Ἁγία Παῦλα ἐκ ῾Ρώμης. Ήμέρα Μνήμης: 26 Ἰανουαρίου.
῾Η οἰκογένεια τῆς Ἁγίας Παύλας ἦταν ἀπὸ τὶς λαμπρότερες τῆς Ρώμης. Γεννήθηκε τὸ 347 καὶ νυμφεύθηκε σὲ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν μὲ τὸν Τοξότιο, πλούσιο καὶ ἔνδοξο ἀριστοκράτη ὀπαδὸ τῶν εἰδώλων, ὁ ὁποῖος ὅμως τὴν ἄφησε ἐλεύθερη νὰ ὀργανώση τὸ σπιτικό του μὲ τρόπο εὐάρεστο στὸν Χριστό. Ἀπὸ αὐτὸ τὸν γάμο γεννήθηκαν πέντε παιδιά: ἡ ἁγία Βλησίλλα (τιμάται 22 Ἰανουαρίου), Παυλῖνα, Εὐστοχία (τιμάται 28 Σεπτεμβρίου), Ρουφῖνα καὶ Τοξότιος.
Φαινόταν νὰ πληροῦται ἀπὸ κάθε ἐπίγειο ἀγαθό, ὅταν σὲ ἡλικία τριάντα δύο ἐτῶν, ὁ Θεὸς ἔξαφνα τῆς ἄνοιξε ἕναν ἄλλο δρόμο, μὲ τὸν θάνατο τοῦ συζύγου της. Ἀφοῦ τὸν θρήνησε πικρά, ἀποφάσισε νὰ ἀφιερώση στὸ ἑξῆς τὴν ζωή της στὴν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν πτωχῶν, ἀκολουθώντας τὸ πρότυπο τῆς Ἁγίας Μαρκέλλας, ἡ ὁποία μετέτρεψε τὸ παλάτι της στὸ Ἀβεντῖνο σὲ Μοναστήρι, παράδειγμα εὐαγγελικῆς τελειότητος ἐν μέσῳ τῆς διεφθαρμένης Ρώμης (τιμάται 31 Ἰανουαρίου).
Ἐκεῖ συνδέθηκε μὲ πνευματικὴ φιλία μὲ τὸν Ἅγιο Ἱερώνυμο (τιμάται 15 Ἰουνίου), ὁ ὁποῖος εἶχε ἔλθει ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ μαζὶ μὲ τὸν Παυλῖνο Ἀντιοχείας καὶ τὸν Ἅγιο Ἐπιφάνιο Σαλαμίνης (τιμάται 12 Μαΐου).
Ἡ Παῦλα προσέφερε φιλοξενία στοὺς δύο Ἱεράρχες καὶ ἀκούγοντας μὲ θεῖο ἐνθουσιασμὸ τὶς ἀφηγήσεις τους γιὰ τοὺς Ἀσκητὲς τῆς Αἰγύπτου καὶ τῆς Παλαιστίνης, ἀπεφάσισε νὰ ἐγκαταλείψη τὴν Ρώμη, τὴν οἰκογένεια καὶ τὰ ἀγαθά της καὶ νὰ ἐγκαταβιώση στὴν ἔρημο.
Καθυστερώντας τὴν ἀπόφασι λόγῳ τῆς ἀγάπης γιὰ τὰ παιδιά της, ἀπεφάσισε τὴν ἀναχώρησι μετὰ τὸν αἰφνίδιο θάνατο τῆς Βλησίλλας καὶ τότε, χωρὶς νὰ στραφῆ ὀπίσω, ἐπιβιβάσθηκε σὲ πλοῖο μαζὶ μὲ τὴν Εὐστοχία καὶ μιὰ ὁμάδα παρθένων.
Περνώντας ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ τὴν Ἀντιόχεια, βρῆκε τὸν Ἅγιο Ἱερώνυμο, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὁ ὁδηγός της στὸ προσκύνημά της στὴν Συρία καὶ τὴν Παλαιστίνη.
Ὅταν ἔφθασε, στὰ Ἱεροσόλυμα, ἀπαρνήθηκε τὶς τιμὲς ποὺ τῆς ἐπιφύλαξε ὁ Ἀνθύπατος τῆς Παλαιστίνης, προτιμώντας ἕνα ταπεινὸ κατάλυμα, καὶ περνοῦσε τὸν καιρό της προσκυνώντας μὲ δάκρυα τοὺς Ἁγίους Τόπους.
Περιέτρεξε ὁλόκληρη τὴν Ἁγία Γῆ, ἐπισκέφθηκε τοὺς ἅγιους Μοναχοὺς στὶς ἐρήμους τῆς Αἰγύπτου, καὶ ἐπέστρεψε ἕνα χρόνο ἀργότερα στὴν Βηθλεέμ, μὲ τὴν πρόθεσι νὰ ἱδρύση, πλησίον τοῦ Σπηλαίου τῆς Γεννήσεως, μιὰ γυναικεία Μονὴ γιὰ τὶς παρθένους καὶ τὶς χῆρες, οἱ ὁποῖες τὴν συνώδευαν, καὶ μιὰ ἀνδρῴα γιὰ τὸν Ἅγιο Ἱερώνυμο καὶ τοὺς φίλους του.
Ἔχοντας ὡς ὑπόδειγμα τὴν Μονὴ τῆς Ἁγίας Μελάνης στὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν (τιμάται 31 Δεκεμβρίου), καὶ συγκεντρώνοντας ὅσα εἶχε μάθει στὴν Αἴγυπτο, στὶς Μονὲς τοῦ Ἁγίου Παχωμίου, διαίρεσε τὸ γυναικεῖο Κοινόβιο σὲ τρεῖς ὁμάδες, ἀνάλογα μὲ τὴν κοινωνικὴ προέλευσι καὶ τὴν παιδεία τῶν Ἀδελφῶν, μὲ μιὰ Ἡγουμένη στὴν κάθε ὁμάδα. Χωρίζονταν γιὰ τὴν ἐργασία καὶ τὰ γεύματα, καὶ συναθροίζονταν ὅλες γιὰ προσευχὴ στὴν Ἐκκλησία. Καθημερινὰ ἔψαλλαν ὁλόκληρο τὸ Ψαλτήριο, τὸ ὁποῖο οἱ Ἀδελφὲς ὤφειλαν νὰ ἀποστηθίζουν, καὶ καθεμιά τους ἔπρεπε ἐπιπλέον νὰ μαθαίνη καὶ νὰ μελετᾶ στὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας ἕνα ἀκόμη χωρίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ὅσο γιὰ τὴν Παῦλα, εἶχε μάθει τὰ ἑβραϊκὰ καὶ ὑπὸ τὴν καθοδήγησι τοῦ Ἁγίου Ἱερωνύμου εἶχε προσηλωθῆ στὴν πνευματικὴ ἑρμηνεία τῶν πλέον σκοτεινῶν χωρίων.
Τόσο τὴν εἶχε ἐμποτίσει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὥστε σὲ κάθε περίστασι, μετὰ τοὺς ἀλλεπάλληλους θανάτους τῶν συγγενῶν της, στὶς ἀρρώστιες, στὶς θλίψεις ἢ στὶς χαρές, ἤξερε νὰ βρίσκη τὸ ἀντίστοιχο ἐδάφιο καὶ νὰ τὸ ἐντάσση στὴν ἀδιάλειπτη προσευχή της, ὑψώνοντας τὴν ψυχὴ πρὸς τὸν Θεό.
Ἀποτελοῦσε γιὰ τὶς πνευματικές της θυγατέρες ζωντανὸ παράδειγμα ὅλων τῶν ἀρετῶν, τῆς προθυμίας γιὰ προσευχή, τοῦ ζήλου στὴν ἐργασία, τῆς αὐστηρότητος στὴν νηστεία. Δὲν γνώριζε ὑπερβολὴ παρὰ μονάχα στὴν ἐλεημοσύνη καὶ στὴν ἀγάπη γιὰ τοὺς πτωχούς.
Ἐπιθυμώντας νὰ ἀποκτήση ἡ ἴδια τὴν ἐν πνεύματι πτωχεία καὶ νὰ ἀποδώση στὸν Θεὸ ὅ,τι Αὐτὸς τῆς παρεῖχε σὲ ἐπίγεια ἀγαθά, τὰ μοίραζε σὲ κάθε πτωχὸ ποὺ παρουσιαζόταν.
Ἔδινε ἀκόμη καὶ πράγματα, τὰ ὁποῖα ἦσαν ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ἐπιβίωσι τῆς Ἀδελφότητος, ἔφτανε νὰ χρεωθῆ σοβαρά, ἀψηφώντας τὶς ἐπιπλήξεις τοῦ Ἱερωνύμου, προκειμένου νὰ μὴ φύγη κανεὶς γυμνὸς ἢ πεινασμένος.
Τὴν κατηγοροῦσαν, ὅτι ταλαιπωρῆ μὲ ὑπέρμετρες στερήσεις τὸ σῶμα της, καὶ ἐκείνη ἀποκρινόταν: «Ὅπως ἄλλοτε ἔδειχνα τόση φροντίδα νὰ ἀρέσω στὸν σύζυγό μου καὶ τὸν κόσμο, βάφοντας τὸ πρόσωπό μου ἄσπρο καὶ κόκκινο, ἐπιθυμῶ τώρα νὰ ἀρέσω στὸν Χριστὸ καταπονώντας τοῦτο τὸ σῶμα ποὺ ἔζησε μέσα στὴν τρυφή».
Παρὰ τὶς ὑψηλὲς ἀρετές της καὶ τὴν ἀγάπη της γιὰ ὅλους, ἡ Ἁγία συκοφαντήθηκε ἀπὸ τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Ὠριγένους, οἱ ὁποῖοι τὴν κατεδίωξαν μὲ μῖσος, ἐξαιτίας τῆς φιλίας της μὲ τὸν ἐχθρό τους, Ἅγιο Ἱερώνυμο.
Περισσότερο ὑπομονετικὴ ἀπὸ τὸν φλογερὸ Ἱερώνυμο, τὸν παρώτρυνε στὴν πραότητα καὶ τὴν ἀνεξικακία, κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Σωτῆρος μας ἀπέναντι στοὺς ἐχθρούς Του.
Λίγο καιρὸ ἀργότερα, ὑπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς εἰσβολῆς τῶν Οὔνων, ἑτοιμάσθηκε νὰ φύγη ἀπὸ τὴν Βηθλεὲμ μὲ τὶς Μοναχές. Τὴν στιγμὴ ὅμως ποὺ ἐπιβιβάζονταν στὸ πλοῖο, πληροφορήθηκαν ὅτι οἱ βάρβαροι ἀπὸ θεία παρέμβασι εἶχαν γυρίσει πίσω.
Μὲ συντριμμένη τὴν μητρική της καρδιὰ ἀπὸ τὴν διαδοχικὴ ἀπώλεια τῶν δύο ἄλλων παιδιῶν της, Παυλίνας καὶ Τοξοτίου, ἡ Παῦλα ὑπέφερε τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς της στὴν ὕστατη δοκιμασία καὶ τὸ καθημερινὸ μαρτύριο τῆς ἀσθενείας. Μὲ τὴν γλυκειὰ Εὐστοχία νὰ τῆς παραστέκεται κάθε στιγμή, ὑπέφερε τοὺς πόνους μὲ θαυμαστὴ καρτερία καὶ αὐταπάρνησι.
Παρ᾿ ὅλο ποὺ ἡ ψυχή της μόλις κρατιόταν στὸ σῶμα της, ψιθύριζε ἀδιάκοπα, μὲ τὴν ἄκρη τῶν χειλέων της, τοὺς στίχους: «Kύριε, ἠγάπησα εὐπρέπειαν οἴκου Σου καὶ τόπον σκηνώματος δόξης Σου» (Ψαλμ. κε' 8)· καὶ «ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχή μου εἰς τὰς αὐλὰς τοῦ Κυρίου» (Ψαλμ. πγ' 3).
Ἀφοῦ καθησύχασε τὶς Ἀδελφές, τοὺς Ἐπισκόπους, τοὺς Μοναχοὺς καὶ τοὺς Ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι συνήχθησαν σὲ μεγάλο ἀριθμὸ γύρω της, ἀπὸ ὅλη τὴν Παλαιστίνη, ἀπότομα τὸ πρόσωπό της ἀκτινοβόλησε.
Ἐνέτεινε τὴν προσοχή της, γιὰ νὰ ἀκούση τὸν Χριστὸ νὰ τῆς λέη: «Ἀνάστα, ἐλθὲ ἡ πλησίον μου, καλή μου, περιστερά μου, ὅτι ἰδοὺ ὁ χειμὼν παρῆλθεν!» (Ἄσμα Ἀσμάτων β' 10-11).
Ἀπήντησε χαρούμενη: «Ὁ καιρὸς τοῦ θερισμοῦ ἔφθασε. Πιστεύω τοῦ ἰδεῖν τὰ ἀγαθὰ Κυρίου ἐν γῇ ζώντων» (Ψαλμ. 26, 13). Καὶ παρέδωσε τὴν ψυχή της. Ἦταν σὲ ἡλικία πενήντα ἕξι ἐτῶν (26 Ἰανουαρίου 404). Κηδεύθηκε πανηγυρικὰ ἐν μέσῳ πλήθους Μοναχῶν ποὺ εἶχαν ἔλθει ἀπὸ παντοῦ, καὶ πτωχῶν ποὺ θρηνοῦσαν στὸ πρόσωπό της τὴν μητέρα καὶ προστάτιδά τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου