Ἅγιος Σπερᾶτος* καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Ναρτζᾶλος, Κιττῖνος, Βητόριος, Φῆλιξ, Ἀκυλῖνος, Λαιτάντιος, Ἰανουαρία, Γενερῶσα, Βεστία, Δονᾶτα καὶ Σεκοῦνδα, οἱ ἐν Σκίλλῃ μαρτυρήσαντες. Ήμέρα Μνήμης: 17η Ἰουλίου.
Μὲχρι τὸ τέλος τοῦ Β΄ αἰ., οἱ Χριστιανοὶ τῆς Ἀφρικῆς ἐφαίνετο νὰ ἀπολαμβάνουν εἰρήνη καὶ σχετικὴ ἐλευθερία. Ἀλλὰ κατὰ τὸ 180, πρῶτο ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Κόμμοδου (161-192), φρενοβλαβοῦς υἱοῦ τοῦ Μάρκου Αὐρηλίου (121-180), ὁ λαϊκὸς φανατισμὸς ἐξαπολύθηκε ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν καὶ οἱ δικαστὲς ἄρχισαν νὰ ἐφαρμόζουν σὲ αὐτοὺς τοὺς ρωμαϊκοὺς νόμους, οἱ ὁποῖοι ἀπαγόρευαν τὴν ἄσκησι τῆς χριστιανικῆς λατρείας. Οἱ οἰκίες τῶνΧριστιανῶν,
ὅπου συνήθιζαν νὰ συναντῶνται, πυρπολήθηκαν, τὰ κοιμητήριά τους βεβηλώθηκαν, οἱ πιστοὶ κακοποιήθηκαν καὶ σύρθηκαν ἀκόμη καὶ ἐνώπιον τῶν δικαστηρίων ἀπὸ τὸν ἐξαγριωμένο ὄχλο.
Τότε ὁ Σπερᾶτος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ, Xριστιανοὶ ἀπὸ τὴν Σκίλλῃ, μικρὰ πόλι τῆς ἀνθυπατικῆς Ἀφρικῆς, συνελήφθησαν καὶ ὡδηγήθησαν στὸ δικαστήριο τοῦ ἀνθυπάτου Σατουρνίνου, στὴν Καρθαγένη / Καρχηδόνα.
Οἱ Πράξεις τῶν Σκιλλιτανῶν, οἱ ὁποῖες εἶναι
μεταγενέστερες τῶν Πράξεων τοῦ Ἁγίου Ἰουστίνου κατὰ δεκαπέντε περίπου χρόνια, εἶναι τὸ ἀρχαιότερο ἔγγραφο τῆς ἀφρικανικῆς ἁγιολογίας.
Ὡς ἐκ τούτου, παρουσιάζουν μεγάλο ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν ἱστορικό. Ἀλλὰ ἀξίζουν καὶ ἀπὸ μόνες τους, ἀπὸ τὴν αὐστηρὴ ὀμορφιὰ τῆς σκηνῆς καὶ τὴν εὐγλωττία τῶν γεγονότων...
Πράξεις τῶν Σκιλλιτανῶν Μαρτύρων.
Ὑπὸ τὴν προεδρίαν τοῦ Πρεσὲνς (Praesens), τοῦ ἐκ δευτέρου ῾Υπάτου, καὶ τοῦ Κλαυδιανοῦ (Claudianus), τὴν 16ην τῶν Καλανδῶν τοῦ Αὐγούστου, ἐν Καρχηδόνι, εἰς τὴν αἴθουσαν ἀκροάσεων (secretarium), ἐμφανίσθησαν οἱ Speratus, Nartzalus καὶ Cittinus, Donata, Secunda, Vestia, Σπερᾶτος, Ναρτζᾶλος, Σιττῖνος, Βετούριος, Φῆλιξ, Ἀκυλίνιος, Λαετάντιος, Γιαννάρια, Γενερώσα, Βέστια, Δονᾶτα, Σεκοῦντα.
- Ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος εἶπε: «Δύνασαι νὰ λάβης χάρι ἀπὸ τὸν κύριό μας τὸν αὐτοκράτορα, ἂν συνέλθης».
- Ὁ Σπερᾶτος ἐδήλωσε: «Δὲν ἔχουμε κάνει ποτὲ κάτι κακό, οὔτε ἔχουμε συμμετάσχει σὲ ὁποιαδήποτε ἀνομία. Ποτὲ δὲν εἴπαμε κάτι κακό. Ἀντίθετα, ὅταν μᾶς κακομεταχειρίζονταν, εὐχαριστούσαμε, γιατὶ τιμούσαμε τὸν δικό μας αὐτοκράτορα.
- Ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος εἶπε: «Εἴμαστε καὶ ἐμεῖς θρησκευόμενοι, καὶ ἡ θρησκεία μας εἶναι ἁπλῆ· ὁρκιζόμεθα στὴν μεγαλοφυΐα τοῦ κυρίου
μας τοῦ αὐτοκράτορος, προσευχόμεθα γιὰ τὴν σωτηρία του. Καὶ ἐσεῖς πρέπει νὰ τὸ κάνετε αὐτό».
- Ὁ Σπερᾶτος εἶπε: «Ἂν θέλετε νὰ μὲ ἀκούσετε ἥσυχα, θὰ σᾶς ἐξηγήσω τὸ μυστήριο τῆς ἁπλότητος».
- Ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος εἶπε: «Θὰ ἐπιτεθῆς στὴν θρησκεία μας· δὲν θὰ σὲ ἀκούσω. Ὀρκισθῆτε μᾶλλον στὴν μεγαλοφυΐα τοῦ κυρίου μας τοῦ αὐτοκράτορος».
- Ὁ Σπερᾶτος εἶπε: «Ἐγὼ ὁ ἴδιος δὲν ἀναγνωρίζω τὴν αὐτοκρατορία αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ μᾶλλον ὑπηρετῶ ἐκεῖνον τὸν Θεόν, τὸν Ὁποῖον
κανεὶς δὲν ἔχει δεῖ οὔτε δύναται νὰ δῆ μὲ τοὺς ὀφθαλμούς του. Δὲν ἔχω διαπράξει κλοπή· ἂν ἀγοράσω κάτι, πληρώνω τὸν φόρο. Διότι γνωρίζω τὸν Κύριό μου, τὸν Αὐτοκράτορα τῶν βασιλέων ὅλων τῶν ἐθνῶν.
- Ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος εἶπε σὲ ὅλους τοὺς ἄλλους: «Ἐγκαταλείψετε αὐτὴ τὴν δοξασία».
- Ὁ Σπερᾶτος εἶπε: «Ἡ κακὴ δοξασία εἶναι νὰ διαπράττης ἀνθρωποκτονία, νὰ δίνης ψευδομαρτυρία».
- Ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος λέει: «Μὴν συμμετέχετε εἰς αὐτὴν τὴν παραφροσύνην».
- Ὁ Κιττῖνος λέει: «Δὲν φοβούμεθα κανέναν ἄλλον ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Κύριον, τὸν Θεόν μας τὸν ἐν τῷ οὐρανῷ».
- Ἡ Δονᾶτα εἶπε: «Τιμοῦμε τὸν Καίσαρα ὡς Καίσαρα, ἀλλὰ φοβούμεθα μόνον τὸν Θεόν».
- Ἡ Βέστια λέει: «Εἶμαι Χριστιανή».
- Ἡ Σεκοῦνδα λέει: «Εἶμαι καὶ θέλω νὰ εἶμαι».
- Ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος εἶπε στὸν Σπερᾶτο:
«Ἀκόμη ἀποκαλεῖς τὸν ἑαυτόν σου χριστιανόν;»
- Ὁ Σπερᾶτος εἶπε: «Εἶμαι Χριστιανός». Καὶ ὅλοι ἔκαναν τὴν ἴδια δήλωσι.
- Ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος εἶπε: «Θέλετε μία ἀναβολὴ γιὰ νὰ τὸ σκεφθῆτε;».
- Ὁ Σπερᾶτος εἶπε: «Σὲ κάτι τόσο ἀδιαμφισβήτητο, δὲν χρειάζεται νὰ προβληματισθοῦμε».
- Ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος λέει: «Τί ὑπάρχει στὸ κιβώτιό σου;».
- Ὁ Σπερᾶτος λέει: «Τὰ ἱερὰ Βιβλία καὶ οἱ Ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου, ἑνὸς δίκαιου ἀνθρώπου».
- Ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος εἶπε: «Ἐπωφειληθῆτε μιᾶς ἀναβολῆς τριάντα ἡμερῶν καὶ σκεφθῆτε».
- Ὁ Σπερᾶτος ἐπανέλαβε: «Εἶμαι Χριστιανός». Καὶ ὅλοι ἔκαναν τὸ ἴδιο.
- Τότε ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος διάβασε τὴν καταδικαστικὴ ἀπόφασί του στὴν πινακίδα: «Ὁ Σπερᾶτος, ὁ Ναρτζᾶλος, ὁ Κιττῖνος, ἡ Δονᾶτα, ἡ
Βέστια, ἡ Σεκοῦνδα καὶ ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι ὡμολόγησαν ὅτι ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸ χριστιανικὸ τελετουργικό. Ἐπειδὴ τοὺς προσφέρθηκε ἡ δυνατότητα νὰ ἐπιστρέψουν στὴν παραδοσιακὴ θρησκεία τῶν Ρωμαίων καὶ ἀρνήθηκαν πεισματικῶς, τοὺς καταδικάζουμε εἰς τὸν διὰ ξίφους θάνατον».
- Ὁ Σπερᾶτος λέει: «Εὐχαριστοῦμε τὸν Θεόν».
- Ὁ Ναρτζᾶλος λέει: «Σήμερα, μάρτυρες, θὰ εἴμεθα στὸν οὐρανό. Δόξα τῷ Θεῶ!».
- Ὁ ἀνθύπατος Σατουρνῖνος ἔκανε τὴν ἀκόλουθο διακήρυξι μέσῳ τοῦ κήρυκος: «Οἱ Σπερᾶτος, Ναρτζᾶλος, Κιττῖνος, Βετούριος, Φῆλιξ, Ἀκυλῖνος, Λαιτάντιος, Ἰανουαρία, Γενερῶσα, Βέστια, Δονᾶτα, Σεκοῦνδα, ὁδηγοῦνται μὲ διαταγή μου στὰ βασανιστήρια».
- Ὅλοι οἱ Μάρτυρες ἀνεφώνησαν: «Δόξα τῷ Θεῷ!». Καὶ ἀμέσως ἀπεκεφαλίσθησαν διὰ τὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
(XVI. Kal Aug. SS. Scillitanorum)
Οὕτως, οἱ ἅγιοι Μάρτυρες ὡδηγήθησαν στὸ μαρτύριο, ἐπαναλαμβάνοντες τὴν εὐχὴ εὐχαριστίας καὶ ἀπεκεφαλίσθησαν τὴν 17η Ἰουλίου γιὰ νὰ βασιλεύσουν μὲ τὸν Πατέρα, τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἐπὶ τοῦ τάφου τους ἀνηγέρθη ἀργότερα βασιλικὴ καὶ ἡ τιμή τους διαδόθηκε ἀπὸ τὴν Ἀφρικὴ
στὸν ὑπόλοιπο Χριστιανικὸ κόσμο. Κατὰ τὴν βασιλεία τοῦ Καρλομάγνου τὰ ἱερὰ σκηνώματά τους μεταφέρθησαν ἀπὸ τὴν Καρχηδόνα στὴν Λυὼν τῆς Γαλλίας.
Σύγχρονοι τῶν Σκιλλιτανῶν Μαρτύρων, τιμοῦνται τοπικὰ τὴν 4η Ἰουλίου οἱ Μάρτυρες τοῦ Μαντάουρε (Madaure, M᾿daourouch σήμερα, περίπου πενήντα χιλιόμετρα ἀπὸ τὸ Sou Ahras). Τὰ ὀνόματά τους ἦταν Μίζιν, Σανὲμ, Ναμφαμὸ καὶ Λουκίτας (Miggin, Sanaem, Namphamo καὶ Lucitas). Καὶ ἐδῶ, δὲν γνωρίζουμε σχεδὸν τίποτα γι᾿ αὐτούς, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι ἐμαρτύρησαν τὸν Β΄ αἰ. κάτω ἀπὸ τὰ πλήγματα τῶν αὐτοκρατορικῶν διωγμῶν στὴν πόλι Μαντάουρε, ὅπου ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, πολὺ ἀργότερα, θὰ ἔκανε τὶς πρῶτες του σπουδές. Δὲν γνωρίζουμε τίποτα ὁριστικό, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι ἡ μαρτυρία τους εἶχε βαθειὰ ἐπίδρασι στοὺς Χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς τους.
Τέλος, τὴν 10η Ἰουλίου, ἐπιτελοῦμε τὴν μνήμην τῆς Ἁγίας Παρθενομάρτυρος Μαρκιέννης τοῦ Σερσὲλ (Cherchell), ἡ ὁποία καταγόμενη ἀπὸ τὸ Rusuccuru (σήμερα Taksebt, κοντὰ στὸ Tigzirt καὶ τὸ Tizi Ouzou), ἡ Μαρκίεννα ἀποσύρθηκε στὴν Καισάρεια (τὸ ἀρχαῖο ὄνομα τοῦ Σερσέλ), γιὰ νὰ ἀφιερωθῆ στὸν Θεὸ ἐν παρθενίᾳ. Τὴν γνωρίζουμε κυρίως μέσα ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ Μαρτυρίου της, ἡ δὲ ἡμερομηνία τοῦ θανάτου της παραμένει ἄγνωστη, μεταξὺ τοῦ Γ΄καὶ τοῦ Δ΄ αἰ., κατὰ τὴν διάρκεια τῶν διωγμῶν τοῦ Διοκλητιανοῦ.
«Ἡ Ἁγία Μάρτυς Μαρκίεννα ἦταν πολίτης τοῦ δήμου Rusuccuru. Αὐτὴ ἡ ὄμορφη νεᾶνις, εὐγενικῆς καταγωγῆς, εἶχε ἀφιερωθῆ στὸν Θεό.
Ἀπὸ περιφρόνησι γιὰ τὰ πλούτη, ἦλθε στὴν Καισάρεια, ὅπου ἔζησε σὲ ἕνα κελλί. Ἐφύλαξε παρθενία καὶ ἀπέφευγε τὶς ἀπολαύσεις καὶ τὶς φιλοδοξίες τῆς κοσμικῆς ζωῆς. Μίαν ἡμέρα ἐξῆλθε στὴν πόλι καὶ ἀναμίχθηκε μὲ τὸ πλῆθος χωρὶς νὰ γίνη γνωστή. Κοντὰ στὴν πύλη τῆς Τιπάσα, σὲ μιὰ πλατεῖα, βρισκόταν ἕνα ἄγαλμα τῆς Διάνας [ Ἀρτέμιδος, θεᾶς τοῦ κυνηγιοῦ]. Στα πόδια της ἔτρεχε μιὰ πηγὴ σὲ μιὰ μαρμάρινη λεκάνη. Στὴν θέα τοῦ εἰδώλου, ἡ εὐλογημένη Μαρκίεννα δὲν μπόρεσε νὰ μείνη ἀκίνητη καὶ ἔσπασε τὸ ἄγαλμα. Στὸ θέαμα αὐτὸ τὰ πλήθη ἐπλήσθησαν θυμοῦ. Ἄρχισαν νὰ κτυποῦν τὴν ἀδύναμη νεάνιδα καὶ νὰ τὴν δέρνουν» [...].
(Passion de Marcienne, στὸ V. Saxer, Id., 139-140).
Ἡ Μαρκίεννα ἐκτέθηκε στὰ θηρία καὶ ἀπέθανε ἀπὸ τὸ δάγκωμα μιᾶς λεοπάρδαλης.
*Ὁ Ἅγιος Σπερᾶτος ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ μὲ τὴν Ἁγία Βερονίκη. Oἱ Πράξεις τοῦ μαρτυρίου τους εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ ἀρχαιότερα κείμενα τῆς λατινικῆς χριστιανικῆς γραμματείας. Eἶναι γνωστοὶ μὲ τὸ ὄνομα Σκιλλιτανοὶ Μάρτυρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου