνέλαβαν και τον έκλεισαν στις φυλακές Ταγκάνκα της Μόσχας. Δύο μέρες αργότερα οδηγήθηκε στον ανακριτή.
– Υπάρχουν μαρτυρίες, του είπε εκείνος, ότι διατυπώνατε δημόσια απόψεις εχθρικές προς τους κομμουνιστές. Το παραδέχεστε;
– Όχι. Απόψεις εχθρικές προς τους κομμουνιστές δεν διατύπωσα ποτέ.
– Ομολογείτε ότι ασκούσατε αντισοβιετική προπαγάνδα ανάμεσα στους ενορίτες σας;
– Αντισοβιετική προπαγάνδα δεν ασκούσα. Έλεγα, όμως, πως οι μπολσεβίκοι πρέπει να καταλάβουν ότι το πρόβλημά τους δεν είναι οι ιερείς και ότι δεν κινδυνεύει η εξουσία τους από αυτούς· από άλλους κινδυνεύει. Σε ιδιαίτερες συζητήσεις μου με πιστούς διατύπωνα την πεποίθησή μου ότι οι συλλήψεις των ιερέων και το κλείσιμο των εκκλησιών δεν θα επιφέρουν την εξαφάνιση της πίστεως στον Θεό· γιατί η πίστη είναι ακαταμάχητη και αθάνατη. Έλεγα, επίσης, ότι οι μπολσεβίκοι δεν πολεμούν την Εκκλησία με επιχειρήματα και πειστικές αποδείξεις, αλλά την πολεμούν με τη βία και τις συλλήψεις των κληρικών· γι’ αυτό η κατάσταση της πατρίδας και του λαού μας δεν θα βελτιωθεί.
Στις 5 Δεκεμβρίου η τρόικα της ΝιΚαΒεΝτε καταδίκασε τον π. Κωνσταντίνο σε εγκλεισμό δέκα ετών σε Σωφρονιστικό Στρατόπεδο Εργασίας. Πριν σταλεί στο στρατόπεδο Μαρίνσκι για την έκτιση της ποινής του, υποβλήθηκε, όπως και άλλοι καταδικασμένοι ιερείς, σ’ έναν εξευτελισμό, που τον διηγόταν αργότερα ένας αυτόπτης μάρτυρας:
– Συγκέντρωσαν όλους τους ιερείς που θα έστελναν σε στρατόπεδα… Εμφανίστηκαν νεαροί με ψαλίδια και ξυράφια, που, χλευάζοντας και βρίζοντάς τους, τους έκοψαν τα μαλλιά, τους ξύρισαν τα γένια και τους ξέσχισαν τα ράσα…
Φτάνοντας στο στρατόπεδο, ο π. Κωνσταντίνος έγραψε στην πρεσβυτέρα του: «Σου γράφω από το Μαρίνσκι… Χαιρετισμούς στα αγαπημένα μου παιδιά και εγγόνια… Για οτιδήποτε θέλεις να με ενημερώσεις, γράψε μου στη γνωστή διεύθυνση… Καταδικάστηκα βάσει του άρθρου 58 (*) παράγραφος 10…»
Η πρεσβυτέρα του έγραψε, αλλά δεν πήρε απάντηση. Και το δεύτερο γράμμα της έμεινε επίσης αναπάντητο. Στις 7 Απριλίου του 1938 του έστειλε ένα γράμμα ο γιος του Παντελής:
«Πατέρα, σε χαιρετώ!
»Έχουν περάσει τεσσερισήμισι μήνες αφότου έφυγες από το Ντιμιτρώφ, και δεν έχουμε λάβει παρά μόνο ένα γράμμα από σένα. Γιατί δεν μας γράφεις; Μήπως είσαι άρρωστος; Περιμένουμε με αγωνία γράμμα σου, για να μάθουμε πώς πας από υγεία, πού βρίσκεσαι τώρα και με τι ασχολείσαι. Έλαβες το γράμμα, τα χρήματα και το δέμα που σου έστειλε η μητέρα; Ενημέρωσέ μας σχετικά. Γράφε μας όσο πιο συχνά μπορείς. Εμείς ειμαστε όλοι καλά. Σου ευχόμαστε δύναμη, υγεία και ειρήνη, Αν σου χρειάζονται ρούχα, παπούτσια, τρόφιμα ή οτιδήποτε άλλο, γράψε μας, και θα σου τα στείλουμε χωρίς καθυστέρηση».
Λίγο καιρό αργότερα η πρεσβυτέρα Λιουντμίλα έλαβε το παραπάνω γράμμα του γιου της, στην πίσω πλευρά του οποίου κάποιος κρατούμενος είχε σημειώσει:
«Αγαπητή πρεσβυτέρα,
»Είμαι κι εγώ ένας κατάδικος, όπως ο σύζυγός σας, ο οποίος –μην τρομάξετε– κοιμήθηκε για πάντα… Σας ενημεώνω για τον θάνατό του, επειδή με θλίψη βλέπω ότι του στέλνετε γράμματα· δύο δικά σας έχω στα χέρια μου, εκτός από τούτο εδώ του γιου σας Παντελή, που σας το στέλνω πίσω… Όλοι κλάψαμε πικρά τον π. Κωνσταντίνο, κι εγώ μπήκα στον κόπο να σας γνωστοποιήσω το λυπηρό γεγονός…»
Ο πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Πιατικρεστόφσκι, καθώς φαίνεται, δεν άντεξε για πολύ τη μαρτυρική ζωή τού στρατοπέδου, αρρώστησε και άφησε την τελευταία του πνοή στο υποτυπώδες νοσοκομείο του στις 6 Μαρτίου του 1938. Ο τόπος της ταφής του είναι άγνωστος.
(*) Το φοβερό αυτό άρθρο, πάνω στο οποίο στοιχειοθετήθηκε η καταδίωξη και εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων, περιλαμβανόταν στον Ποινικό Κώδικα του 1926 και απαρτιζόταν από δεκατέσσερις παραγράφους. Καθόριζε με πολύ ελαστικά κριτήρια τους όρους «αντεπαναστατικά εγκλήματα» και «κοινωνικά επικίνδυνα άτομα», προβλέποντας κυρώσεις και για την παραμικρή υποψία αντισοβιετικής δραστηριότητας, συζητήσεως ή και ενδεχόμενης ακόμα προθέσεως. Η παράγραφος 10 όριζε, μεταξύ άλλων, ότι «κάθε χρήση των θρησκευτικών προκαταλήψεων του λαού… με στόχο την αποδυνάμωση του κράτους» επισύρει ως ελάχιστη ποινή την τριετή φυλάκιση και ως ανώτερη τη θανατική εκτέλεση. Η ερμηνεία και η εφαρμογή του άρθρου 58 γίνονταν πάντοτε ανάλογα με τις πολιτικές απαιτήσεις της στιγμής.
Πηγή: Ηγουμένου Δαμασκηνού (Ορλόφσκι), ΑΓΙΟΙ ΚΑΤΑΔΙΚΟΙ. Ρώσοι ιερομάρτυρες και ομολογητές του 20ού αιώνα. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2014, σελ. 271.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου