Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2019

Άγιος Νεομάρτυς Δημήτριος από την Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας. Ημέρα Μνήμης: 2 Ιουνίου.

Άγιος Νεομάρτυς Δημήτριος από την Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας. Ημέρα Μνήμης: 2 Ιουνίου.


Φρίττει σε Δημήτριε, καὶ πῦρ εἰκότως,
ὑπὲρ Θεοῦ θανόντα, Ὃν φρίττει κτίσις.

Μαρτύρησε στη Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας στις 2 Ιουνίου 1657.

Ο Άγιος καταγόταν από σπουδαία οικογένεια της Φιλαδέλφειας. Ο πατέρας του ήταν ιερεύς ο οποίος όμως εκοιμήθη ενώ ο Άγιος ήταν μικρό παιδί. Η πρεσβυτέρα μητέρα του τον ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».

Όταν ήταν όμως δεκατριών ετών, κάποιοι Τούρκοι, εκμεταλλευόμενοι την παιδική του αφέλεια, προσφέροντάς του τιμές, πλούτη και αξιώματα ή απειλώντας τον, κατάφεραν να τον εξισλαμίσουν. Τον πήρε δε στην υπηρεσία του ο πασάς της Φιλαδέλφειας. Κοντά στον πασά απέκτησε πολλή περιουσία, δόξα και τιμές. Ανήλθε μάλιστα στα υψηλότερα αξιώματα της στρατιωτικής ιεραρχίας. Αρραβωνιάστηκε και μία από τις πρώτες και ευγενέστερες κοπέλες της Φιλαδέλφειας.

Όταν όμως έφθασε στην ηλικία των είκοσι πέντε ετών, άρχισε, με τη χάρη του Θεού, να ενθυμείται την προγονική του πίστη και να την συγκρίνει με το Ισλάμ που είχε αποδεχθεί. Θρηνούσε για το πάθημά του, κατηγορούσε τον εαυτό του αλλά και πάλι σκεφτόταν ότι μπορεί να επανορθώσει το λάθος του με ομολογία και μαρτύριο, με τη βοήθεια των προγενεστέρων μαρτύρων.


Πήρε την απόφαση, προσευχήθηκε και πήγε μπροστά στον πασά και τους άλλους Τούρκους αξιωματούχους της Φιλαδέλφειας. Εκεί άρχισε την ομολογία του:

Είναι δώδεκα χρόνια τώρα που τυφλώθηκα και δεν έβλεπα το φως της Ορθοδοξίας, της πίστης μου, τώρα φωτίστηκε ο νους μου από το Άγιον Πνεύμα και κατάλαβα πως η θρησκεία των Αγαρηνών είναι μια απάτη και δεν υπάρχει σ’αυτήν καμία σωτηρία Γι’ αυτό κι εγώ την αρνούμαι και ομολογώ ότι προσκυνώ τον Χριστό ως αληθινό Θεό και είμαι Χριστιανός, όπως ήμουν και πριν και ονομάζομαι Δημήτριος. Για το όνομα και την αγάπη του Χριστού μου είμαι έτοιμος να θυσιαστώ και να πεθάνω. Λοιπόν μην αργοπορείτε αλλά κατακόψτε μου το σώμα, εγώ σέβομαι τον Χριστό μου που μ’ έσωσε και αποστρέφομαι τον προφήτη σας.

Αμέσως τον άρπαξαν, τον ξάπλωσαν κάτω και του έδωσαν τριακόσιους δεκαπέντε ραβδισμούς. Ο άγιος τους υπέμεινε χαρούμενος ψάλλοντας μεγαλόφωνα: Δόξα σοι ο Θεός ημών, δόξα σοι. Άγιε Δημήτριε, Άγιε Γεώργιε, βοηθήστε με. Πρόφθασε, Άγιε Νικόλαε.

Μετά τους ραβδισμούς τον έκλεισαν στη φυλακή μήπως αλλάξει γνώμη. Τη νύχτα μαζεύτηκαν οι μουσουλμάνοι δάσκαλοι μαζί με ένα μάγο και πήγαν στη φυλακή μήπως και τον μεταστρέψουν. Μάταια όμως, ο Άγιος μάρτυς παρέμενε σταθερός και ακλόνητος στην πίστη.

Όταν ξημέρωσε, ο πασάς τον έβγαλε από τη φυλακή και τον άφησε ελεύθερο. Ο Άγιος βλέποντας ότι στερήθηκε τη χαρά και τον στέφανο του μαρτυρίου λυπήθηκε πολύ. Χωρίς αργοπορία πήγε στον τούρκικο καφενέ και άρχισε να ελέγχει τους παρευρισκόμενους μεγαλόφωνα για την πίστη τους. Τους ονόμαζε πλανημένους και σκοτισμένους αφού δεν βλέπουν πως ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός και σωτήρας του κόσμου. Έβγαλε μάλιστα το σαρίκι που φορούσε στο κεφάλι και τον πράσινο μανδύα, χαρακτηριστικά της πίστης του Ισλάμ, και τα καταπατούσε.

Όρμησαν όλοι πάνω του με μανία και τον χτυπούσαν με ξύλα και με πέτρες μέχρι που έπεσε κάτω σαν νεκρός, ώστε πολλοί να νομίζουν πως πέθανε. Εκείνος όμως προσευχόταν νοερώς. Ακούγοντάς τους να συζητούν για να τον κάψουν, σηκώθηκε πάνω και τους λέει: έχω χρήματα να σας δώσω, ν’αγοράσετε ξύλα και να μη νομίζετε πως πέθανα, ο Χριστός μου με δυναμώνει. Κάποιος τότε τον χτύπησε με μια μαχαίρα στην πλάτη τρεις φορές τόσο που κάθε φορά η μαχαίρα έβγαινε εμπρός στο στήθος. Παρά τα θανατηφόρα αυτά χτυπήματα ο Άγιος δεν πέθαινε, με τη χάρη του Θεού. Ενώ τον πήγαιναν στον τόπο της εκτελέσεως, ένας άλλος τον χτύπησε με μια μαχαίρα στο κεφάλι, ώστε το πρόσωπό του χωρίστηκε στα δύο. Ο Άγιος, χωρίς να δειλιάσει, έπιασε με τα χέρια του τα δύο κομμάτια της κεφαλής του, σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό, επικαλέστηκε τον Άγιο Δημήτριο, τα πλησίασε και αμέσως ενώθηκαν. Βλέποντας εκείνος το θαύμα τον ξαναχτύπησε από το πίσω μέρος της κεφαλής και την χώρισε στα δύο. Και πάλι ο Άγιος τη θεράπευσε όπως προηγουμένως. Αντί να μετανοήσουν οι ανήμεροι βλέποντας αυτά τα θαυμάσια γεγονότα, τόσο περισσότερο σκλήραιναν τη στάση τους και έσπρωχναν τον άγιο να πάνε να τον κάψουν.

Εκεί που προχωρούσαν βλέποντας ο Άγιος μια εκκλησία μπήκε μέσα με πολλή ταπείνωση και ευλάβεια και με δάκρυα προσευχήθηκε: Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, προς εσένα έρχομαι σήμερον δια να γίνω θυσία σου και εις τας Άγίας σου χείρας παραδίδω το πνεύμα μου. Τότε οι δήμιοί του μην υποφέροντας άλλο να βλέπουν τον μάρτυρα τον θανάτωσαν κόβοντάς του και τα δυο πόδια. Ύστερα παίρνοντας ξύλα από ένα δημόσιο λουτρό, άναψαν φωτιά και έριξαν μέσα το Άγιο λείψανο για να το κάψουν. Η φωτιά όμως το σεβάστηκε, χωρίστηκε σε δύο μέρη και δεν το έκαιγε. Έριξαν πέντε στάμνες λάδι στη φωτιά για να καεί το σώμα του μάρτυρος, μάταια όμως. Τέλος απελπισμένοι πήραν τα σιδερένια εργαλεία του λουτρού, με τα οποία συνδαυλίζουν τα ξύλα για να καίγονται και κατέκοψαν το αθλητικότατο σώμα του αγίου μάρτυρος.

Μετά την τελείωσή του πολλές θεραπείες τέλεσαν και τελούν τα Άγια λείψανα του Αγίου Νεομάρτυρες Δημητρίου σε όσους τον τιμούν και επικαλούνται το όνομά του.

Έτερος βίος...

Ένας νέος φωνάζει στην πλατεία της πόλης. Πολλοί άνθρωποι μαζεύονται γύρω του. Τι διαλαλεί αυτός ο άνδρας και έχει προκαλέσει τόσο μίσος στα βλέμματα των μουσουλμάνων που τον ακούν; Διαλαλεί τον Χριστό, διαλαλεί την αγάπη και την ελπίδα της χριστιανικής πίστης. Και το όνομα αυτού του εικοσιπεντάχρονου είναι Δημήτριος. Είχε διαδοθεί η ιστορία του σαν ποτάμι στην πόλη της Φιλαδέλφειας, στη Μικρά Ασία.

Ο Δημήτριος καταγόταν από οικογένεια χριστιανική. Ο πατέρας του ήταν ιερέας και η μητέρα του ευσεβής πιστή. Όμως κάτι φριχτό συνέβη στα δεκατρία του χρόνια. Ήδη ορφανός από πατέρα, ο Δημήτριος προκάλεσε τον φθόνο των Τούρκων. Εκείνοι με τη βία τον πήραν και τον έκαναν μουσουλμάνο, τον εξισλάμισαν. Και ο έφηβος, μην μπορώντας να αντιδράσει, μπήκε στην υπηρεσία ενός μουσουλμάνου άρχοντα και αποδέχτηκε με βαριά καρδιά την καινούρια του πίστη.

Δώδεκα χρόνια πέρασαν από τότε. Ο Δημήτριος έγινε αξιωματικός του στρατού και απέκτησε πλούτη και εξουσία. Η γενναιότητα του στους πολέμους έγινε γρήγορα γνωστή σε όλη την επικράτεια. Η ζωή του απέκτησε ευκολίες πολλές. Όμως ο Δημήτριος δεν είχε ξεχάσει. Βαθιά μέσα στην καρδιά του είχε μελαγχολία και τύψεις αβάσταχτες.

Και τότε ήταν που τον ειδοποίησαν. Ένας Τούρκος επίσημος τον ήθελε για γαμπρό του. Θαύμαζε τόσο πολύ την ανδρεία του, την ομορφιά του, το κύρος του, που ήθελε να τον παντρέψει με την κόρη του. Κι αυτό ήταν που έκανε τον Δημήτριο να ραγίσει. Ξέσπασε σε λυγμούς. Θυμήθηκε τη μητέρα του και τις συμβουλές της. Θυμήθηκε τα παραδείγματα των αγίων με τα οποία μεγάλωσε. Θυμήθηκε τον πατέρα του, που του είχε διδάξει τα παραβολές του Χριστού, τη Σταύρωση και την Ανάστασή Του. Και τότε κατάλαβε: έπρεπε με κάθε τρόπο να ξεφύγει από τη μουσουλμανική πίστη. Δεν ήθελε πια το σαρίκι στο κεφάλι του ούτε τον θαυμασμό των Τούρκων. Ήθελε να ομολογήσει τον Χριστό, να δείξει σε όλο τον κόσμο πόσο περιφρονεί τον μουσουλμανισμό, να εξιλεωθεί.

Με θάρρος εμφανίστηκε μπροστά στον Τούρκο διοικητή. Και αυτή ήταν η πρώτη φορά που εκδήλωσε την αγάπη του για τον Χριστό και τη χριστιανική του πίστη, η πρώτη φορά που υποστήριξε δημόσια ότι ο μωαμεθανισμός είναι απάτη. Ακούγοντάς τον, οι Τούρκοι εξαγριώθηκαν. Τον άρπαξαν και τον πέταξαν σε ένα κελί. Ακόμα δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι ο «δικός τους» αξιωματικός είχε γυρίσει στην παλιά του θρησκεία.

Ο διοικητής δεν θα το άφηνε να περάσει έτσι. Όλο το βράδυ έστελνε στο κελί του Δημητρίου ιεροδιδασκάλους, διάφορους συμβούλους, ακόμα και «μάγους» προκειμένου να τον πείσουν να ασπαστεί ξανά τη θρησκεία τους. Όμως, όσο και να προσπαθούσαν, ο Δημήτριος ήταν σταθερός σαν βράχος. Είχε ξυπνήσει ολότελα μέσα του η χριστιανική πίστη.

Κάποτε ξημέρωσε. Ο διοικητής απογοητευμένος, βλέποντας ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο και ότι ο φυλακισμένος ήταν αμετάπειστος, τον έβγαλε από το κελί του και τον άφησε να φύγει. Όμως ο Δημήτριος δεν μπορούσε να ησυχάσει πια. Έπρεπε να διακηρύξει τον Χριστό, ποθούσε το μαρτύριο. Έτσι, κατευθύνθηκε προς το κοντινό καφενείο της Φιλαδέλφειας, στην κεντρική πλατεία. Άρχισε να φωνάζει με πάθος για τον Θεό της αγάπης. Τα μάτια των παρευρισκόμενων Τούρκων γέμισαν θυμό και μίσος. «Καθώς καταπατώ αυτά που είναι σημάδια της δίκης σας πίστης, έτσι καταπατώ και την πίστη και τον νόμο σας και αρνούμαι αυτήν και την αποστρέφομαι», φώναξε ο εικοσιπεντάχρονος πετώντας το σαρίκι από το κεφάλι του και βγάζοντας από πάνω του το πράσινο τούρκικο ρούχο.

Και τότε ήταν που οι Τούρκοι εξαγριωμένοι όρμησαν καταπάνω του και άρχισαν να τον χτυπούν με ξύλα και με πέτρες. Κάποιος Τούρκος βγάζει μαχαίρι. Το πνεύμα του αγίου παραδίδεται στα χέρια του Θεού. Ακόμα ένας νεομάρτυρας κερδίζει τη Βασιλεία των Ουρανών. Η εκκλησία τιμά τη μνήμη του αγίου νεομάρτυρα Δημητρίου από τη Φιλαδέλφεια, κάθε χρόνο, στις 2 Ιουνίου.

Έτερος βίος...

Ο Άγιος Δημήτριος γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας, από γένος επίσημο. Ο πατέρας του ήταν Ιερέας και ονομαζόταν Δούκας (ή Δόγκας).

Όταν πέθανε ο πατέρας του, η μητέρα του εξακολούθησε να τον ανατρέφει εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Σεμνός και ωραίος καθώς ήταν, κίνησε τον φθόνο των Τούρκων, που εκμεταλλευόμενοι το νεαρό της ηλικίας του, ήταν 13 ετών, τον εξισλάμισαν. Μπήκε στην υπηρεσία κάποιου πρόκριτου Τούρκου της Φιλαδέλφειας και απόκτησε μέσα σε λίγο χρόνο μεγάλη περιουσία. Για τη φήμη της ανδρείας του στους πολέμους μαζί με τους Τούρκους, δέχτηκε την πρόταση, να παντρευτεί την κόρη ενός Τούρκου επισήμου. Αλλά λίγο πριν το γάμο, αισθάνθηκε τύψεις συνειδήσεως για την εξώμοσή του και έτσι αποφάσισε να επανέλθει στη χριστιανική πίστη.

Σε ηλικία λοιπόν 25 ετών, παρουσιάστηκε επίσημα μπροστά στον Τούρκο διοικητή και παρουσία πολλών Τούρκων επισήμων, δήλωσε, ότι θεωρεί απάτη τη μωαμεθανική θρησκεία και γι' αυτό την αρνείται και αποδέχεται τον Χριστό. Τότε, όλοι όσοι ήταν εκεί όρμησαν και τον έδειραν ανελέητα και με διαταγή του διοικητή, τον φυλάκισαν.

Κατά τη διάρκεια της νύχτας, ο διοικητής έστειλε Ιεροδιδασκάλους, που με συμβουλές και άλλους τρόπους προσπάθησαν να επαναφέρουν τον Δημήτριο στον μωαμεθανισμό. Ο Δημήτριος ποθώντας το μαρτύριο έμεινε αμετάπειστος στην απόφαση του. Ο διοικητής, επειδή δεν ήθελε τον θάνατο του Δημητρίου, τον αποφυλάκισε.

Όμως, ο Δημήτριος, για να εξιλεωθεί από το αμάρτημα της αποστασίας του, μπήκε σ' ένα καφενείο και άρχισε να ελέγχει μπροστά σε πλήθος Τούρκων, μία προς μία τις πλάνες της μωαμεθανικής θρησκείας. Κατόπιν έβγαλε το λευκό σαρίκι από το κεφάλι και το πράσινο τούρκικο ρούχο του, και τα ποδοπάτησε λέγοντας: «Καθώς καταπατώ αυτά που είναι σημάδια της δίκης σας πίστης, έτσι καταπατώ και την πίστη και τον νόμο σας και αρνούμαι αυτή και την αποστρέφομαι». Εξοργισμένοι οι Τούρκοι από τα λόγια αυτά του Δημητρίου, όρμησαν επάνω του και αφού τον έριξαν στο έδαφος, άρχισαν να τον χτυπούν με πέτρες και ξύλα. Οι Τούρκοι νόμισαν ότι ήταν νεκρός και αποφάσισαν να τον ρίξουν στη φωτιά. Αλλά ο Δημήτριος συνήλθε από τη λιποθυμία και είπε στους βασανιστές του «έχω χρήματα να σας δώσω να αγοράσετε ξύλα να με κάψετε». Ακόμα πιο οργισμένοι οι Τούρκοι από τα λόγια αυτά, άρχισαν να τον χτυπούν με μαχαίρια, μέχρι που ο μάρτυρας παρέδωσε το πνεύμα του την 2α Ιουνίου 1657 μ.Χ. Γεμάτοι θυμό οι Τούρκοι, προσπάθησαν να κάψουν το λείψανο του μάρτυρα. Επειδή όμως δεν το κατάφεραν, το διαμέλισαν χτυπώντας το με βαριά σίδερα.

Απολυτίκιον
Ήχος πλάγιος α΄
Το νεόφωτον άστρον Χριστού της πίστεως, Φιλαδελφείας τον γόνον, εν τοις εσχάτοις καιροίς, ευσεβείας ουρανόν καταφωτίσαντα πόθω ανδρείας αστραπαίς και υπ όχλου ακλινώς ως θύμα σφαγιασθέντα μέλψωμεν θείας πρεσβείας αυτού πρός Κύριον δεχόμενοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου