Άγιος Νεομάρτυς Γεώργιος ο Σέρβος. Ημέρα Μνήμης: 11 Φεβρουαρίου.
Γεωργιος δὲ μὴ τὸ πῦρ δειλιάσας,
Ἀπυρπόλητος ἐν πυρὶ διαμένει.
Ο νέος και ευσεβής Γεώργιος, από την πόλη Κράτοβο της Σερβίας (σημ. στην περιοχή των Σκοπίων), για να γλυτώσει το παιδομάζωμα των Τούρκων επί σουλτάνου Βαγιαζήτ, εγκατέλειψε την πατρίδα του και εγκαταστάθηκε στην Σόφια, όπου παρακολούθησε την διδασκαλία ενός ευσεβούς ιερέως, ονόματι Πέτρου, ασκώντας παράλληλα το επάγγελμα του χρυσοχόου.
Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, κάποιοι Τούρκοι, διακρίνοντας τις ικανότητες και τις αρετές του, προσπάθησαν να τον κάνουν να αλλαξοπιστήσει, αλλά ματαίως. Μένοντας ακλόνητος ωσάν βράχος στις απατηλές υποσχέσεις, τους αντέταξε ως απόδειξη της αλήθειας της πίστεώς μας την μαρτυρία των θαυμάτων που επιτελούν τα λείψανα των αγίων.
Το Άγιο Πνεύμα ενέπνευσε τέτοια σοφία στις αποκρίσεις του, ώστε οι Τούρκοι ωρυόμενοι για να μην τον ακούνε, απαίτησαν από τον δικαστή να τον φυλακίσει. Ο δάσκαλός του, ο ιερέας Πέτρος, κατόρθωσε να φθάσει ως το κελλί της φυλακής και τον ενεθάρρυνε, από φόβο μήπως ο Γεώργιος δειλιάσει ενώπιον των βασανιστηρίων που ετοίμαζαν γι’ αυτόν.
Την άλλη ημέρα ο Γεώργιος υπέμεινε με χαρά τόσο την ανάκριση όσο και την κακομεταχείριση. Ο δικαστής, συγκινημένος από το θάρρος και την νεότητά του, προσπάθησε να τον σώσει, σύντομα όμως αναγκάσθηκε να υπακούσει στις κραυγές του διψασμένου για αίμα όχλου και τους παρέδωσε απρόθυμα τον αθώο αμνό του Χριστού.
Το πλήθος έπεσε με λύσσα επάνω του, άλλοι τραβώντας τον από δω κι από κει, άλλοι χτυπώντας τον ή φτύνοντάς τον στο πρόσωπο. Τον έσυραν κατόπιν προς την αγορά διαλαλώντας: «Ε, εσείς φύλακες της πίστης μας, ελάτε όλοι με δαυλούς να κάψουμε αυτόν που βλασφημεί την πίστη μας και δεν δέχεται να απαρνηθεί τον Χριστό!»
Όταν ο όχλος έφθασε κοντά στον καθεδρικό ναό της Αγίας Σοφίας, ο ιερέας Πέτρος φώναξε στον άγιο: «Κάνε υπομονή για μια στιγμή, Γεώργιε, ώστε να χορεύεις αιώνια με τον Χριστό!» Έπειτα συγκέντρωσε τους χριστιανούς και τους ζήτησε να προσευχηθούν για να ενδυναμώσουν τον άγιο μάρτυρα.
Οι Τούρκοι άναψαν την πυρά και όταν οι φλόγες έφτασαν αρκετά ψηλά έριξαν με λύσσα τον άγιο που φώναζε: «Δεν φοβάμαι τούτη την φωτιά γιατί για μένα μεταμορφώνεται σε γλυκιά δρόσο. Τίποτα δεν μπορεί να με χωρίσει από την αγάπη του Χριστού!»
Όταν κάηκαν τα δεσμά του, ύψωσε τα χέρια του στον ουρανό και έκανε το σημείο του Σταυρού. Ένας Τούρκος όρμησε τότε κατεπάνω του με ένα χοντρό ξύλο και τον κτύπησε στο κεφάλι, ελευθερώνοντας έτσι την ψυχή του για να πετάξει στον ουρανό.
Παρά τις προσπάθειες των Τούρκων, το σώμα του αντιστεκόταν στις φλόγες, κι έτσι ο ιερέας Πέτρος και οι χριστιανοί μπόρεσαν να το πάρουν και να το ενταφιάσουν με τιμή.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείω Πνεύματι, ἀνακηρύξας, τὴν τοῦ Κτίσαντος, οἰκονομίαν, ἀθλητικῶς ἠγωνίσω Γεώργιε καὶ τοῦ πυρὸς ἐνεγκῶν τὴν κατάφλεξιν, καταδροσίζεις ἠμᾶς θείαις χάρισι. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος έκτος, Φεβρουάριος. Εκδόσεις Ορμύλια, σελ. 129.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου