Όσιος και Θεοφόρος Πατήρ ημών Γεράσιμος, ο Νέος Ασκητής ο εν Κεφαλληνία. Ημέρα Μνήμης: 16 Αυγούστου και 20 Οκτωβρίου (Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων).
Γέρα πρέπουσι Γερασίμῳ τῷ νέῳ,
Τῷ τοῖς γέρασι τῶν παλαιῶν στεφθέντι.
Γεράσιμος κάλλιστον ήρατο στέφος,
Eκ της άνωθεν δεξιάς του Kυρίου.
Η ιστορία της Εκκλησίας κατά τον 16ο αιώνα είναι γεμάτη γεγονότα που επισώρευσαν σε αυτήν και την πατρίδα η Τουρκοκρατία και η Ενετοκρατία. Υψηλός ήταν ο φόρος του αίματος που πλήρωνε η πατρίδα μας στον Τούρκο δυνάστη, και μεγάλες οι απώλειες του ποιμνίου από την προπαγάνδα των Καθολικών στα Ενετοκρατούμενα νησιά. Οι δύο πόλοι που συμπίεζαν ασφυκτικά τα πράγματα ήταν ο σκοταδισμός που επέβαλλαν οι Οθωμανοί και η αλλοτρίωση που προκαλουσαν οι Ενετοί.
Ωστόσο ο 16ος αιώνας είναι και αιώνας πνευματικής αναγεννήσεως. Τότε έζησαν και έδρασαν οσιακές μορφές της Εκκλησίας μας που αγωνίσθηκαν όντως ηρωϊκά για την διατήρηση της Ελληνορθοδόξου παραδόσεως ιδρύοντας μοναστήρια-προπύργια πνευματικής αντιστάσεως μέσα στην γενικότερη αρνητική κατάσταση.
Τέτοιοι Άγιοι ιδρυτές Μονών ήταν ο Άγιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω (23 Ιανουαρίου), ο Άγιος Νικάνωρ ο εν τω όρει Καλλιστράτω ασκήσας (7 Αυγούστου), ο Άγιος Δαυίδ ο εν Ευβοία (1η Νοεμβρίου), ο Άγιος Γεράσιμος ο εν Κεφαλληνία (16 Αυγούστου), ο Άγιος Διονύσιος ο εν Ζακύνθω (17 Δεκεμβρίου) κ.α. Οι Μονές τους συνεχίζουν μέχρι σήμερα το έργο που ξεκίνησαν οι ίδιοι…
Η Ενετοκρατία στην Κεφαλλονιά διήρκεσε 300 χρόνια (1500-1799). Από τις πρώτες φωνές διαμαρτυρίας εναντίον της ήταν ο σιωπηλός νέος ασκητής του νησιού Γεράσιμος, ο οποίος με την κοινοβιακή Μονή που ίδρυσε δυναμίτισε πραγματικά τα θεμέλια του ενετικού καθεστώτος που επέβαλε την φεουδαρχία, τον ρατσισμό, την ταξική διαφορά, το πνεύμα του παπισμού.
Ξεκινάμε το βιβλίο μας αυτό με τον βίο του, όχι μόνο επειδή από την παιδική μας ηλικία διακονήσαμε στην Μονή[1], αλλά και διότι η αγία του μορφή υπήρξε πρωτοπόρος και ανέπλασε τον μοναχισμό του νησιού και της Ελλάδος κατά τα ζοφερά εκείνα χρόνια και ακολούθως. Το παράδειγμα της Μονής Του σφράγισε όλες τις Μονές του νησιού και με την Χάρη του λειψάνου Του γεννήθηκαν μοναχικές κλήσεις και αναγεννήσεις συνειδήσεων.
Ο Άγιος Γεράσιμος υπήρξε γόνος της αριστοκρατικής οικογένειας των Νοταράδων, οι οποίοι κατάγονταν από την Μονεμβασία και ήταν γνωστοί με το όνομα «Σοφιανός». Κατά τον 13ο αιώνα εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και αρκετοί από αυτούς υπηρετούσαν ως πολιτικοί και διπλωμάτες στον Αυτοκράτορα Μιχαήλ τον Η΄. Ένας από αυτούς διακρίθηκε ως Νοτάριος στο Παλάτι, και πήρε το επώνυμο «Νοταράς», δηλωτικό του επαγγέλματός του. Ο γιός του πρώτου Νοταρά, Νικόλαος, έγινε Πρεσβευτής και Μέγας Διερμηνεύς του Κράτους και έτσι η οικογένεια των Νοταράδων βρέθηκε στα ανάκτορα γιατί ο Νικόλαος παντρεύτηκε την κόρη του Αυτοκράτορα Ιωάννου του Παλαιολόγου.
Ο γιός του, Αγγελής Νοταράς, έφθασε στην Κόρινθο μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως και εγκαταστάθηκε στα Τρίκαλα. Το άσημο αυτό χωριό έγινε από τότε προπύργιο της Επαναστάσεως, διότι εδώ γεννήθηκαν μεγάλοι άνδρες του Γένους και της Εκκλησίας. Αναφέρουμε ακόμη οτι ο προπάππος του Αγίου Γερασίμου, Λουκάς Νοταράς, διατέλεσε βοηθός του Δεσπότου του Μυστρά Κωνσταντίνου και χρημάτισε Δρουγγάριος, Διερμηνέας, Μεσάζων και Μέγας Δούκας στην Κωνσταντινούπολη και τελικά πρωθυπουργός. Μαρτύρησε κατά τα γεγονότα της Αλώσεως. Ο εγγονός του Δημήτριος παντρεύτηκε την ενάρετη Καλή, με την οποία απέκτησαν δύο γιούς, τον Άγγελο (1503-1585) και τον Άγιο Γεράσιμο (1506/1509-1579), που βαπτίστηκε πιθανώς ως Γεώργιος.
Από την ίδια οικογένεια προήλθαν αργότερα ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Χρύσανθος (1707-1731)[2], ο Μητροπολίτης Εφέσου Μακάριος (1779-1798), ο Αρχιεπίσκοπος Κορίνθου Άγιος Μακάριος (1731-1805), οι οπλαρχηγοί Πανούτσος, Σωτήριος, Γιάννης, ο φιλικός Γεωργαντάς Νοταράς κ.α.
Ο Άγιος Γεράσιμος πήρε πλουσιότατη μόρφωση και από νεαρή ηλικία πόθησε να αφιερωθεί στον Χριστό. Για τον σκοπό αυτόν εγκατέλειψε την γενέτειρά του και πήγε στην Ζάκυνθο, οπου συνδέθηκε πνευματικά με τον μεγαλύτερο θεολόγο του 16ου αιώνα, τον λόγιο μοναχό Παχώμιο Ρουσάνο. Ο ευσεβής αυτός άνδρας τον κατάρτισε ακόμη περισσότερο στα θεολογικά γράμματα και στην μοναχική ζωή. Στην συνέχεια επισκέφθηκε την Ρούμελη, την Θεσσαλία, όπου προσκύνησε τα Μετεωρικά Μοναστήρια, την Μακεδονία και μέσω της Θράκης πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου προσκύνησε τους τάφους των προγόνων του και από εκεί στην Προποντίδα και την Χαλκηδόνα. Κατά την επιστροφή του αναζήτησε την πνευματική τελείωση στο Αγιώνυμον Όρος του Άθωνος, όπου και έγινε μεγαλόσχημος μοναχός.
Ασκήθηκε στην Ιερά Μονή Ιβήρων, στην έρημο της Καψάλας και στην Σκήτη της Αγίας Άννης, όπου σώζεται το σπήλαιο της ασκήσεώς του (κελλίον Αγίου Βασιλείου). Επόμενος σταθμός της ζωής του ήταν οι Άγιοι Τόποι για δώδεκα συναπτά χρόνια. Ως Αγιοταφίτης αδελφός είχε το διακόνημα του «κανδηλάπτου». Από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Γερμανό Β’ (1534-1579) χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος, και χειροθετήθηκε αρχιμανδρίτης και πνευματικός. Για πνευματική ανανέωση αποσυρόταν σε Μονές στην έρημο του Ιορδάνου. Εκεί κατά μίμηση του Κυρίου έμεινε τελείως νηστικός για σαράντα ημέρες. Αργότερα με Πατριαρχική εντολή πήρε μέρος σε αποστολές στην Συρία και την Αίγυπτο και προσκύνησε στην περίφημη Μονή της Αγίας Αικατερίνας στο Σινά. Από εκεί περιόδευσε την Αντιόχεια, την Λιβύη και την Αλεξάνδρεια και συναναστράφηκε με αγίους και ενάρετους κληρικούς και μοναχούς. Η μεγαλόνησος Κρήτη στην συνέχεια προσέφερε ησυχαστικό καταφύγιο στον Άγιο και μετά από αυτήν η αγαπημένη του Ζάκυνθος, όπου ασκήθηκε σε σπήλαιο κοντά στο χωριό Πλεμονάριο για πέντε χρόνια. Η παράδοση τον θέλει να αναλαμβάνει πνευματικός και να ποδηγετεί τον νεαρό Δραγανίγο Σιγούρο, τον μετέπειτα Άγιο Διονύσιο, προστάτη της Ζακύνθου.
Το έτος 1555 πηγαίνει στην Κεφαλλονιά και ασκείται σε σπήλαιο κοντά στο Αργοστόλι και στην τοποθεσία Σπήλια για έξι περίπου χρόνια. Η επιθυμία της ησυχίας τον οδηγεί στην τοποθεσία Μαλά ή Ομαλά στους πρόποδες του Αίνου. Εκεί βρήκε κάποια ερειπωμένη Μονή της Θεοτόκου που υπήρχε ήδη από τις αρχές του 13ου αιώνα.
Μετά από θείο όραμα ανεύρε την λίθινη εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου με την λατινική επιγραφή “Sancta Maria di Herusalem” (= Αγία Μαρία της Ιερουσαλήμ) την γνωστή ως «λιθοπούλα» (που δυστυχώς έχει κλαπεί). Έπειτα ανακαίνισε τον Ναό και επισκεύασε ορισμένα κελλιά. Αυτά παραχωρήθηκαν από τον ιδιοκτήτη και διαχειριστή του χώρου ιερομόναχο Γεώργιο Ρόζαρη-Βάλσαμο, ο οποίος ενίσχυσε οικονομικά την ανακαίνιση, όπως φαίνεται από το σχετικό έγγραφο με ημερομηνία 1 Σεπτεμβρίου 1561. Στο πνευματικό δημιούργημα του Άγίου δόθηκε το ονομα «Νέα Ιερουσαλήμ». Βαθιά μέσα του ο Άγιος ιδρύοντας γυναικεία Μονή ήξερε ότι οι γυναίκες σαν σταθερός φορέας πολιτισμού θα μπορούσαν να αναπτύξουν τεράστια δυναμική στον επανευαγγελισμό του λαού και να διδάξουν την κοινοβιακή μοναχική πολιτεία όχι μόνο σε όλες τις μονές αλλά και στην τοπική κοινωνία που καταδυνάστευε η άρχουσα τάξη των ευγενών. Πρώτες στην αδελφότητα μπήκαν οι δύο αδελφές του ιερομονάχου Γεωργίου.
Ο αριθμός των μοναζουσών έφθασε τις εικοσιπέντε, ενώ πρώτη Ηγουμένη αναδείχθηκε από τον Όσιο η ενάρετη μοναχή Λαυρεντία. Ο Άγιος Γεράσιμος γεμάτος από το Άγιο Πνευμα σπούδασε πρακτικά την επιστήμη της μοναχικής ζωής, έγινε ο γνήσιος εκφραστής του κοινοβιακού ρωμαίϊκου μοναχισμού, που αποτελεί την κατ’ εξοχήν μορφή δομήσεως του Ορθόδοξου μοναχισμού. Του τρόπου ζωής δηλαδή κατά την πατερική κοινωνική παράδοση, η οποία προβλέπει την ισότητα των ανθρώπων, την κοινοκτημοσύνη, την φιλαδελφία και την ενότητά τους εν Χριστώ γι’ αυτό και ο Άγιος θεωρείται κοινωνικός αναμορφωτής κατά την περίοδο διακυβερνήσεως του νησιού από την Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Ενετίας. Το κοινοβιακό μοναστήρι του Αγίου υπήρξε πνευματικό ορμητήριο για τον καταρτισμό ιερομονάχων, ιερέων και μοναχών, όπως και πλήθους λαϊκών από όλο το νησί και την γειτονική Ιθάκη, οι οποίοι διδάχθηκαν τα γράμματα και την αγιοπνευματική ζωή και εμπειρία και έτσι ονομάσθηκαν μαθηταί του Αγίου. Μερικοί από αυτούς ήταν οι επιφανείς Κεφαλλήνες Ιωάννης Τσιμάρας, Πέτρος Κόμης, Θεόδωρος Χαλικιόπουλος και Αντώνιος Βάλσαμος. Ο δε Άγιος έμεινε γνωστός ως «κύρ-δάσκαλος» όπως τιμητικά τον προσφωνούσαν. Γι’ αυτό και η Μονή έγινε παιδευτική κιβωτός του Γένους και της Εκκλησίας.
Στο μοναστήρι αυτό ο Άγιος εργάσθηκε χειρωνακτικά. Φύτευσε τρία μεγάλα πλατάνια και άνοιξε τρία μεγάλα πηγάδια και τριάντα επτά μικρότερα για ωφέλεια της άνυδρης περιοχής και έκτισε δύο αλώνια.
Ασκητήριό του έγινε ένα υπόγειο σπήλαιο που χωρίζεται με ένα στενό άνοιγμα σε δύο χώρους. Για τριάντα χρόνια ο Άγιος δεν έφαγε καθόλου ψωμί. Η λιτότατη τροφή του ήταν βρεγμένα όσπρια και ανάλατη ωμή κολοκύθα.
Με αγάπη και διάκριση νουθετούσε τα πνευματικά του παιδιά λέγοντας χαρακτηριστικά: «Τεκνία, ειρηνεύετε εν εαυτοίς και μη τα υψηλά φρονείτε».
Όταν το νησί πλήγηκε από ανομβρία, όλοι πρόστρεξαν στον Άγιο. Εκείνος προσευχήθηκε ταπεινά και έτσι ήρθε από τον ουρανό το θείο δώρο της βροχής. Με την προσευχή του Αγίου έγιναν πολλά θαύματα και έτσι ο ίδιος και η Μονή Του έτυχαν του καθολικού σεβασμού.
Κατά το έτος 1571 ο Άγιος έζησε τα γεγονότα επιδρομής του υπό οθωμανική μοίρα στόλου εναντίον της Κεφαλλονιάς κατά μήνα Ιούλιο. Η βίαιη αυτή πολεμική πράξη ήταν πρόδρομος της ναυμαχίας των Εχινάδων-Κουρτζουλάρων της γνωστής με το όνομα «ναυμαχία της Ναυπάκτου» που ξέσπασε στις 7 Οκτωβρίου την ίδια χρονιά.
Η ευαίσθητη καρδιά του Αγίου τρώθηκε από πόνο καθώς μέσα του ξύπνησαν μνήμες της άλωσης της Βασιλεύουσας, των μαρτυρίων των προγόνων του, της προσφυγιάς, της δυστυχίας. Κατ’ εκείνα τα χρόνια η Κεφαλλονιά βρισκόταν υπό την Ενετική κυριαρχία η οποία μαχόταν την Ορθόδοξη Εκκλησία και προκαλούσε στον λαό διχασμό με την ταξική διαφορά που επέβαλε (αναγραφή των «ευγενών» στο libro d’ oro). Έτσι κατόπιν προσευχής ο Άγιος Γεράσιμος κατάλαβε βαθιά μέσα του ότι πρέπει να βοηθήσει τον τόπο του να αντιπαρέλθει την κρίση. Και παρ’ όλο ότι ήταν μέσα του βαθιά αντι-οθωμανός όσο και αντι- λατίνος, συνειδητοποίησε οτι πρέπει να αναλάβει την ανάλογη στάση. Γι’ αυτό και ευλόγησε τον στόλο των «Ηνωμένων Χριστιανικών Δυνάμεων» που ξεκίνησε από την Σικελία στις 16 Σεπτεμβρίου 1571 και έφθασε στην Κεφαλλονιά μετά από ενα δεκαήμερο.
Ο Σουλτάνος Σελίμ Β΄, υιός του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, είχε επιβάλλει την παρουσία του στην Μεσόγειο καταλαμβάνοντας την Κύπρο, αιματοκυλώντας τα χριστιανικά κράτη και αναστατώνοντας την Δύση, συνεχίζοντας την πορεία αίματος του πατέρα του. Ούτε μπορούσε να αντιληφθεί ότι, ο υπό τον πανίσχυρο Καπουδάν-πασά Αλή Ζαζέ μουεζινζιντέ ανίκητος στόλος του τον οποίο συνέδραμε ο αιγυπτικός και ο αλγερινός στόλος, έμελλε να υποστεί πανωλεθρία στις Εχινάδες νήσους στην θέση που οι Ενετοί καλούσαν «Κόλπος της Ναυπάκτου». Σώθηκαν 35 από τα 280 πλοία τους, σκοτώθηκαν οι 30 από τις 47 χιλιάδες άνδρες τους και αιχμαλωτίσθηκαν 15.000! Ο χριστιανικός στόλος είχε 8 χιλιάδες νεκρούς και απώλεσαν 15 γαλέρες. Στον ρωμαιοκαθολικό ναό της Santa Maria della Vittoria στο Αργοστόλι θάφτηκαν πολλοί νεκροί της ναυμαχίας που στην πλειονότητά τους ήταν Έλληνες.
Ο μαθητής του Αγίου Ιωάννης Τσιμάρας έλαβε μέρος στην Ναυμαχία και ενημέρωσε τον Άγιο για την έναρξή της φεύγοντας για να πολεμήσει. Τότε ο Άγιος απομακρύνθηκε από την Μονή και ανέβηκε στο βουνό όπου γονάτισε με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό προσευχόμενος ολοκάρδια για την αίσια έκβαση της ναυμαχίας. Γνώριζε ότι αν νικούσαν οι Οθωμανοί, όλη η Ευρώπη θα έπεφτε στα χέρια τους. Οπότε, η νίκη των Χριστιανών, είχε υψίστη ιστορική σημασία για τους λαούς της Ευρώπης. Το εκλεκτό σκεύος του Παρακλήτου, ο Άγιος Γεράσιμος, επιδόθηκε σε εκτενή προσευχή. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα και βγήκε από τον χώρο και τον χρόνο. Μεταφέρθηκε εν πνεύματι στον θρόνο του Θεού αναφέροντας το αίτημά του και εξιλεώνοντας με την καθάρια ψυχή του όλο τον λαό. Από την έκσταση αυτή επανήλθε και κατέβασε τα χέρια του μόνο οταν επέστρεψε το πρώτο πολεμικό πλοίο αναγγέλοντας την νίκη του ενωμένου Χριστιανικού στόλου…
Την θαυμαστή αυτή προσευχητική παρέμβαση του Αγίου πιστοποιούν τέσσερις από τις διασωζόμενες ιστορικές εικόνες του: στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Φαρακλάτων (ο Άγιος γονυκλινής-δεόμενος), στην Ιερά Μονή Κηπουραίων (στην τρίμορφη εικόνα των λειψάνων των Αγίων Σπυρίδωνος, Διονυσίου, Γερασίμου, ο Άγιος στο κάλυμμα της λάρνακάς του φαίνεται δεόμενος πάνω από τον κόλπο της ναυμαχίας), στον Ιερό Ναό Αγίου Παντελεήμονος Σάμης (ο Άγιος δεόμενος κατά της επιδρομής των Αγαρηνών) και στον Ιερό Ναό Παναγίας της Λουτριώτισσας στην Σάμη (στο κέντρο της πολύμορφης εικόνας δεσπόζει η δεξιοκρατούσα Παναγία· στα αριστερά της βρίσκεται ο Άγιος Γεράσιμος ενώ επάνω του υπάρχει πλοίο με σπασμένα κατάρτια και φοβερή τρικυμία. Στα δεξιά της Παναγίας υπάρχει ο ρωμαιοκαθολικός Άγιος Αντώνιος της Padova και πάνω του ένας Αρχάγγελος. Η εικόνα δείχνει μέσω της «σύμπραξης» των Αγίων και την «σύμπραξη» του στόλου).
Σχετικά με το θαύμα αυτό διαβάζουμε στην αίτηση αγιοκατατάξεως του Αγίου Γερασίμου το 1620: «Πιστεύεται βεβαίως παρά πάσι τοις ενταύθα Χριστιανοίς διαφυλαχθήναι την νήσον ταύτην αναιχμαλώτιστον εν τω καιρώ της των Αγαρηνών μάχης, διά προσευχής του αυτού πατρός». Ανάμεσα στους υπογράφοντες ήταν και ο μαθητής του Αγίου Ιωάννης Τσιμάρας, όπως προαναφέραμε, μαζί με τον πατέρα του Μάρκο-Αντώνιο οι οποίοι ήταν κυβερνήτες πλοίου κατά την ναυμαχία.
Ο Άγιος Γεράσιμος συμπερασματικά με την επί γής παρουσία του συνέδεσε περαιτέρω τον λαό της Κεφαλληνίας με το ευρύ Γένος της οθωμανοκρατούμενης Ρωμηοσύνης και των άλλων Ορθοδόξων. Ισχυροποίησε, επίσης, την σχέση της με το Εθναρχικό Κέντρο, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που σε όλη την διάρκεια της μακρόσυρτης δουλείας αναδείχθηκε σε Κυρηναίο του Γένους, αίροντας τον σταυρό του Πάθους του.
Κοιμήθηκε εν Κυρίω στις 15 Αυγούστου 1579, γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και της Μονής Του, πράγμα που παρακαλούσε και ο ίδιος στην προσευχή Του. Ενταφιάσθηκε νότια του Καθολικού της Μονής. Μετά από δύο χρόνια κάποια δαιμονισμένη γυναίκα που ποθούσε την θεραπεία της ήρθε στην Μονή. Κάποια νύκτα ο πονηρός δαίμονας κατακρήμνισε την δύστυχη γυναίκα στο πηγάδι της Μονής για να την πνίξει. Εκείνη την στιγμή οι μοναχές άκουσαν την γλυκιά φωνή του Αγίου να τις προτρέπει να τρέξουν στην αυλή. Εκεί βρήκαν την γυναίκα να στέκεται βρεγμένη και με ανοικτά τα πόδια στα χείλη του πηγαδιού, διηγούμενη με δάκρυα ό,τι έγινε για την σωτηρία της με την μεσιτεία του θαυματουργού Αγίου. Εκείνος την τράβηξε από τα μαλλιά και την ελευθέρωσε από το ακάθαρτο πνεύμα…
Το μεγάλο αυτό θαύμα και μερικά αλλα οδήγησαν την τοπική Εκκλησία στην απόφαση να κάνει την εκταφή του Οσίου Πατρός. Στις 20 Οκτωβρίου 1581 η γη απέδωσε το λείψανό του σώο και ευωδιάζον. Δυσπιστίες, διαφωνίες αλλά και διαμάχες Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών - οι οποίοι στενοχωρήθηκαν από το μεγάλο θαύμα της αφθαρσίας του Αγίου - ανάγκασαν τον Πατριαρχικό Έξαρχο, Μητροπολίτη Φιλαδελφείας Γαβριήλ Σεβήρο να κάνει ξανά την ταφή του ιερού σκηνώματος, ώσπου να περάσει η κανονική τριετία. Στις 20 Οκτωβρίου 1582 έγινε η δεύτερη ανακομιδή του Αγίου.
Έκτοτε προσκυνείται για περισσότερα από πεντακόσια χρόνια μαρτυρώντας με την αφθαρσία, την ευωδία και την θαυματουργία του τα μεγαλεία και την δόξα του Θεού. Το λείψανο είναι ντυμένο με τα ιερατικά άμφια της ταφής του Αγίου και εκτίθεται προς προσκύνηση μέσα σε κρυστάλλινη λειψανοθήκη, η οποία ενσωματώνεται σε μεγαλύτερη, αργυρή περίτεχνη λάρνακα. Αυτή βρίσκεται στον τάφο του Αγίου, ο οποίος με το πέρασμα του χρόνου περιλήφθηκε στον χώρο του παλαιού Καθολικού της Μονής.
Η αγιοκατάταξη του Αγίου έγινε επί Πατριαρχίας Κυρίλλου Λουκάρεως (1620-1638) μετά από εμπεριστατωμένες αναφορές του πρώην Μαΐνης Ιερεμίου του και επί 50 χρόνια Ηγουμένου της Μονής της Νέας Ιερουσαλήμ. Συνυπέγραψε και ο Επίσκοπος Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης Παχώμιος, πολλοί κληρικοί και μαθητές του Αγίου. Ο Πατριάρχης ανέθεσε στον λόγιο Θεόφιλο Κορυδαλλέα την σύνταξη σχεδίου Πατριαρχικού Σιγιλλίου με το οποίο ο Άγιος γράφτηκε στις αγιολογικές δέλτους της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας με εορτασμό της μνήμης του την 16η Αυγούστου και εορτασμό της ανακομιδής του τιμίου σκήνους του την 20ή Οκτωβρίου.
Τρία χρόνια μετά την αγιοκατάταξη του Αγίου (το έτος 1625), τυπώθηκε στο Λονδίνο με επιμέλεια και δαπάνη του Επισκόπου Ιερεμίου η πρώτη βιογραφία του Αγίου βάσει της οποίας ο Ιερομόναχος Μητροφάνης ο Ναύπλιος συνέταξε την πρώτη Ακολουθία του Αγίου που τυπώθηκε στην Βενετία το 1704. Άλλη Ακολουθία συνέταξε ο Ζακύνθιος Ιερέας Νικόλαος Γαβριηλόπουλος που εκδόθηκε στην Βενετία το 1718 ενώ στις μέρες μας Ακολουθία και έτερα υμνογραφήματα συνέταξε ο Γέροντας Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Η τοπική Εκκλησία γιορτάζει τον Άγιο Γεράσιμο από τις 16 εως τις 23 Αυγούστου και από τις 20 εως τις 26 Οκτωβρίου. Κατά τις ημέρες αυτές, όπως και την περίοδο από το Σάββατο του Λαζάρου ως και την Κυριακή του Θωμά, ο Άγιος παραμένει όρθιος μέσα στην κρυστάλλινη λειψανοθήκη και μπροστά στην νότια θύρα του Ιερού Βήματος. Στις 16 Αυγούστου, στις 20 Οκτωβρίου και την Κυριακή του Θωμά λιτανεύεται εώς τον Μεγάλο Πλάτανο και τοποθετείται επάνω στο Πηγάδι. Τότε συμβαίνει το εξής παράδοξο: υπερχειλίζει το νερό του πηγαδιού και ο πλάτανος χαμηλώνει τα κλαδιά του. Έτσι οι πιστοί παίρνουν νερό για αγίασμα και φύλλα για φυλακτά. Στις 23 Αυγούστου και στις 26 Οκτωβρίου λιτανεύεται ως τα αλώνια. Τότε θεραπεύονται πολλοι ασθενείς, ιδιαίτερα μάλιστα δαιμονισμένοι.
Στην Μονή σώζεται και μία προσωπική εικόνα του Αγίου, όπως και Σταυρός Αγιασμού που ανήκε στον Άγιο.
Η εικόνα της Παναγίας ανήκει αγιογραφικά στον τύπο η «Αμόλυντος» και βρισκόταν κρεμασμένη στο Δοχειό της Μονής. Λιτανεύεται δε πριν από το σκήνωμα του Αγίου σύμφωνα με παλαιότατη παράδοση. Μπροστά στην εικόνα αυτή είδε σε όνειρο η δοχειάρισσα μοναχή Ακακία από τα Ζερβάτα Σάμης Κεφαλληνίας τον Άγιο Γεράσιμο να παίρνει ευλογία-εντολή της Υπεραγίας Θεοτόκου να απαλλάξει το νησί από το θανατικό του 1760. Κρατούσε ο Άγιος ένα απλωμένο χαλί και με την ράβδο του μάζευε την ασθένεια σαν λεπτότατο βαμβάκι και στην συνέχεια την σκόρπιζε στον αέρα.
Το 1780 ο Ιεροδιάκονος Νεόφυτος από τα Καλάβρυτα που υπέφερε από σεληνιασμό ήρθε στην Μονή και παρέμεινε για ένα χρόνο προσευχόμενος και τρώγοντας μόνο ψωμί και νερό. Ο Άγιος τον θεράπευσε και εκείνος χειροτονήθηκε ιερέας και εξυπηρέτησε την Μονή για πολλά χρόνια ως εφημέριος. Στα 1785 μία μητέρα από την Κατοχή έφερε στην Μονή την κωφάλαλη κόρη της Σωσάννα που υπέφερε από δαιμονικές κρίσεις. Μετά ένα χρόνο η κόρη άρχισε να φωνάζει με άναρθρες κραυγές, να κάνει φασαρίες, να υβρίζει, να διακόπτει την λειτουργία. Παρ’ όλες τις συστάσεις του ιερομονάχου Νεοφύτου, η κόρη δεν σταματούσε και έτσι εκείνος την χαστούκισε δυνατά. Το ιδιο βράδυ είδε στον ύπνο του ότι άνοιξε η λάρνακα και του έκανε ο Άγιος νόημα να πλησιάσει. Μόλις πλησίασε ο Άγιος τον χτύπησε δυνατά στο κεφάλι με το βιβλίο που κρατούσε στα χέρια του και τον ρώτησε: «Πόνεσες; Έτσι με πόνεσε καί μένα το χαστούκι που έδωσες χθες στον εσπερινό. Σήκω να διαβάσεις τον Όρθρο καί μην το ξανακάνεις». Αμέσως πήγε στον ναό εκστατικός ο παπα-Νεόφυτος και ζήτησε συγγνώμη από τον Άγιο. Τότε όλοι άκουσαν την Σωσάννα να μιλάει δυνατά και καθαρά ζητώντας να της φέρει ο Ιερέας που την χτύπησε φαγητό γιατί πεινά. Έτσι όλοι δόξασαν τον Θεό και τον Άγιο γιατί διαπίστωσαν το μεγάλο θαύμα.
Το 1781 αρρώστησε ο τσοπάνης της Μονής και η Ηγουμένη πήρε νέο, ο οποίος δυστυχώς ήταν κακότροπος και κλέφτης και σε λίγες μέρες δήλωσε οτι χάθηκαν δέκα προβατίνες. Έδωσε μάλιστα στην γυναίκα του εντολή να τις βοσκήσει κρυφά σε απόμερο τόπο. Τότε οι προβατίνες άρχισαν να τρέχουν βελάζοντας προς την Μονή. Σαστισμένη η γυναίκα φώναζε, τους πετούσε πέτρες, μα τίποτε δεν κατάφερε. Εκείνες σταμάτησαν στην θύρα του Ναού της Μονής όπου ακόμη δεν είχε απολύσει ο Όρθρος. Οι μοναχές ακούγοντας τα βελάσματα βγήκαν από τον Ναό και δόξασαν τον Άγιο για την μέριμνά του για το μοναστήρι…
Στα τέλη του 18ου αιώνα ο Αρχιεπίσκοπος Κορίνθου και συγγενής του Αγίου Γερασίμου, Μακάριος Νοταράς, επισκέφθηκε την Ιερά Μονή και αφού προσκύνησε τον Άγιο Γεράσιμο, ζήτησε ευλογία από την Ηγουμένη να διανυκτερεύσει με προσευχή στο Καθολικό της Μονης. Η εκκλησιάρχης μοναχή της Μονής φοβούμενη ζημία ή κλοπή κρύφθηκε στον γυναικωνίτη απ’ όπου έκπληκτη είδε τον Άγιο Γεράσιμο να σηκώνεται από την λάρνακά του και να συνομιλεί και συμπροσεύχεται με τον Άγιο Μακάριο μέχρι που ξημέρωσε.
Στην εικονογραφία ο Άγιος Γεράσιμος ακολουθεί τον τύπο του Οσίου Θεοδοσίου. Ήταν ψηλός, λιπόσαρκος, με ξανθωπά γένεια, γαλανά μάτια και στοχαστικό βλέμμα.
Αμέτρητα είναι τα θαύματα του Αγίου μέχρι σήμερα. Ενώνει διαλυμένες οικογένειες, χαρίζει παιδιά σε στείρες γυναίκες, γιατρεύει σωματικές και ψυχικές αρρώστιες, θεραπεύει δαιμονισμένους συνανθρώπους μας, προσφέρει πνευματική αναγέννηση, καλεί σε μετάνοια και δημιουργεί κλίσεις για την ιερατική και μοναχική ζωή. Η Εκκλησία μας στα τροπάριά της ονομάζει τον Άγιο «Ορθοδόξων προστάτην», «εν σώματι άγγελον» και «θαυματουργόν θεοφόρον», ο οποίος «ρώννυσι τους νοσούντας» και «ιάται τους δαιμονώντας». Επίσης τον αποκαλεί «ασύλητον θησαυρόν της Κεφαλληνίας» και «μέγα καύχημα της Ελλάδος».
Στην Ιερά Μονή από την ίδρυσή της εως σήμερα τελείται καθημερινά Θεία Λειτουργία με ώρα ενάρξεως την 03.30 π.μ. Τελούνται ανελλιπώς οι ακολουθίες του νυχθημέρου και συχνά ιερές αγρυπνίες σύμφωνα με το Τυπικό της Ιεράς Μονής του Αγίου Σάββα Ιεροσολύμων.
Εκατοντάδες ευσεβείς γυναίκες έγιναν εκεί μοναχές και διακρίθηκαν για την ασκητικότατη ζωή τους, την πίστη στον Θεό, την αγάπη τους για τον Άγιο, την φιλοξενία τους και το υψηλό αίσθημα φιλανθρωπίας, εφ’ όσον πάντα μοιράζονταν με τους πτωχούς ό,τι εκείνες στερούνταν. Η παρουσία τους ήταν αφανής, αθόρυβη, αγγελική, για να ξεχωρίζει ο αγαπημένος πατέρας και διδάσκαλός τους, ο στοργικός παππούλης μας, ο Άγιος Γεράσιμος.
Ενδεικτικώς αναφέρουμε την οσίας μνήμης μοναχή Μακαρία Λεγάτου από το Ληξούρι († 1929), η οποία συζητούσε με τον Άγιο, διότι τον έβλεπε οφθαλμοφανώς και την βοηθούσε στις διακονίες της επειδή υπέφερε από αρθρίτιδα. Η ζωή της ήταν στην πράξη και στην θεωρία προσευχητική αφιέρωση στον Θεό και δοξολογία του ονόματός Του.
Ο βίος του Αγίου συνοπτικά.
Ο όσιος πατήρ ημών Γεράσιμος γεννήθηκε το 1509 στο χωριό Τρίκαλα της Κορινθίας, στην Πελοπόννησο. Οι ευλαβείς γονείς του, Δημήτριος και Καλή, προέρχονταν από την επιφανή οικογένεια των Νοταράδων και από μικρό τον παρέδωσαν στη μάθηση των ιερών γραμμάτων, όπου διέπρεψε. Νέος, εγκατέλειψε τη γενέτειρά του και πήγε στη Ζάκυνθο. Από εκεί διέτρεξε όλη την Ελλάδα. Από τη Θεσσαλία κατευθύνθηκε προς τη Μαύρη Θάλασσα, την Κωνσταντινούπολη, την Προποντίδα και τη Χαλκηδόνα. Όπου πήγαινε, έψαχνε να βρει ανθρώπους οι οποίοι είχαν φθάσει στην τελειότητα της αρετής διάγοντας ασκητικό και ισάγγελο βίο για να του διδάξουν την τέχνη των τεχνών και την επιστήμη των επιστημών.
Έφθασε τέλος στο Άγιον Όρος, όπου ως φιλόπονος μέλισσα ρουφούσε το νέκταρ από τα διάφορα άνθη αρετής που παρατηρούσε στους ασκητές, για να φτιάξει μέσα του το μέλι της καθαρότητος της καρδίας. Ο όσιος Γεράσιμος παρέμεινε για ικανό διάστημα στον Άθω διδασκόμενος από τους θεράποντες της Κυρίας ημών Δεσποίνης Θεοτόκου. Έλαβε το μεγάλο αγγελικό Σχήμα και με ζήλο πολύ εφάρμοζε όλες τις αρετές του μοναχικού βίου: τη συνεχή νηστεία, τις ολονύχτιες αγρυπνίες, τα δάκρυα, την ανύψωση του νου προς τον Θεό μέσα στην απόλυτη ησυχία και την καθαρότητα της καρδίας. Μετά από μερικά χρόνια έφυγε από το Άγιον Όρος και ξεκίνησε ένα προσκύνημα στους Αγίους Τόπους.
Στα Ιεροσόλυμα, ο πατριάρχης Γερμανός Α΄ (1537-1579) τον χειροτόνησε διαδοχικά υποδιάκονο, διάκονο και πρεσβύτερο. Επί ένα έτος υπηρέτησε στον Πανάγιο Τάφο και κατόπιν το Πατριαρχείο επί δώδεκα έτη χωρίς καθόλου να εγκαταλείψει τους ασκητικούς αγώνες. Πήγε κάποτε στην έρημο του Ιορδάνη όπου πέρασε σαράντα ημέρες νηστεύοντας και προσευχόμενος, κατά μίμησιν του Κυρίου (Ματθ. 4, 1 κ. έ.). Μετά γύρισε στο Πατριαρχείο συνεχίζοντας τη διακονία του.
Κατόπιν έφυγε από τα Ιεροσόλυμα και ξανάρχισε τις προσκυνηματικές περιοδείες. Έμεινε για κάποιο διάστημα στο Σινά, έπειτα πήγε στην Αλεξάνδρεια και διέτρεξε όλη την Αίγυπτο. Στη συνέχεια στην Αντιόχεια και στη Δαμασκό, και από εκεί έφυγε για την Κρήτη και έφτασε τέλος στη Ζάκυνθο, όπου εγκαταβίωσε επί πέντε έτη σ’ ένα σπήλαιο μακριά απ’ όλους, τρεφόμενος μόνο με χόρτα, δίχως ψωμί και αλάτι. Όσο καλά κι αν κρυβόταν, δεν άργησαν να τον ανακαλύψουν οι ευλαβείς πιστοί, και σύντομα προσέτρεχαν πολυάριθμοι για να πάρουν την ευλογία του και τη συμβουλή του. Η φωνή όμως των αγίων Πατέρων τον προειδοποιούσε ότι για τον μονάχο τίποτε δεν είναι τόσο φθοροποιό όσο ο έπαινος και η φήμη των ανθρώπων, και έφυγε από τη Ζάκυνθο για να εγκαταβιώσει σ’ ένα μικρό σπήλαιο στην Κεφαλληνία, όπου έμεινε περίπου έξι έτη.
Καθώς όμως είναι αδύνατον λύχνος αναμμένος να μείνει κρυφός, κι εκεί ακόμη οι πιστοί δεν άργησαν να ανακαλύψουν την αρετή του αγίου και δεν τον άφηναν να χαρεί τη νοερά συνομιλία με τον Θεό. Τέλος, η θεία Πρόνοια τον οδήγησε στα Ομαλά, μια απομακρυσμένη περιοχή του νησιού, όπου υπήρχε ναΰδριο και μια θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου. Εγκαταστάθηκε εκεί και καλλιεργούσε ένα μικρό κτήμα αγωνιζόμενος κατά των παγίδων του διαβόλου. Μετά από καιρό, ενώ η φήμη του είχε απλωθεί ξανά στην περιοχή, πληροφορήθηκε στην προσευχή του ότι ήταν θέλημα Κυρίου να δεχθεί μαθητές.
Σύντομα είκοσι πέντε νεάνιδες παρουσιάσθηκαν για να υποταγούν στην πνευματική του καθοδήγηση και το ναΰδριο μεταμορφώθηκε σε μονή. Δέχθηκε ο άγιος να απαρνηθεί την ησυχία για να μεταδώσει στα πνευματικά του τέκνα την πνευματική εμπειρία την οποία αφθόνως του είχε χαρίσει ο Κύριος. Η μονή ονομάσθηκε Νέα Ιερουσαλήμ και φαινόταν να κατοικείται από αγγέλους εν σώματι.
Πλήρης ήμερων, ο όσιος Γεράσιμος προείδε την ημέρα της εκδημίας του και κάλεσε γύρω του τα πνευματικά του τέκνα για να τους μεταδώσει τις τελευταίες του εντολές. Κατόπιν τα ευλόγησε και με χαρά παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο στις 15 Αύγουστου 1579. Καθώς η ημερομηνία αυτή συμπίπτει με την Κοίμηση της Θεοτόκου, τιμούμε τη μνήμη του στις 20 Οκτωβρίου, ημερομηνία ανακομιδής του λειψάνου του. Το τίμιο σκήνωμα παραμένει μέχρι σήμερα άφθορο, ωσάν ο άγιος να κοιμάται. Αναδίδει ουράνια ευωδία και επιτελεί πληθώρα θαυμάτων. Ο όσιος Γεράσιμος κατέστη προστάτης της Κεφαλληνίας και πλήρης παρρησίας μεσιτεύει μέχρι σήμερα υπέρ της νήσου προς τον Θεό. Ιδιαιτέρως αξιοσημείωτη είναι η δύναμή του να εκβάλλει τα ακάθαρτα πνεύματα από τους δαιμονισμένους που φέρνουν απ’ όλα τα μέρη στο τίμιό του σκήνωμα. Επιπλέον, χάρη στην προστασία του, η ορθόδοξη πίστη στην Κεφαλληνία έμεινε αλώβητη κατά τη μακρά περίοδο της ιταλοκρατίας.
(Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Οκτώβριος, εκδ. Ίνδικτος, σ. 237-239).
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Αὐτόμελον.
Τῶν Ὀρθοδόξων προστάτην καὶ ἐν σώματι ἄγγελον, καὶ θαυματουργὸν θεοφόρον νεοφανέντα ἡμῖν, ἐπαινέσωμεν πιστοὶ θεῖον Γεράσιμον· ὅτι ἀξίως παρὰ Θεοῦ ἀπείληφεν, ἰαμάτων τὴν ἀέναον χάριν· ῥώννυσι τοὺς νοσοῦντας, δαιμονῶντας ἰᾶται· διὸ καὶ τοῖς τιμῶσιν αὐτόν, βρύει ἰάματα.
Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εὐχαρίστοις ᾄσμασι, τῶν Κεφαλλήνων ἡ νῆσος, προσκαλεῖται σήμερον, τῶν Ὀρθοδόξων τὰ πλήθη, μέγιστον, νεοφανέντα ἀγκωμιάσαι, καύχημα, Ὀρθοδοξίας ἀναφανέντα, τὸν Γεράσιμον τὸν θεῖον, τὸν ῥύστην ταύτης ὁμοῦ καὶ πρόμαχον.
Μεγαλυνάριον
Τῆς ὁμολογίας Χριστιανῶν, ἔθετό σε σὲ στῦλον, ἀδιάσειστον ὀ Θεός, τὸ σεπτόν σου σκῆνος, Γεράσιμε δοὺς πᾶσι, τοῖς ἐναντίοις λίθον, δεινοῦ προσκόμματος.
Γέρα πρέπουσι Γερασίμῳ τῷ νέῳ,
Τῷ τοῖς γέρασι τῶν παλαιῶν στεφθέντι.
Γεράσιμος κάλλιστον ήρατο στέφος,
Eκ της άνωθεν δεξιάς του Kυρίου.
Η ιστορία της Εκκλησίας κατά τον 16ο αιώνα είναι γεμάτη γεγονότα που επισώρευσαν σε αυτήν και την πατρίδα η Τουρκοκρατία και η Ενετοκρατία. Υψηλός ήταν ο φόρος του αίματος που πλήρωνε η πατρίδα μας στον Τούρκο δυνάστη, και μεγάλες οι απώλειες του ποιμνίου από την προπαγάνδα των Καθολικών στα Ενετοκρατούμενα νησιά. Οι δύο πόλοι που συμπίεζαν ασφυκτικά τα πράγματα ήταν ο σκοταδισμός που επέβαλλαν οι Οθωμανοί και η αλλοτρίωση που προκαλουσαν οι Ενετοί.
Ωστόσο ο 16ος αιώνας είναι και αιώνας πνευματικής αναγεννήσεως. Τότε έζησαν και έδρασαν οσιακές μορφές της Εκκλησίας μας που αγωνίσθηκαν όντως ηρωϊκά για την διατήρηση της Ελληνορθοδόξου παραδόσεως ιδρύοντας μοναστήρια-προπύργια πνευματικής αντιστάσεως μέσα στην γενικότερη αρνητική κατάσταση.
Τέτοιοι Άγιοι ιδρυτές Μονών ήταν ο Άγιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω (23 Ιανουαρίου), ο Άγιος Νικάνωρ ο εν τω όρει Καλλιστράτω ασκήσας (7 Αυγούστου), ο Άγιος Δαυίδ ο εν Ευβοία (1η Νοεμβρίου), ο Άγιος Γεράσιμος ο εν Κεφαλληνία (16 Αυγούστου), ο Άγιος Διονύσιος ο εν Ζακύνθω (17 Δεκεμβρίου) κ.α. Οι Μονές τους συνεχίζουν μέχρι σήμερα το έργο που ξεκίνησαν οι ίδιοι…
Η Ενετοκρατία στην Κεφαλλονιά διήρκεσε 300 χρόνια (1500-1799). Από τις πρώτες φωνές διαμαρτυρίας εναντίον της ήταν ο σιωπηλός νέος ασκητής του νησιού Γεράσιμος, ο οποίος με την κοινοβιακή Μονή που ίδρυσε δυναμίτισε πραγματικά τα θεμέλια του ενετικού καθεστώτος που επέβαλε την φεουδαρχία, τον ρατσισμό, την ταξική διαφορά, το πνεύμα του παπισμού.
Ξεκινάμε το βιβλίο μας αυτό με τον βίο του, όχι μόνο επειδή από την παιδική μας ηλικία διακονήσαμε στην Μονή[1], αλλά και διότι η αγία του μορφή υπήρξε πρωτοπόρος και ανέπλασε τον μοναχισμό του νησιού και της Ελλάδος κατά τα ζοφερά εκείνα χρόνια και ακολούθως. Το παράδειγμα της Μονής Του σφράγισε όλες τις Μονές του νησιού και με την Χάρη του λειψάνου Του γεννήθηκαν μοναχικές κλήσεις και αναγεννήσεις συνειδήσεων.
Ο Άγιος Γεράσιμος υπήρξε γόνος της αριστοκρατικής οικογένειας των Νοταράδων, οι οποίοι κατάγονταν από την Μονεμβασία και ήταν γνωστοί με το όνομα «Σοφιανός». Κατά τον 13ο αιώνα εγκαταστάθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και αρκετοί από αυτούς υπηρετούσαν ως πολιτικοί και διπλωμάτες στον Αυτοκράτορα Μιχαήλ τον Η΄. Ένας από αυτούς διακρίθηκε ως Νοτάριος στο Παλάτι, και πήρε το επώνυμο «Νοταράς», δηλωτικό του επαγγέλματός του. Ο γιός του πρώτου Νοταρά, Νικόλαος, έγινε Πρεσβευτής και Μέγας Διερμηνεύς του Κράτους και έτσι η οικογένεια των Νοταράδων βρέθηκε στα ανάκτορα γιατί ο Νικόλαος παντρεύτηκε την κόρη του Αυτοκράτορα Ιωάννου του Παλαιολόγου.
Ο γιός του, Αγγελής Νοταράς, έφθασε στην Κόρινθο μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως και εγκαταστάθηκε στα Τρίκαλα. Το άσημο αυτό χωριό έγινε από τότε προπύργιο της Επαναστάσεως, διότι εδώ γεννήθηκαν μεγάλοι άνδρες του Γένους και της Εκκλησίας. Αναφέρουμε ακόμη οτι ο προπάππος του Αγίου Γερασίμου, Λουκάς Νοταράς, διατέλεσε βοηθός του Δεσπότου του Μυστρά Κωνσταντίνου και χρημάτισε Δρουγγάριος, Διερμηνέας, Μεσάζων και Μέγας Δούκας στην Κωνσταντινούπολη και τελικά πρωθυπουργός. Μαρτύρησε κατά τα γεγονότα της Αλώσεως. Ο εγγονός του Δημήτριος παντρεύτηκε την ενάρετη Καλή, με την οποία απέκτησαν δύο γιούς, τον Άγγελο (1503-1585) και τον Άγιο Γεράσιμο (1506/1509-1579), που βαπτίστηκε πιθανώς ως Γεώργιος.
Από την ίδια οικογένεια προήλθαν αργότερα ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Χρύσανθος (1707-1731)[2], ο Μητροπολίτης Εφέσου Μακάριος (1779-1798), ο Αρχιεπίσκοπος Κορίνθου Άγιος Μακάριος (1731-1805), οι οπλαρχηγοί Πανούτσος, Σωτήριος, Γιάννης, ο φιλικός Γεωργαντάς Νοταράς κ.α.
Ο Άγιος Γεράσιμος πήρε πλουσιότατη μόρφωση και από νεαρή ηλικία πόθησε να αφιερωθεί στον Χριστό. Για τον σκοπό αυτόν εγκατέλειψε την γενέτειρά του και πήγε στην Ζάκυνθο, οπου συνδέθηκε πνευματικά με τον μεγαλύτερο θεολόγο του 16ου αιώνα, τον λόγιο μοναχό Παχώμιο Ρουσάνο. Ο ευσεβής αυτός άνδρας τον κατάρτισε ακόμη περισσότερο στα θεολογικά γράμματα και στην μοναχική ζωή. Στην συνέχεια επισκέφθηκε την Ρούμελη, την Θεσσαλία, όπου προσκύνησε τα Μετεωρικά Μοναστήρια, την Μακεδονία και μέσω της Θράκης πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου προσκύνησε τους τάφους των προγόνων του και από εκεί στην Προποντίδα και την Χαλκηδόνα. Κατά την επιστροφή του αναζήτησε την πνευματική τελείωση στο Αγιώνυμον Όρος του Άθωνος, όπου και έγινε μεγαλόσχημος μοναχός.
Ασκήθηκε στην Ιερά Μονή Ιβήρων, στην έρημο της Καψάλας και στην Σκήτη της Αγίας Άννης, όπου σώζεται το σπήλαιο της ασκήσεώς του (κελλίον Αγίου Βασιλείου). Επόμενος σταθμός της ζωής του ήταν οι Άγιοι Τόποι για δώδεκα συναπτά χρόνια. Ως Αγιοταφίτης αδελφός είχε το διακόνημα του «κανδηλάπτου». Από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Γερμανό Β’ (1534-1579) χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος, και χειροθετήθηκε αρχιμανδρίτης και πνευματικός. Για πνευματική ανανέωση αποσυρόταν σε Μονές στην έρημο του Ιορδάνου. Εκεί κατά μίμηση του Κυρίου έμεινε τελείως νηστικός για σαράντα ημέρες. Αργότερα με Πατριαρχική εντολή πήρε μέρος σε αποστολές στην Συρία και την Αίγυπτο και προσκύνησε στην περίφημη Μονή της Αγίας Αικατερίνας στο Σινά. Από εκεί περιόδευσε την Αντιόχεια, την Λιβύη και την Αλεξάνδρεια και συναναστράφηκε με αγίους και ενάρετους κληρικούς και μοναχούς. Η μεγαλόνησος Κρήτη στην συνέχεια προσέφερε ησυχαστικό καταφύγιο στον Άγιο και μετά από αυτήν η αγαπημένη του Ζάκυνθος, όπου ασκήθηκε σε σπήλαιο κοντά στο χωριό Πλεμονάριο για πέντε χρόνια. Η παράδοση τον θέλει να αναλαμβάνει πνευματικός και να ποδηγετεί τον νεαρό Δραγανίγο Σιγούρο, τον μετέπειτα Άγιο Διονύσιο, προστάτη της Ζακύνθου.
Το έτος 1555 πηγαίνει στην Κεφαλλονιά και ασκείται σε σπήλαιο κοντά στο Αργοστόλι και στην τοποθεσία Σπήλια για έξι περίπου χρόνια. Η επιθυμία της ησυχίας τον οδηγεί στην τοποθεσία Μαλά ή Ομαλά στους πρόποδες του Αίνου. Εκεί βρήκε κάποια ερειπωμένη Μονή της Θεοτόκου που υπήρχε ήδη από τις αρχές του 13ου αιώνα.
Μετά από θείο όραμα ανεύρε την λίθινη εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου με την λατινική επιγραφή “Sancta Maria di Herusalem” (= Αγία Μαρία της Ιερουσαλήμ) την γνωστή ως «λιθοπούλα» (που δυστυχώς έχει κλαπεί). Έπειτα ανακαίνισε τον Ναό και επισκεύασε ορισμένα κελλιά. Αυτά παραχωρήθηκαν από τον ιδιοκτήτη και διαχειριστή του χώρου ιερομόναχο Γεώργιο Ρόζαρη-Βάλσαμο, ο οποίος ενίσχυσε οικονομικά την ανακαίνιση, όπως φαίνεται από το σχετικό έγγραφο με ημερομηνία 1 Σεπτεμβρίου 1561. Στο πνευματικό δημιούργημα του Άγίου δόθηκε το ονομα «Νέα Ιερουσαλήμ». Βαθιά μέσα του ο Άγιος ιδρύοντας γυναικεία Μονή ήξερε ότι οι γυναίκες σαν σταθερός φορέας πολιτισμού θα μπορούσαν να αναπτύξουν τεράστια δυναμική στον επανευαγγελισμό του λαού και να διδάξουν την κοινοβιακή μοναχική πολιτεία όχι μόνο σε όλες τις μονές αλλά και στην τοπική κοινωνία που καταδυνάστευε η άρχουσα τάξη των ευγενών. Πρώτες στην αδελφότητα μπήκαν οι δύο αδελφές του ιερομονάχου Γεωργίου.
Ο αριθμός των μοναζουσών έφθασε τις εικοσιπέντε, ενώ πρώτη Ηγουμένη αναδείχθηκε από τον Όσιο η ενάρετη μοναχή Λαυρεντία. Ο Άγιος Γεράσιμος γεμάτος από το Άγιο Πνευμα σπούδασε πρακτικά την επιστήμη της μοναχικής ζωής, έγινε ο γνήσιος εκφραστής του κοινοβιακού ρωμαίϊκου μοναχισμού, που αποτελεί την κατ’ εξοχήν μορφή δομήσεως του Ορθόδοξου μοναχισμού. Του τρόπου ζωής δηλαδή κατά την πατερική κοινωνική παράδοση, η οποία προβλέπει την ισότητα των ανθρώπων, την κοινοκτημοσύνη, την φιλαδελφία και την ενότητά τους εν Χριστώ γι’ αυτό και ο Άγιος θεωρείται κοινωνικός αναμορφωτής κατά την περίοδο διακυβερνήσεως του νησιού από την Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Ενετίας. Το κοινοβιακό μοναστήρι του Αγίου υπήρξε πνευματικό ορμητήριο για τον καταρτισμό ιερομονάχων, ιερέων και μοναχών, όπως και πλήθους λαϊκών από όλο το νησί και την γειτονική Ιθάκη, οι οποίοι διδάχθηκαν τα γράμματα και την αγιοπνευματική ζωή και εμπειρία και έτσι ονομάσθηκαν μαθηταί του Αγίου. Μερικοί από αυτούς ήταν οι επιφανείς Κεφαλλήνες Ιωάννης Τσιμάρας, Πέτρος Κόμης, Θεόδωρος Χαλικιόπουλος και Αντώνιος Βάλσαμος. Ο δε Άγιος έμεινε γνωστός ως «κύρ-δάσκαλος» όπως τιμητικά τον προσφωνούσαν. Γι’ αυτό και η Μονή έγινε παιδευτική κιβωτός του Γένους και της Εκκλησίας.
Στο μοναστήρι αυτό ο Άγιος εργάσθηκε χειρωνακτικά. Φύτευσε τρία μεγάλα πλατάνια και άνοιξε τρία μεγάλα πηγάδια και τριάντα επτά μικρότερα για ωφέλεια της άνυδρης περιοχής και έκτισε δύο αλώνια.
Ασκητήριό του έγινε ένα υπόγειο σπήλαιο που χωρίζεται με ένα στενό άνοιγμα σε δύο χώρους. Για τριάντα χρόνια ο Άγιος δεν έφαγε καθόλου ψωμί. Η λιτότατη τροφή του ήταν βρεγμένα όσπρια και ανάλατη ωμή κολοκύθα.
Με αγάπη και διάκριση νουθετούσε τα πνευματικά του παιδιά λέγοντας χαρακτηριστικά: «Τεκνία, ειρηνεύετε εν εαυτοίς και μη τα υψηλά φρονείτε».
Όταν το νησί πλήγηκε από ανομβρία, όλοι πρόστρεξαν στον Άγιο. Εκείνος προσευχήθηκε ταπεινά και έτσι ήρθε από τον ουρανό το θείο δώρο της βροχής. Με την προσευχή του Αγίου έγιναν πολλά θαύματα και έτσι ο ίδιος και η Μονή Του έτυχαν του καθολικού σεβασμού.
Κατά το έτος 1571 ο Άγιος έζησε τα γεγονότα επιδρομής του υπό οθωμανική μοίρα στόλου εναντίον της Κεφαλλονιάς κατά μήνα Ιούλιο. Η βίαιη αυτή πολεμική πράξη ήταν πρόδρομος της ναυμαχίας των Εχινάδων-Κουρτζουλάρων της γνωστής με το όνομα «ναυμαχία της Ναυπάκτου» που ξέσπασε στις 7 Οκτωβρίου την ίδια χρονιά.
Η ευαίσθητη καρδιά του Αγίου τρώθηκε από πόνο καθώς μέσα του ξύπνησαν μνήμες της άλωσης της Βασιλεύουσας, των μαρτυρίων των προγόνων του, της προσφυγιάς, της δυστυχίας. Κατ’ εκείνα τα χρόνια η Κεφαλλονιά βρισκόταν υπό την Ενετική κυριαρχία η οποία μαχόταν την Ορθόδοξη Εκκλησία και προκαλούσε στον λαό διχασμό με την ταξική διαφορά που επέβαλε (αναγραφή των «ευγενών» στο libro d’ oro). Έτσι κατόπιν προσευχής ο Άγιος Γεράσιμος κατάλαβε βαθιά μέσα του ότι πρέπει να βοηθήσει τον τόπο του να αντιπαρέλθει την κρίση. Και παρ’ όλο ότι ήταν μέσα του βαθιά αντι-οθωμανός όσο και αντι- λατίνος, συνειδητοποίησε οτι πρέπει να αναλάβει την ανάλογη στάση. Γι’ αυτό και ευλόγησε τον στόλο των «Ηνωμένων Χριστιανικών Δυνάμεων» που ξεκίνησε από την Σικελία στις 16 Σεπτεμβρίου 1571 και έφθασε στην Κεφαλλονιά μετά από ενα δεκαήμερο.
Ο Σουλτάνος Σελίμ Β΄, υιός του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, είχε επιβάλλει την παρουσία του στην Μεσόγειο καταλαμβάνοντας την Κύπρο, αιματοκυλώντας τα χριστιανικά κράτη και αναστατώνοντας την Δύση, συνεχίζοντας την πορεία αίματος του πατέρα του. Ούτε μπορούσε να αντιληφθεί ότι, ο υπό τον πανίσχυρο Καπουδάν-πασά Αλή Ζαζέ μουεζινζιντέ ανίκητος στόλος του τον οποίο συνέδραμε ο αιγυπτικός και ο αλγερινός στόλος, έμελλε να υποστεί πανωλεθρία στις Εχινάδες νήσους στην θέση που οι Ενετοί καλούσαν «Κόλπος της Ναυπάκτου». Σώθηκαν 35 από τα 280 πλοία τους, σκοτώθηκαν οι 30 από τις 47 χιλιάδες άνδρες τους και αιχμαλωτίσθηκαν 15.000! Ο χριστιανικός στόλος είχε 8 χιλιάδες νεκρούς και απώλεσαν 15 γαλέρες. Στον ρωμαιοκαθολικό ναό της Santa Maria della Vittoria στο Αργοστόλι θάφτηκαν πολλοί νεκροί της ναυμαχίας που στην πλειονότητά τους ήταν Έλληνες.
Ο μαθητής του Αγίου Ιωάννης Τσιμάρας έλαβε μέρος στην Ναυμαχία και ενημέρωσε τον Άγιο για την έναρξή της φεύγοντας για να πολεμήσει. Τότε ο Άγιος απομακρύνθηκε από την Μονή και ανέβηκε στο βουνό όπου γονάτισε με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό προσευχόμενος ολοκάρδια για την αίσια έκβαση της ναυμαχίας. Γνώριζε ότι αν νικούσαν οι Οθωμανοί, όλη η Ευρώπη θα έπεφτε στα χέρια τους. Οπότε, η νίκη των Χριστιανών, είχε υψίστη ιστορική σημασία για τους λαούς της Ευρώπης. Το εκλεκτό σκεύος του Παρακλήτου, ο Άγιος Γεράσιμος, επιδόθηκε σε εκτενή προσευχή. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα και βγήκε από τον χώρο και τον χρόνο. Μεταφέρθηκε εν πνεύματι στον θρόνο του Θεού αναφέροντας το αίτημά του και εξιλεώνοντας με την καθάρια ψυχή του όλο τον λαό. Από την έκσταση αυτή επανήλθε και κατέβασε τα χέρια του μόνο οταν επέστρεψε το πρώτο πολεμικό πλοίο αναγγέλοντας την νίκη του ενωμένου Χριστιανικού στόλου…
Την θαυμαστή αυτή προσευχητική παρέμβαση του Αγίου πιστοποιούν τέσσερις από τις διασωζόμενες ιστορικές εικόνες του: στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Φαρακλάτων (ο Άγιος γονυκλινής-δεόμενος), στην Ιερά Μονή Κηπουραίων (στην τρίμορφη εικόνα των λειψάνων των Αγίων Σπυρίδωνος, Διονυσίου, Γερασίμου, ο Άγιος στο κάλυμμα της λάρνακάς του φαίνεται δεόμενος πάνω από τον κόλπο της ναυμαχίας), στον Ιερό Ναό Αγίου Παντελεήμονος Σάμης (ο Άγιος δεόμενος κατά της επιδρομής των Αγαρηνών) και στον Ιερό Ναό Παναγίας της Λουτριώτισσας στην Σάμη (στο κέντρο της πολύμορφης εικόνας δεσπόζει η δεξιοκρατούσα Παναγία· στα αριστερά της βρίσκεται ο Άγιος Γεράσιμος ενώ επάνω του υπάρχει πλοίο με σπασμένα κατάρτια και φοβερή τρικυμία. Στα δεξιά της Παναγίας υπάρχει ο ρωμαιοκαθολικός Άγιος Αντώνιος της Padova και πάνω του ένας Αρχάγγελος. Η εικόνα δείχνει μέσω της «σύμπραξης» των Αγίων και την «σύμπραξη» του στόλου).
Σχετικά με το θαύμα αυτό διαβάζουμε στην αίτηση αγιοκατατάξεως του Αγίου Γερασίμου το 1620: «Πιστεύεται βεβαίως παρά πάσι τοις ενταύθα Χριστιανοίς διαφυλαχθήναι την νήσον ταύτην αναιχμαλώτιστον εν τω καιρώ της των Αγαρηνών μάχης, διά προσευχής του αυτού πατρός». Ανάμεσα στους υπογράφοντες ήταν και ο μαθητής του Αγίου Ιωάννης Τσιμάρας, όπως προαναφέραμε, μαζί με τον πατέρα του Μάρκο-Αντώνιο οι οποίοι ήταν κυβερνήτες πλοίου κατά την ναυμαχία.
Ο Άγιος Γεράσιμος συμπερασματικά με την επί γής παρουσία του συνέδεσε περαιτέρω τον λαό της Κεφαλληνίας με το ευρύ Γένος της οθωμανοκρατούμενης Ρωμηοσύνης και των άλλων Ορθοδόξων. Ισχυροποίησε, επίσης, την σχέση της με το Εθναρχικό Κέντρο, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που σε όλη την διάρκεια της μακρόσυρτης δουλείας αναδείχθηκε σε Κυρηναίο του Γένους, αίροντας τον σταυρό του Πάθους του.
Κοιμήθηκε εν Κυρίω στις 15 Αυγούστου 1579, γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και της Μονής Του, πράγμα που παρακαλούσε και ο ίδιος στην προσευχή Του. Ενταφιάσθηκε νότια του Καθολικού της Μονής. Μετά από δύο χρόνια κάποια δαιμονισμένη γυναίκα που ποθούσε την θεραπεία της ήρθε στην Μονή. Κάποια νύκτα ο πονηρός δαίμονας κατακρήμνισε την δύστυχη γυναίκα στο πηγάδι της Μονής για να την πνίξει. Εκείνη την στιγμή οι μοναχές άκουσαν την γλυκιά φωνή του Αγίου να τις προτρέπει να τρέξουν στην αυλή. Εκεί βρήκαν την γυναίκα να στέκεται βρεγμένη και με ανοικτά τα πόδια στα χείλη του πηγαδιού, διηγούμενη με δάκρυα ό,τι έγινε για την σωτηρία της με την μεσιτεία του θαυματουργού Αγίου. Εκείνος την τράβηξε από τα μαλλιά και την ελευθέρωσε από το ακάθαρτο πνεύμα…
Το μεγάλο αυτό θαύμα και μερικά αλλα οδήγησαν την τοπική Εκκλησία στην απόφαση να κάνει την εκταφή του Οσίου Πατρός. Στις 20 Οκτωβρίου 1581 η γη απέδωσε το λείψανό του σώο και ευωδιάζον. Δυσπιστίες, διαφωνίες αλλά και διαμάχες Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών - οι οποίοι στενοχωρήθηκαν από το μεγάλο θαύμα της αφθαρσίας του Αγίου - ανάγκασαν τον Πατριαρχικό Έξαρχο, Μητροπολίτη Φιλαδελφείας Γαβριήλ Σεβήρο να κάνει ξανά την ταφή του ιερού σκηνώματος, ώσπου να περάσει η κανονική τριετία. Στις 20 Οκτωβρίου 1582 έγινε η δεύτερη ανακομιδή του Αγίου.
Έκτοτε προσκυνείται για περισσότερα από πεντακόσια χρόνια μαρτυρώντας με την αφθαρσία, την ευωδία και την θαυματουργία του τα μεγαλεία και την δόξα του Θεού. Το λείψανο είναι ντυμένο με τα ιερατικά άμφια της ταφής του Αγίου και εκτίθεται προς προσκύνηση μέσα σε κρυστάλλινη λειψανοθήκη, η οποία ενσωματώνεται σε μεγαλύτερη, αργυρή περίτεχνη λάρνακα. Αυτή βρίσκεται στον τάφο του Αγίου, ο οποίος με το πέρασμα του χρόνου περιλήφθηκε στον χώρο του παλαιού Καθολικού της Μονής.
Η αγιοκατάταξη του Αγίου έγινε επί Πατριαρχίας Κυρίλλου Λουκάρεως (1620-1638) μετά από εμπεριστατωμένες αναφορές του πρώην Μαΐνης Ιερεμίου του και επί 50 χρόνια Ηγουμένου της Μονής της Νέας Ιερουσαλήμ. Συνυπέγραψε και ο Επίσκοπος Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης Παχώμιος, πολλοί κληρικοί και μαθητές του Αγίου. Ο Πατριάρχης ανέθεσε στον λόγιο Θεόφιλο Κορυδαλλέα την σύνταξη σχεδίου Πατριαρχικού Σιγιλλίου με το οποίο ο Άγιος γράφτηκε στις αγιολογικές δέλτους της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας με εορτασμό της μνήμης του την 16η Αυγούστου και εορτασμό της ανακομιδής του τιμίου σκήνους του την 20ή Οκτωβρίου.
Τρία χρόνια μετά την αγιοκατάταξη του Αγίου (το έτος 1625), τυπώθηκε στο Λονδίνο με επιμέλεια και δαπάνη του Επισκόπου Ιερεμίου η πρώτη βιογραφία του Αγίου βάσει της οποίας ο Ιερομόναχος Μητροφάνης ο Ναύπλιος συνέταξε την πρώτη Ακολουθία του Αγίου που τυπώθηκε στην Βενετία το 1704. Άλλη Ακολουθία συνέταξε ο Ζακύνθιος Ιερέας Νικόλαος Γαβριηλόπουλος που εκδόθηκε στην Βενετία το 1718 ενώ στις μέρες μας Ακολουθία και έτερα υμνογραφήματα συνέταξε ο Γέροντας Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Η τοπική Εκκλησία γιορτάζει τον Άγιο Γεράσιμο από τις 16 εως τις 23 Αυγούστου και από τις 20 εως τις 26 Οκτωβρίου. Κατά τις ημέρες αυτές, όπως και την περίοδο από το Σάββατο του Λαζάρου ως και την Κυριακή του Θωμά, ο Άγιος παραμένει όρθιος μέσα στην κρυστάλλινη λειψανοθήκη και μπροστά στην νότια θύρα του Ιερού Βήματος. Στις 16 Αυγούστου, στις 20 Οκτωβρίου και την Κυριακή του Θωμά λιτανεύεται εώς τον Μεγάλο Πλάτανο και τοποθετείται επάνω στο Πηγάδι. Τότε συμβαίνει το εξής παράδοξο: υπερχειλίζει το νερό του πηγαδιού και ο πλάτανος χαμηλώνει τα κλαδιά του. Έτσι οι πιστοί παίρνουν νερό για αγίασμα και φύλλα για φυλακτά. Στις 23 Αυγούστου και στις 26 Οκτωβρίου λιτανεύεται ως τα αλώνια. Τότε θεραπεύονται πολλοι ασθενείς, ιδιαίτερα μάλιστα δαιμονισμένοι.
Στην Μονή σώζεται και μία προσωπική εικόνα του Αγίου, όπως και Σταυρός Αγιασμού που ανήκε στον Άγιο.
Η εικόνα της Παναγίας ανήκει αγιογραφικά στον τύπο η «Αμόλυντος» και βρισκόταν κρεμασμένη στο Δοχειό της Μονής. Λιτανεύεται δε πριν από το σκήνωμα του Αγίου σύμφωνα με παλαιότατη παράδοση. Μπροστά στην εικόνα αυτή είδε σε όνειρο η δοχειάρισσα μοναχή Ακακία από τα Ζερβάτα Σάμης Κεφαλληνίας τον Άγιο Γεράσιμο να παίρνει ευλογία-εντολή της Υπεραγίας Θεοτόκου να απαλλάξει το νησί από το θανατικό του 1760. Κρατούσε ο Άγιος ένα απλωμένο χαλί και με την ράβδο του μάζευε την ασθένεια σαν λεπτότατο βαμβάκι και στην συνέχεια την σκόρπιζε στον αέρα.
Το 1780 ο Ιεροδιάκονος Νεόφυτος από τα Καλάβρυτα που υπέφερε από σεληνιασμό ήρθε στην Μονή και παρέμεινε για ένα χρόνο προσευχόμενος και τρώγοντας μόνο ψωμί και νερό. Ο Άγιος τον θεράπευσε και εκείνος χειροτονήθηκε ιερέας και εξυπηρέτησε την Μονή για πολλά χρόνια ως εφημέριος. Στα 1785 μία μητέρα από την Κατοχή έφερε στην Μονή την κωφάλαλη κόρη της Σωσάννα που υπέφερε από δαιμονικές κρίσεις. Μετά ένα χρόνο η κόρη άρχισε να φωνάζει με άναρθρες κραυγές, να κάνει φασαρίες, να υβρίζει, να διακόπτει την λειτουργία. Παρ’ όλες τις συστάσεις του ιερομονάχου Νεοφύτου, η κόρη δεν σταματούσε και έτσι εκείνος την χαστούκισε δυνατά. Το ιδιο βράδυ είδε στον ύπνο του ότι άνοιξε η λάρνακα και του έκανε ο Άγιος νόημα να πλησιάσει. Μόλις πλησίασε ο Άγιος τον χτύπησε δυνατά στο κεφάλι με το βιβλίο που κρατούσε στα χέρια του και τον ρώτησε: «Πόνεσες; Έτσι με πόνεσε καί μένα το χαστούκι που έδωσες χθες στον εσπερινό. Σήκω να διαβάσεις τον Όρθρο καί μην το ξανακάνεις». Αμέσως πήγε στον ναό εκστατικός ο παπα-Νεόφυτος και ζήτησε συγγνώμη από τον Άγιο. Τότε όλοι άκουσαν την Σωσάννα να μιλάει δυνατά και καθαρά ζητώντας να της φέρει ο Ιερέας που την χτύπησε φαγητό γιατί πεινά. Έτσι όλοι δόξασαν τον Θεό και τον Άγιο γιατί διαπίστωσαν το μεγάλο θαύμα.
Το 1781 αρρώστησε ο τσοπάνης της Μονής και η Ηγουμένη πήρε νέο, ο οποίος δυστυχώς ήταν κακότροπος και κλέφτης και σε λίγες μέρες δήλωσε οτι χάθηκαν δέκα προβατίνες. Έδωσε μάλιστα στην γυναίκα του εντολή να τις βοσκήσει κρυφά σε απόμερο τόπο. Τότε οι προβατίνες άρχισαν να τρέχουν βελάζοντας προς την Μονή. Σαστισμένη η γυναίκα φώναζε, τους πετούσε πέτρες, μα τίποτε δεν κατάφερε. Εκείνες σταμάτησαν στην θύρα του Ναού της Μονής όπου ακόμη δεν είχε απολύσει ο Όρθρος. Οι μοναχές ακούγοντας τα βελάσματα βγήκαν από τον Ναό και δόξασαν τον Άγιο για την μέριμνά του για το μοναστήρι…
Στα τέλη του 18ου αιώνα ο Αρχιεπίσκοπος Κορίνθου και συγγενής του Αγίου Γερασίμου, Μακάριος Νοταράς, επισκέφθηκε την Ιερά Μονή και αφού προσκύνησε τον Άγιο Γεράσιμο, ζήτησε ευλογία από την Ηγουμένη να διανυκτερεύσει με προσευχή στο Καθολικό της Μονης. Η εκκλησιάρχης μοναχή της Μονής φοβούμενη ζημία ή κλοπή κρύφθηκε στον γυναικωνίτη απ’ όπου έκπληκτη είδε τον Άγιο Γεράσιμο να σηκώνεται από την λάρνακά του και να συνομιλεί και συμπροσεύχεται με τον Άγιο Μακάριο μέχρι που ξημέρωσε.
Στην εικονογραφία ο Άγιος Γεράσιμος ακολουθεί τον τύπο του Οσίου Θεοδοσίου. Ήταν ψηλός, λιπόσαρκος, με ξανθωπά γένεια, γαλανά μάτια και στοχαστικό βλέμμα.
Αμέτρητα είναι τα θαύματα του Αγίου μέχρι σήμερα. Ενώνει διαλυμένες οικογένειες, χαρίζει παιδιά σε στείρες γυναίκες, γιατρεύει σωματικές και ψυχικές αρρώστιες, θεραπεύει δαιμονισμένους συνανθρώπους μας, προσφέρει πνευματική αναγέννηση, καλεί σε μετάνοια και δημιουργεί κλίσεις για την ιερατική και μοναχική ζωή. Η Εκκλησία μας στα τροπάριά της ονομάζει τον Άγιο «Ορθοδόξων προστάτην», «εν σώματι άγγελον» και «θαυματουργόν θεοφόρον», ο οποίος «ρώννυσι τους νοσούντας» και «ιάται τους δαιμονώντας». Επίσης τον αποκαλεί «ασύλητον θησαυρόν της Κεφαλληνίας» και «μέγα καύχημα της Ελλάδος».
Στην Ιερά Μονή από την ίδρυσή της εως σήμερα τελείται καθημερινά Θεία Λειτουργία με ώρα ενάρξεως την 03.30 π.μ. Τελούνται ανελλιπώς οι ακολουθίες του νυχθημέρου και συχνά ιερές αγρυπνίες σύμφωνα με το Τυπικό της Ιεράς Μονής του Αγίου Σάββα Ιεροσολύμων.
Εκατοντάδες ευσεβείς γυναίκες έγιναν εκεί μοναχές και διακρίθηκαν για την ασκητικότατη ζωή τους, την πίστη στον Θεό, την αγάπη τους για τον Άγιο, την φιλοξενία τους και το υψηλό αίσθημα φιλανθρωπίας, εφ’ όσον πάντα μοιράζονταν με τους πτωχούς ό,τι εκείνες στερούνταν. Η παρουσία τους ήταν αφανής, αθόρυβη, αγγελική, για να ξεχωρίζει ο αγαπημένος πατέρας και διδάσκαλός τους, ο στοργικός παππούλης μας, ο Άγιος Γεράσιμος.
Ενδεικτικώς αναφέρουμε την οσίας μνήμης μοναχή Μακαρία Λεγάτου από το Ληξούρι († 1929), η οποία συζητούσε με τον Άγιο, διότι τον έβλεπε οφθαλμοφανώς και την βοηθούσε στις διακονίες της επειδή υπέφερε από αρθρίτιδα. Η ζωή της ήταν στην πράξη και στην θεωρία προσευχητική αφιέρωση στον Θεό και δοξολογία του ονόματός Του.
Ο βίος του Αγίου συνοπτικά.
Ο όσιος πατήρ ημών Γεράσιμος γεννήθηκε το 1509 στο χωριό Τρίκαλα της Κορινθίας, στην Πελοπόννησο. Οι ευλαβείς γονείς του, Δημήτριος και Καλή, προέρχονταν από την επιφανή οικογένεια των Νοταράδων και από μικρό τον παρέδωσαν στη μάθηση των ιερών γραμμάτων, όπου διέπρεψε. Νέος, εγκατέλειψε τη γενέτειρά του και πήγε στη Ζάκυνθο. Από εκεί διέτρεξε όλη την Ελλάδα. Από τη Θεσσαλία κατευθύνθηκε προς τη Μαύρη Θάλασσα, την Κωνσταντινούπολη, την Προποντίδα και τη Χαλκηδόνα. Όπου πήγαινε, έψαχνε να βρει ανθρώπους οι οποίοι είχαν φθάσει στην τελειότητα της αρετής διάγοντας ασκητικό και ισάγγελο βίο για να του διδάξουν την τέχνη των τεχνών και την επιστήμη των επιστημών.
Έφθασε τέλος στο Άγιον Όρος, όπου ως φιλόπονος μέλισσα ρουφούσε το νέκταρ από τα διάφορα άνθη αρετής που παρατηρούσε στους ασκητές, για να φτιάξει μέσα του το μέλι της καθαρότητος της καρδίας. Ο όσιος Γεράσιμος παρέμεινε για ικανό διάστημα στον Άθω διδασκόμενος από τους θεράποντες της Κυρίας ημών Δεσποίνης Θεοτόκου. Έλαβε το μεγάλο αγγελικό Σχήμα και με ζήλο πολύ εφάρμοζε όλες τις αρετές του μοναχικού βίου: τη συνεχή νηστεία, τις ολονύχτιες αγρυπνίες, τα δάκρυα, την ανύψωση του νου προς τον Θεό μέσα στην απόλυτη ησυχία και την καθαρότητα της καρδίας. Μετά από μερικά χρόνια έφυγε από το Άγιον Όρος και ξεκίνησε ένα προσκύνημα στους Αγίους Τόπους.
Στα Ιεροσόλυμα, ο πατριάρχης Γερμανός Α΄ (1537-1579) τον χειροτόνησε διαδοχικά υποδιάκονο, διάκονο και πρεσβύτερο. Επί ένα έτος υπηρέτησε στον Πανάγιο Τάφο και κατόπιν το Πατριαρχείο επί δώδεκα έτη χωρίς καθόλου να εγκαταλείψει τους ασκητικούς αγώνες. Πήγε κάποτε στην έρημο του Ιορδάνη όπου πέρασε σαράντα ημέρες νηστεύοντας και προσευχόμενος, κατά μίμησιν του Κυρίου (Ματθ. 4, 1 κ. έ.). Μετά γύρισε στο Πατριαρχείο συνεχίζοντας τη διακονία του.
Κατόπιν έφυγε από τα Ιεροσόλυμα και ξανάρχισε τις προσκυνηματικές περιοδείες. Έμεινε για κάποιο διάστημα στο Σινά, έπειτα πήγε στην Αλεξάνδρεια και διέτρεξε όλη την Αίγυπτο. Στη συνέχεια στην Αντιόχεια και στη Δαμασκό, και από εκεί έφυγε για την Κρήτη και έφτασε τέλος στη Ζάκυνθο, όπου εγκαταβίωσε επί πέντε έτη σ’ ένα σπήλαιο μακριά απ’ όλους, τρεφόμενος μόνο με χόρτα, δίχως ψωμί και αλάτι. Όσο καλά κι αν κρυβόταν, δεν άργησαν να τον ανακαλύψουν οι ευλαβείς πιστοί, και σύντομα προσέτρεχαν πολυάριθμοι για να πάρουν την ευλογία του και τη συμβουλή του. Η φωνή όμως των αγίων Πατέρων τον προειδοποιούσε ότι για τον μονάχο τίποτε δεν είναι τόσο φθοροποιό όσο ο έπαινος και η φήμη των ανθρώπων, και έφυγε από τη Ζάκυνθο για να εγκαταβιώσει σ’ ένα μικρό σπήλαιο στην Κεφαλληνία, όπου έμεινε περίπου έξι έτη.
Καθώς όμως είναι αδύνατον λύχνος αναμμένος να μείνει κρυφός, κι εκεί ακόμη οι πιστοί δεν άργησαν να ανακαλύψουν την αρετή του αγίου και δεν τον άφηναν να χαρεί τη νοερά συνομιλία με τον Θεό. Τέλος, η θεία Πρόνοια τον οδήγησε στα Ομαλά, μια απομακρυσμένη περιοχή του νησιού, όπου υπήρχε ναΰδριο και μια θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου. Εγκαταστάθηκε εκεί και καλλιεργούσε ένα μικρό κτήμα αγωνιζόμενος κατά των παγίδων του διαβόλου. Μετά από καιρό, ενώ η φήμη του είχε απλωθεί ξανά στην περιοχή, πληροφορήθηκε στην προσευχή του ότι ήταν θέλημα Κυρίου να δεχθεί μαθητές.
Σύντομα είκοσι πέντε νεάνιδες παρουσιάσθηκαν για να υποταγούν στην πνευματική του καθοδήγηση και το ναΰδριο μεταμορφώθηκε σε μονή. Δέχθηκε ο άγιος να απαρνηθεί την ησυχία για να μεταδώσει στα πνευματικά του τέκνα την πνευματική εμπειρία την οποία αφθόνως του είχε χαρίσει ο Κύριος. Η μονή ονομάσθηκε Νέα Ιερουσαλήμ και φαινόταν να κατοικείται από αγγέλους εν σώματι.
Πλήρης ήμερων, ο όσιος Γεράσιμος προείδε την ημέρα της εκδημίας του και κάλεσε γύρω του τα πνευματικά του τέκνα για να τους μεταδώσει τις τελευταίες του εντολές. Κατόπιν τα ευλόγησε και με χαρά παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο στις 15 Αύγουστου 1579. Καθώς η ημερομηνία αυτή συμπίπτει με την Κοίμηση της Θεοτόκου, τιμούμε τη μνήμη του στις 20 Οκτωβρίου, ημερομηνία ανακομιδής του λειψάνου του. Το τίμιο σκήνωμα παραμένει μέχρι σήμερα άφθορο, ωσάν ο άγιος να κοιμάται. Αναδίδει ουράνια ευωδία και επιτελεί πληθώρα θαυμάτων. Ο όσιος Γεράσιμος κατέστη προστάτης της Κεφαλληνίας και πλήρης παρρησίας μεσιτεύει μέχρι σήμερα υπέρ της νήσου προς τον Θεό. Ιδιαιτέρως αξιοσημείωτη είναι η δύναμή του να εκβάλλει τα ακάθαρτα πνεύματα από τους δαιμονισμένους που φέρνουν απ’ όλα τα μέρη στο τίμιό του σκήνωμα. Επιπλέον, χάρη στην προστασία του, η ορθόδοξη πίστη στην Κεφαλληνία έμεινε αλώβητη κατά τη μακρά περίοδο της ιταλοκρατίας.
(Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Οκτώβριος, εκδ. Ίνδικτος, σ. 237-239).
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Αὐτόμελον.
Τῶν Ὀρθοδόξων προστάτην καὶ ἐν σώματι ἄγγελον, καὶ θαυματουργὸν θεοφόρον νεοφανέντα ἡμῖν, ἐπαινέσωμεν πιστοὶ θεῖον Γεράσιμον· ὅτι ἀξίως παρὰ Θεοῦ ἀπείληφεν, ἰαμάτων τὴν ἀέναον χάριν· ῥώννυσι τοὺς νοσοῦντας, δαιμονῶντας ἰᾶται· διὸ καὶ τοῖς τιμῶσιν αὐτόν, βρύει ἰάματα.
Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εὐχαρίστοις ᾄσμασι, τῶν Κεφαλλήνων ἡ νῆσος, προσκαλεῖται σήμερον, τῶν Ὀρθοδόξων τὰ πλήθη, μέγιστον, νεοφανέντα ἀγκωμιάσαι, καύχημα, Ὀρθοδοξίας ἀναφανέντα, τὸν Γεράσιμον τὸν θεῖον, τὸν ῥύστην ταύτης ὁμοῦ καὶ πρόμαχον.
Μεγαλυνάριον
Τῆς ὁμολογίας Χριστιανῶν, ἔθετό σε σὲ στῦλον, ἀδιάσειστον ὀ Θεός, τὸ σεπτόν σου σκῆνος, Γεράσιμε δοὺς πᾶσι, τοῖς ἐναντίοις λίθον, δεινοῦ προσκόμματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου