Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2020

Άγιος Φάρσεϋ (Fursey) του Μπούργκ-Κάστλ (Burgh-Castle), φωτιστου της Ανατολικής Αγγλίας. Ημέρα Μνήμης: 16 Ιανουαρίου.

Άγιος Φάρσεϋ (Fursey) του Μπούργκ-Κάστλ (Burgh-Castle), φωτιστου της Ανατολικής Αγγλίας. Ημέρα Μνήμης: 16 Ιανουαρίου.


Γεννήθηκε στη περιοχη του σημερινού Connacht (Ιρλανδία) πιθανόν ήταν γιος του Fintan. Η μητέρα του ονομαζόταν Gelges, χριστιανή κόρη του Aed-Finn, βασιλιά του Connacht.

Βαπτίστηκε από τον Άγιο Μπρένταν (Brendan) τον Ταξιδευτή (τιμάται 16 Μαΐου), τον θείο του πατέρα του. Διαπαιδαγωγήθηκε από τους μοναχούς του Αγίου Μπρένταν, και όταν έφτασε στην κατάλληλη ηλικία εισήχθη στο μοναστήρι όπου αφιέρωσε τον χρόνο του στην πνευματική ζωή. Η μεγάλη αγιότητα του έγινε από νωρίς γνωστή, και μια ιστορία λέει, πως εκεί, δια μέσο των προσευχών του, δίδυμα παιδιά ενός οπλαρχηγού τα οποία σχετίζονταν με τον βασιλιά Brendinus αναστήθηκαν. Έχτισε το δικό του μοναστήρι στην περιοχή Claran έξω από την πόλη του Headford στην κομητεία Galway και έγινε ο προστάτης Άγιος της ενορίας του Headford.
Ήταν ασκητικός, φορούσε λεπτά ρούχα όλο το χρόνο. Πολλοί ήρθαν προκειμένου να γίνουν υποτακτικοί του. Για αυτό το λόγο πήγε στο Munster μαζί με μερικούς μοναχούς.


Τα αδέρφια του ο Φοϊλάν/Foillan (τιμάται 31 Οκτωβρίου) και ο Ούλταν/Ultan (τιμάται 1η Μαΐου) μπήκαν στην κοινότητα του στο Rathmat, όμως ο Άγιος Φάρσεϋ εγκατέλειψε την διοίκηση του μοναστηριού και αφοσιώθηκε στο να κηρύττει σε όλη τη χώρα, συχνά έδιωχνε δαιμονικά πνεύματα. Έπειτα, αφού απαλλάχτηκε από όλα τα επίγεια αγαθά αποσύρθηκε για ένα διάστημα σε ένα μικρό νησί στον ωκεανό. Μετά από μερικά χρόνια ίδρυσε ένα μοναστήρι στο Rathmat στις ακτές του Lough Corrib.

Ο Άγιος Φάρσεϋ ήταν ο πρώτος καταγεγραμμένος Ιρλανδός ιεραπόστολος στην Αγγλοσαξονική Αγγλία. Έφτασε στην Ανατολική Αγγλία με τους αδερφούς του Foillan και Ultan, γύρω στο 630 φέρνοντας μαζί του τα λείψανα των Αγίων Μέλνταν/Meldan (τιμάται 26 Οκτωβρίου) και Μπίοαν/Beoan (τιμάται 16 Δεκεμβρίου), έγινε δεκτός από τον βασιλιά, ο οποίος του έδωσε γη για να εγκαταστήσει ένα μοναστήρι στο Cnobheresburg, όπου υπήρχε ένα εγκαταλελειμμένο Ρωμαϊκό φρούριο το οποίο το συσχετίζουν με το κάστρο Burgh στο Norfolk.

Εργάστηκε εκεί για μερικά χρόνια φέρνοντας στην πίστη τους Πίκτες και τους Σάξονες. Έπειτα αποσύρθηκε για ένα χρόνο για να ζήσει με τον Ultan τη ζωή ενός αναχωρητή. Κατόπιν άφησε τον Foillan σαν ηγούμενο και ξεκίνησε για να πάει στην περιοχή Lagny, στην Γαλλία γύρω στο 644.
Έφτασε στη Γαλλία το 648.

Περνώντας από το Ponthieu, σε ένα χωριό δίπλα στο Mézerolles είδε πως όλοι γύρω θρηνούσαν, γιατί ο μοναχογιός του Δούκα Hayson, του άρχοντα της περιοχής, είχε πεθάνει. Με τις προσευχές του Αγίου Φάρσεϋ το αγόρι αναστήθηκε.

Στον δρόμο του για την περιοχή Neustria θεράπευσε πολλές ασθένειες. Έφερε έναν ληστή στην αληθινή πίστη, ο οποίος είχε επιτεθεί στους μοναχούς σε ένα δάσος κοντά στο Corbie. Πίστεψε και η οικογένεια του μέσα από τα θαύματα του
Αγίου.


Θεράπευσε και την Ermelinda, η οποία είχε αρνηθεί να φιλοξενήσει τους ταλαίπωρους ταξιδιώτες. Η φήμη του τον έφερε στο Péronne, όπου με χαρά έγινε δεκτός από τον Erchinoald, και με τις προσευχές του απέτρεψε την τιμωρία έξι εγκληματιών. Του προσφέρθηκε να διαλέξει ένα οποιοδήποτε σημείο στην επικράτεια του βασιλιά για να χτίσει μοναστήρι.

Επέλεξε το Latiniacum (Lagny), κοντά στο Chelles, έξι μίλια από το Παρίσι, ένα σημείο που εκείνο τον καιρό ήταν καλυμμένο με σκιερά δάση και καρποφόρους κήπους. Εδώ έχτισε το μοναστήρι του και τρία εκκλησάκια.

Έλαβε κάποιες προειδοποιήσεις για το θάνατο του, και ξεκίνησε για να επισκεφτεί τους αδερφούς του Foillan και Ultan οι οποίοι τώρα είχαν συγκεντρώσει τους διασκορπισμένους μοναχούς του Cnobheresburg και επανίδρυσαν αυτό το μοναστήρι.

Κοιμήθηκε γύρω στο 650 στο Mézerolles κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού.
Θάφτηκε σε μια εκκλησία στο Peronne περιοχή η οποία τον διεκδίκησε σαν προστάτη άγιο από τότε.

Πολλά ασυνήθιστα γεγονότα συνόδευσαν την μεταφορά των λειψάνων του, και το σώμα του θάφτηκε τελικά στην στοά της εκκλησίας του Αποστόλου Πέτρου όπου ο Fursey είχε τοποθετήσει νωρίτερα τα λείψανα των Αγίων Μέλνταν και Μπίοαν. Το σώμα του έμεινε άταφο για τριάντα μέρες μένοντας άφθαρτο και ανέδυε μια γλυκιά μυρωδιά.

Σε αυτό το διάστημα το επισκέπτονταν προσκυνητές από όλα τα μέρη. Έπειτα θάφτηκε δίπλα στο ιερό της εκκλησίας. Τέσσερα χρόνια μετά, στις 9 Φεβρουαρίου, τα λείψανα του μεταφέρθηκαν από τον Άγιο Eligius, επίσκοπο του Noyon, και τον Κουθβέρτο/Cuthbert, επίσκοπο του Cambrai, σε ένα νέο εκκλησάκι ειδικά χτισμένο για να φυλάει τα λείψανα στα ανατολικά του ιερού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου