Άγιος Μάρτυρας Βίκτωρ ο εν Μασσαλία. Ημέρα Μνήμης: 21 Ιουλίου.
Ο νικηφόρος αυτός αθλητής του Χριστού γεννήθηκε από ευγενή οικογένεια της Μασσαλίας κατά τον 3ο αιώνα. Ακολούθησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία και υπηρέτησε τον αυτοκράτορα με γενναιότητα και αφοσίωση. Όταν όμως ο Μαξιμιανός επισκέφθηκε τη Μασσαλία περί το 388 με σκοπό να καταδιώξει τους χριστιανούς, ο Άγιος Βίκτωρ αντί να κρυφθεί αρνήθηκε να λάβει την πληρωμή του και βάλθηκε να ενθαρρύνει τους συντρόφους του στον στρατό που ήταν χριστιανοί σαν κι αυτόν να μην φοβηθούν τους αποκτείνοντες το σώμα, για να κριθούν άξιοι των ουρανίων τροπαίων.
Νύχτα μέρα πήγαινε από σπίτι σε σπίτι για να προτρέπει τους πιστούς στον αγώνα της πίστεως και συντρόφευε τους μάρτυρες μέχρι τον τόπο του μαρτυρίου. Συνελήφθη με την σειρά του κι αυτός και οδηγήθηκε σιδεροδέσμιος στον αυτοκράτορα. Μένοντας ακλόνητος μπροστά στις απειλές, όπως και στις απατηλές υποσχέσεις του τυράννου, απέρριψε τη ματαιότητα της λατρείας των ειδώλων ομολογώντας τον Χριστό μοναδικό Θεό.
Ο αυτοκράτορας διέταξε να τον σύρουν στους δρόμους και τον παρέδωσε στα κτυπήματα και τις βρισιές του όχλου. Μετά τη δοκιμασία αυτή όμως ο Άγιος διατράνωσε με μεγαλύτερο σθένος ακόμη την πίστη του. Τον τέντωσαν κατόπιν στο ξύλο για να του ξεσχίσουν τις σάρκες και εκεί του φανερώθηκε ο Κύριος κρατώντας στο χέρι τον Σταυρό και υποσχέθηκε σ'αυτόν στέφανο αμάραντο. Την επόμενη νύχτα, καθώς επεφάνησαν στο κελλί του τρεις άγγελοι, οι φύλακές του Αλέξανδρος, Λογγίνος και Φηλικιανός, έκθαμβοι από το λαμπρό αυτό θέαμα μεταστράφηκαν. Έλαβαν το βάπτισμα και πέθαναν πριν τον διδασκαλό τους.
Τρεις ημέρες αργότερα, ο Άγιος Βίκτωρ παρουσιάσθηκε ξανά στο δικαστήριο και ανέτρεψε με μια κλωτσιά ένα άγαλμα του Δία που ο τύραννος ήθελα να τον αναγκάσει να λατρέψει. Έξαλλος ο Μαξιμιανός διέταξε να του κόψουν το πόδι, κατόπιν δε να τον ρίξουν στις μυλόπετρες για να αλεσθεί ως γέννημα του Χριστού. Το όργανο όμως του θανάτου έσπασε και χρειάσθηκε να αποτελειώσουν τον στρατιώτη του Χριστού αποκεφαλίζοντάς τον.
Όταν τον κτύπησε το ξίφος, ακούστηκε μία ουράνια φωνή: «Βίκτωρ νίκησες!». Τα σώματα των Αγίων μαρτύρων ρίχθηκαν στη θάλασσα και ανευρέθησαν από χριστιανούς, ενταφιάσθηκαν δε σε μία κρύπτη λαξεμένη στην πέτρα. Στα μετέπειτα χρόνια, τα πολλά θαύματα που επιτελέστηκαν από τον Άγιο Βίκτωρα συνετέλεσαν στο να τιμάται ως πολιούχος της πόλεως της Μασσαλίας.
Πηγή: Νέος Συναξατιστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Ιούλιος, 21. Εκδόσεις Ορμύλια.
Ο νικηφόρος αυτός αθλητής του Χριστού γεννήθηκε από ευγενή οικογένεια της Μασσαλίας κατά τον 3ο αιώνα. Ακολούθησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία και υπηρέτησε τον αυτοκράτορα με γενναιότητα και αφοσίωση. Όταν όμως ο Μαξιμιανός επισκέφθηκε τη Μασσαλία περί το 388 με σκοπό να καταδιώξει τους χριστιανούς, ο Άγιος Βίκτωρ αντί να κρυφθεί αρνήθηκε να λάβει την πληρωμή του και βάλθηκε να ενθαρρύνει τους συντρόφους του στον στρατό που ήταν χριστιανοί σαν κι αυτόν να μην φοβηθούν τους αποκτείνοντες το σώμα, για να κριθούν άξιοι των ουρανίων τροπαίων.
Νύχτα μέρα πήγαινε από σπίτι σε σπίτι για να προτρέπει τους πιστούς στον αγώνα της πίστεως και συντρόφευε τους μάρτυρες μέχρι τον τόπο του μαρτυρίου. Συνελήφθη με την σειρά του κι αυτός και οδηγήθηκε σιδεροδέσμιος στον αυτοκράτορα. Μένοντας ακλόνητος μπροστά στις απειλές, όπως και στις απατηλές υποσχέσεις του τυράννου, απέρριψε τη ματαιότητα της λατρείας των ειδώλων ομολογώντας τον Χριστό μοναδικό Θεό.
Ο αυτοκράτορας διέταξε να τον σύρουν στους δρόμους και τον παρέδωσε στα κτυπήματα και τις βρισιές του όχλου. Μετά τη δοκιμασία αυτή όμως ο Άγιος διατράνωσε με μεγαλύτερο σθένος ακόμη την πίστη του. Τον τέντωσαν κατόπιν στο ξύλο για να του ξεσχίσουν τις σάρκες και εκεί του φανερώθηκε ο Κύριος κρατώντας στο χέρι τον Σταυρό και υποσχέθηκε σ'αυτόν στέφανο αμάραντο. Την επόμενη νύχτα, καθώς επεφάνησαν στο κελλί του τρεις άγγελοι, οι φύλακές του Αλέξανδρος, Λογγίνος και Φηλικιανός, έκθαμβοι από το λαμπρό αυτό θέαμα μεταστράφηκαν. Έλαβαν το βάπτισμα και πέθαναν πριν τον διδασκαλό τους.
Τρεις ημέρες αργότερα, ο Άγιος Βίκτωρ παρουσιάσθηκε ξανά στο δικαστήριο και ανέτρεψε με μια κλωτσιά ένα άγαλμα του Δία που ο τύραννος ήθελα να τον αναγκάσει να λατρέψει. Έξαλλος ο Μαξιμιανός διέταξε να του κόψουν το πόδι, κατόπιν δε να τον ρίξουν στις μυλόπετρες για να αλεσθεί ως γέννημα του Χριστού. Το όργανο όμως του θανάτου έσπασε και χρειάσθηκε να αποτελειώσουν τον στρατιώτη του Χριστού αποκεφαλίζοντάς τον.
Όταν τον κτύπησε το ξίφος, ακούστηκε μία ουράνια φωνή: «Βίκτωρ νίκησες!». Τα σώματα των Αγίων μαρτύρων ρίχθηκαν στη θάλασσα και ανευρέθησαν από χριστιανούς, ενταφιάσθηκαν δε σε μία κρύπτη λαξεμένη στην πέτρα. Στα μετέπειτα χρόνια, τα πολλά θαύματα που επιτελέστηκαν από τον Άγιο Βίκτωρα συνετέλεσαν στο να τιμάται ως πολιούχος της πόλεως της Μασσαλίας.
Πηγή: Νέος Συναξατιστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Ιούλιος, 21. Εκδόσεις Ορμύλια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου