Άγιος Τιριδάτης Γ', βασιλιάς της Μεγάλης Αρμενίας. Ημέρα Μνήμης: 29 Νοεμβρίου.
Ο άγιος Γρηγόριος έζησε επί της βασιλείας του Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.). Γεννήθηκε γύρω στα 257. Ήταν Πάρθος κατά την καταγωγή, υιός του Αρσακίδου σατράπη Ανάκ, συγγενής του Κουσαρώ – Χοσρόη, βασιλιά της Αρμενίας. Ο Ανάκ, λοιπόν, σε συνεργασία με το βασιλιά των Περσών Αρταξέρξη (Αρτασείρα), σκότωσε τον Χοσρόη. Αλλά οι σατράπες της Αρμενίας εκδικήθηκαν το φόνο του, σκοτώνοντας τον Ανάκ και όλη του την οικογένεια.
Διασώθηκε μόνο ο διετής τότε Γρηγόριος τον οποίο η τροφός φυγάδευσε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Εκεί ο άγιος βαπτίστηκε και έλαβε την ελληνοχριστιανική παιδεία. Όταν ανδρώθηκε, νυμφεύτηκε κόρη βασιλικής οικογένειας και απέκτησε δύο υιούς, τον Βαρτάνη και τον Αριστάκη τους οποίους ανέθρεψε με την πίστη του Χριστού.
Στην Καισάρεια βρισκόταν εξόριστος από τον Αρταξέρξη και ο υιός του φονευθέντος βασιλιά Χοσρόη Α’, Τιριδάτης ο Γ΄. Το 287 ο Τιριδάτης ο Γ΄ο Μέγας με την υποστήριξη των Ρωμαίων ανέκτησε τον θρόνο της Αρμενίας, οπότε και ο Γρηγόριος επέστρεψε στην πατρίδα του. Επιθυμώντας να έχει συγκοινωνό στις θυσίες και τον φίλο του Γρηγόριο, τον μετεκάλεσε στα ανάκτορα και προσπάθησε να τον πείσει να αρνηθεί την πίστη του Χριστού, να προσφέρει δε ως θυσία στον βωμό της θεάς Αναχίτ (Αρτέμιδος) στεφάνι από άνθη. Συνελήφθη από τον βασιλιά επειδή εκείνος δεν ήθελε να θυσιάσει και υπέμεινε γι’ αυτό πολλές τιμωρίες και βασανιστήρια. Όταν έμαθε μάλιστα ο Τηριδάτης ότι είναι υιός του Ανάκ του Πάρθου, που δολοφόνησε τον πατέρα του, βασιλιά Χοσρόη Α΄ (Khosrov 211-259), του έδεσε τα χέρια και τα πόδια και τον έστειλε στην πόλη Αρταξά, όπου τον έριξαν σε ένα πηγάδι, 6 μέτρα βάθος, γεμάτο από δηλητηριώδη φίδια και άλλα ερπετά, που ήταν προωρισμένο για τους καταδικασμένους σε θάνατο. Στον λάκο αυτό, στο Χορ Βιράπ - Хор Вирап - Xor Virap (Βαθύς Λάκκος)* έζησε δεκαπέντε χρόνια, τρεφόμενος κρυφά από μία γυναίκα χήρα και παρηγορούμενος θεϊκά από Άγγελο Κυρίου, όπου και τον ετοίμαζε για την μεγάλη αποστολή του να γίνει φωτιστής ενός λαού. Σήμερα υπάρχει το πηγάδι αυτό ως τόπος προσευχής και προσκύνησης, αγιασμένο με τον αγώνα του αγίου Γρηγορίου. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της κύριας εκκλησίας, κάτω από το παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου στο Μοναστήρι Χορ Βιράπ που χτίσθηκε εκεί, στους πρόποδες του όρους Αραράτ.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο αυτοκράτορας Τηριδάτης βασάνισε με φρικτά μαρτύρια τις αγίες Ριψιμία, Γαϊανή και άλλες 35 παρθένες. Μόνο η αγία Νίνα με θαυμαστό τρόπο σώθηκε από τόν θάνατο· οδηγήθηκε από αόρατο χέρι, και κρύφτηκε θαυματουργικά στα κλαδιά μιάς άγριας τριανταφυλλιάς απ’ όπου είδε πλήθος ουρανίων Δυνάμεων να συνοδεύουν τις ψυχές των αγίων Παρθενομαρτύρων στον ουρανό.
Κύριε! Κύριε! θρηνούσα έκραζε η Αγία Νίνα όταν είδε αυτά· γιατί εμένα την άτυχη εγκαταλείπεις στο μέσον αυτών των εχιδνών και φιδιών; Όμως ο Άγγελος της απάντησε: Μη θλίβεσαι, μόνο περίμενε λίγο, γιατί και εσύ θα οδηγηθής στην Βασιλεία του Κυρίου της δόξης, όταν αυτή η άγρια και ακανθώδη τριανταφυλιά που σε περιβάλλει, καλυφτή από ευωδιαστά άνθη, όπως εκείνα που έχουν φυτευθή στον κήπο. Όμως τώρα σήκω και πήγαινε προς τα βόρεια, όπου υπάρχει πολύς θερισμός, αλλά δεν υπάρχουν εργάτες.
Μετά τον μαρτύριο της αγίας Ριψιμίας και της συνοδίας της στην πόλη Βαγκαρσαπάτ -Vagarshapat, γνωστό και ως Ετσμιατζίν, η οργή του Θεού έπεσε πάνω στο βασιλιά Τηριδάτη, δαιμονίστηκε, έχασε τα λογικά του, έτρωγε τις σάρκες του, και βοσκούσε μαζί με τους αγριόχοιρους στα βουνά, σαν τον Ναβουχοδονόσορα. Η αδελφή του Αγία Κουσαροδούκτα - Xosrovidoukht (θυγατέρα του Χοσρόη), έβλεπε επανειλημμένα τότε το ίδιο όνειρο κι άκουγε φωνή που έλεγε: ο βασιλιάς Τηριδάτης δεν πρόκειται να γίνει καλά αν δεν βγει από τον λάκκο ο Γρηγόριος και υπακούσει το θέλημά του. Πράγματι, η Κουσαροδούκτα απελευθέρωσε τον Γρηγόριο, ενώ την ίδια ώρα θεραπεύτηκε και ο βασιλιάς. Κατόπιν αυτού ο Τιριδάτης αποδέχθηκε τη νέα πίστη, βαφτίστηκε χριστιανός από τον Γρηγόριο και το 301 με βασιλική διαταγή ανακήρυξε το χριστιανισμό επίσημη θρησκεία του αρμενικού κράτους. Ο Γρηγόριος έγινε πρώτος επίσκοπος της Αρμενίας, και χειροτονήθηκε περί το 300 – 302 από τον αρχιεπίσκοπο Καισαρείας άγιο Λεόντιο. Επιστρέφοντας στην Αρμενία, έφερε μαζί του λείψανα του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού και του μάρτυρος Αθηνογένους. Εγκαθίσταται στο Vagarshapat (σήμερα Echmiadzin) και ως συνεχιστής του έργου των αγίων Αποστόλων Θαδδαίου και Βαρθολομαίου βάπτισε στον Ευφράτη ποταμό τον Τιριδάτη και πολλούς Αρμενίους, Ασσυρίους και Πέρσες, έχτισε Ναούς προς τιμήν της αγίας μάρτυρος Ριψιμίας και των άλλων παρθένων και πολλούς άλλους. Ανέσυρε από το σκοτεινό λάκκο της ειδωλολατριας στο άρρητο και λαμπρότατο φως του Ήλιου της Αληθείας και Θεογνωσίας όλο τον λαό της Αρμενίας και τα γειτονικά έθνη.
Επειδή όμως αποφάσισε να ησυχάση, έβλεπε και τον βασιλιά Τηριδάτη, που δεν τον άφηνε, γι’ αυτό, αφήνει ως Αρχιερέα στην Αρμενία τον νεώτερο γιο του, τον Αριστάκη. Ο οποίος συμμετείχε στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια (325). Και τρεις επισκόπους σε αντικατάστασή του, τον Ολβιανό, τον Ευθάλιο και τον Βάσσο, και αυτός αναχώρησε στα υψηλότατα βουνά της Αρμενίας κοντά στα σπήλαια του Μανυέα (Manayark) στο Όρος Sebuh και εκεί ησύχασε, σύμφωνα με την επιθυμία που είχε.
Έτσι λοιπόν διαπεράσας ο μακάριος τον δρόμο της ζωής του, μαρτυρικά, αποστολικά, και ασκητικά, μεταβαίνει προς τον Κύριο τον ποθούμενο ειρηνικά στις 30 Σεπτεμβρίου του έτους 325 ή 328 μ.Χ. Μετά το θάνατό του, μεταφέρθηκε και ενταφιάστηκε στο χωριό Thodanum (T’ordan, σημερινό Doğanköy, κοντά στο Erzincan). Γνωστό ως οι Τάφοι των Εννέα Αγίων του Τόρταν και ως μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού (Surp Khatchi Vank).
*Khor Virap (σημαίνει «βαθύς λάκκος» ή «βαθύ πηγάδι») είναι ένα Αρμενικό μοναστήρι που βρίσκεται στην πεδιάδα Αραράτ στην Αρμενία, περίπου 100 μέτρα κοντά στα σύνορα με την Τουρκία, περίπου 8 χιλιόμετρα νότια της Αρτασάτ-Artashat, αρχαία πρωτεύουσα της Αρμενίας . Είναι τόπος μεγάλου προσκυνήματος λόγω του ότι είναι ο λάκκος όπου ήταν φυλακισμένος εδώ για 14 χρόνια ο άγιος Γρηγόριος από τον βασιλιά Τιριδάτη. Το πηγάδι είναι σε βάθος 6 μέτρων, όπου μια μεγάλη σκάλα κατεβαίνει σε ένα μεγάλο κελί, τη φυλακή του αγίου. Από το μοναστήρι έχει κανείς μία υπέροχη θέα του Όρους Αραράτ, όπου βρέθηκε - σύμφωνα με αρχαιολογικές μαρτυρίες - η κιβωτός του Νώε.
Ο άγιος Γρηγόριος έζησε επί της βασιλείας του Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.). Γεννήθηκε γύρω στα 257. Ήταν Πάρθος κατά την καταγωγή, υιός του Αρσακίδου σατράπη Ανάκ, συγγενής του Κουσαρώ – Χοσρόη, βασιλιά της Αρμενίας. Ο Ανάκ, λοιπόν, σε συνεργασία με το βασιλιά των Περσών Αρταξέρξη (Αρτασείρα), σκότωσε τον Χοσρόη. Αλλά οι σατράπες της Αρμενίας εκδικήθηκαν το φόνο του, σκοτώνοντας τον Ανάκ και όλη του την οικογένεια.
Διασώθηκε μόνο ο διετής τότε Γρηγόριος τον οποίο η τροφός φυγάδευσε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Εκεί ο άγιος βαπτίστηκε και έλαβε την ελληνοχριστιανική παιδεία. Όταν ανδρώθηκε, νυμφεύτηκε κόρη βασιλικής οικογένειας και απέκτησε δύο υιούς, τον Βαρτάνη και τον Αριστάκη τους οποίους ανέθρεψε με την πίστη του Χριστού.
Στην Καισάρεια βρισκόταν εξόριστος από τον Αρταξέρξη και ο υιός του φονευθέντος βασιλιά Χοσρόη Α’, Τιριδάτης ο Γ΄. Το 287 ο Τιριδάτης ο Γ΄ο Μέγας με την υποστήριξη των Ρωμαίων ανέκτησε τον θρόνο της Αρμενίας, οπότε και ο Γρηγόριος επέστρεψε στην πατρίδα του. Επιθυμώντας να έχει συγκοινωνό στις θυσίες και τον φίλο του Γρηγόριο, τον μετεκάλεσε στα ανάκτορα και προσπάθησε να τον πείσει να αρνηθεί την πίστη του Χριστού, να προσφέρει δε ως θυσία στον βωμό της θεάς Αναχίτ (Αρτέμιδος) στεφάνι από άνθη. Συνελήφθη από τον βασιλιά επειδή εκείνος δεν ήθελε να θυσιάσει και υπέμεινε γι’ αυτό πολλές τιμωρίες και βασανιστήρια. Όταν έμαθε μάλιστα ο Τηριδάτης ότι είναι υιός του Ανάκ του Πάρθου, που δολοφόνησε τον πατέρα του, βασιλιά Χοσρόη Α΄ (Khosrov 211-259), του έδεσε τα χέρια και τα πόδια και τον έστειλε στην πόλη Αρταξά, όπου τον έριξαν σε ένα πηγάδι, 6 μέτρα βάθος, γεμάτο από δηλητηριώδη φίδια και άλλα ερπετά, που ήταν προωρισμένο για τους καταδικασμένους σε θάνατο. Στον λάκο αυτό, στο Χορ Βιράπ - Хор Вирап - Xor Virap (Βαθύς Λάκκος)* έζησε δεκαπέντε χρόνια, τρεφόμενος κρυφά από μία γυναίκα χήρα και παρηγορούμενος θεϊκά από Άγγελο Κυρίου, όπου και τον ετοίμαζε για την μεγάλη αποστολή του να γίνει φωτιστής ενός λαού. Σήμερα υπάρχει το πηγάδι αυτό ως τόπος προσευχής και προσκύνησης, αγιασμένο με τον αγώνα του αγίου Γρηγορίου. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της κύριας εκκλησίας, κάτω από το παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου στο Μοναστήρι Χορ Βιράπ που χτίσθηκε εκεί, στους πρόποδες του όρους Αραράτ.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο αυτοκράτορας Τηριδάτης βασάνισε με φρικτά μαρτύρια τις αγίες Ριψιμία, Γαϊανή και άλλες 35 παρθένες. Μόνο η αγία Νίνα με θαυμαστό τρόπο σώθηκε από τόν θάνατο· οδηγήθηκε από αόρατο χέρι, και κρύφτηκε θαυματουργικά στα κλαδιά μιάς άγριας τριανταφυλλιάς απ’ όπου είδε πλήθος ουρανίων Δυνάμεων να συνοδεύουν τις ψυχές των αγίων Παρθενομαρτύρων στον ουρανό.
Κύριε! Κύριε! θρηνούσα έκραζε η Αγία Νίνα όταν είδε αυτά· γιατί εμένα την άτυχη εγκαταλείπεις στο μέσον αυτών των εχιδνών και φιδιών; Όμως ο Άγγελος της απάντησε: Μη θλίβεσαι, μόνο περίμενε λίγο, γιατί και εσύ θα οδηγηθής στην Βασιλεία του Κυρίου της δόξης, όταν αυτή η άγρια και ακανθώδη τριανταφυλιά που σε περιβάλλει, καλυφτή από ευωδιαστά άνθη, όπως εκείνα που έχουν φυτευθή στον κήπο. Όμως τώρα σήκω και πήγαινε προς τα βόρεια, όπου υπάρχει πολύς θερισμός, αλλά δεν υπάρχουν εργάτες.
Μετά τον μαρτύριο της αγίας Ριψιμίας και της συνοδίας της στην πόλη Βαγκαρσαπάτ -Vagarshapat, γνωστό και ως Ετσμιατζίν, η οργή του Θεού έπεσε πάνω στο βασιλιά Τηριδάτη, δαιμονίστηκε, έχασε τα λογικά του, έτρωγε τις σάρκες του, και βοσκούσε μαζί με τους αγριόχοιρους στα βουνά, σαν τον Ναβουχοδονόσορα. Η αδελφή του Αγία Κουσαροδούκτα - Xosrovidoukht (θυγατέρα του Χοσρόη), έβλεπε επανειλημμένα τότε το ίδιο όνειρο κι άκουγε φωνή που έλεγε: ο βασιλιάς Τηριδάτης δεν πρόκειται να γίνει καλά αν δεν βγει από τον λάκκο ο Γρηγόριος και υπακούσει το θέλημά του. Πράγματι, η Κουσαροδούκτα απελευθέρωσε τον Γρηγόριο, ενώ την ίδια ώρα θεραπεύτηκε και ο βασιλιάς. Κατόπιν αυτού ο Τιριδάτης αποδέχθηκε τη νέα πίστη, βαφτίστηκε χριστιανός από τον Γρηγόριο και το 301 με βασιλική διαταγή ανακήρυξε το χριστιανισμό επίσημη θρησκεία του αρμενικού κράτους. Ο Γρηγόριος έγινε πρώτος επίσκοπος της Αρμενίας, και χειροτονήθηκε περί το 300 – 302 από τον αρχιεπίσκοπο Καισαρείας άγιο Λεόντιο. Επιστρέφοντας στην Αρμενία, έφερε μαζί του λείψανα του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού και του μάρτυρος Αθηνογένους. Εγκαθίσταται στο Vagarshapat (σήμερα Echmiadzin) και ως συνεχιστής του έργου των αγίων Αποστόλων Θαδδαίου και Βαρθολομαίου βάπτισε στον Ευφράτη ποταμό τον Τιριδάτη και πολλούς Αρμενίους, Ασσυρίους και Πέρσες, έχτισε Ναούς προς τιμήν της αγίας μάρτυρος Ριψιμίας και των άλλων παρθένων και πολλούς άλλους. Ανέσυρε από το σκοτεινό λάκκο της ειδωλολατριας στο άρρητο και λαμπρότατο φως του Ήλιου της Αληθείας και Θεογνωσίας όλο τον λαό της Αρμενίας και τα γειτονικά έθνη.
Επειδή όμως αποφάσισε να ησυχάση, έβλεπε και τον βασιλιά Τηριδάτη, που δεν τον άφηνε, γι’ αυτό, αφήνει ως Αρχιερέα στην Αρμενία τον νεώτερο γιο του, τον Αριστάκη. Ο οποίος συμμετείχε στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια (325). Και τρεις επισκόπους σε αντικατάστασή του, τον Ολβιανό, τον Ευθάλιο και τον Βάσσο, και αυτός αναχώρησε στα υψηλότατα βουνά της Αρμενίας κοντά στα σπήλαια του Μανυέα (Manayark) στο Όρος Sebuh και εκεί ησύχασε, σύμφωνα με την επιθυμία που είχε.
Έτσι λοιπόν διαπεράσας ο μακάριος τον δρόμο της ζωής του, μαρτυρικά, αποστολικά, και ασκητικά, μεταβαίνει προς τον Κύριο τον ποθούμενο ειρηνικά στις 30 Σεπτεμβρίου του έτους 325 ή 328 μ.Χ. Μετά το θάνατό του, μεταφέρθηκε και ενταφιάστηκε στο χωριό Thodanum (T’ordan, σημερινό Doğanköy, κοντά στο Erzincan). Γνωστό ως οι Τάφοι των Εννέα Αγίων του Τόρταν και ως μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού (Surp Khatchi Vank).
*Khor Virap (σημαίνει «βαθύς λάκκος» ή «βαθύ πηγάδι») είναι ένα Αρμενικό μοναστήρι που βρίσκεται στην πεδιάδα Αραράτ στην Αρμενία, περίπου 100 μέτρα κοντά στα σύνορα με την Τουρκία, περίπου 8 χιλιόμετρα νότια της Αρτασάτ-Artashat, αρχαία πρωτεύουσα της Αρμενίας . Είναι τόπος μεγάλου προσκυνήματος λόγω του ότι είναι ο λάκκος όπου ήταν φυλακισμένος εδώ για 14 χρόνια ο άγιος Γρηγόριος από τον βασιλιά Τιριδάτη. Το πηγάδι είναι σε βάθος 6 μέτρων, όπου μια μεγάλη σκάλα κατεβαίνει σε ένα μεγάλο κελί, τη φυλακή του αγίου. Από το μοναστήρι έχει κανείς μία υπέροχη θέα του Όρους Αραράτ, όπου βρέθηκε - σύμφωνα με αρχαιολογικές μαρτυρίες - η κιβωτός του Νώε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου