Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2019

Άγιος Μάρτυς Djan-Darada, ο Αιθίοπας, ο Ευνούχος. Ημέρα Μνήμης: 4 Ιανουαρίου και 27 Αυγούστου.

Άγιος Μάρτυς Djan-Darada, ο Αιθίοπας, ο Ευνούχος. Ημέρα Μνήμης: 4 Ιανουαρίου και 27 Αυγούστου. 


Djan-Darada ὁ Αἰθίοπας εὐνοῦχος τῆς Κανδάκης βασίλισσας τῆς Αἱθιοπίας, ἱεραπόστολος καί μάρτυρας στήν Αἰθιοπία [Ὁ Αἰθίοπας τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τόν ὁποῖο βάπτισε ὁ Ἀπόστολος Φίλιππος (Πρξ 8, 26)] (27/8, +1ος αἰ.). Ανάμεσα στους πέντε προϊσταμένους της Εκκλησίας και δεύτερος στην τάξη μετά τον Βαρνάβα, ήταν ο “Συμεών ο καλούμενος Νίγερ”(Πραξ. 13,1) δηλαδή με το παράνομα ο μαύρος. Αυτός και ο Αιθίοπας που μετέστρεψε ο Απόστολος Φίλιππος (Πραξ. 8,26) είναι οι πρώτοι γνωστοί μαύροι Χριστιανοί. Ὁ Ἁγιος Εἰρηναῖος Ἐπίσκόπος Lyons Γαλλίας (+202) μας ενημερώνει για μια παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Αιθίοπας που εκχριστιάνισε ο Απόστολος Φίλιππος εργάστηκε στην πατρίδα του ιεραποστολικά.

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΑΙΘΙΟΠΑΣ

Στίς Πρά­ξεις τῶν Ἀ­πο­στό­λων (Κεφ.η΄, 26-40), ἀ­να­φέ­ρε­ται μέ πο­λύ γρα­φι­κό­τη­τα, ἡ θαυ­μα­στή ἱ­στο­ρί­α τῆς βά­πτι­σης τοῦ πρώ­του Αἰ­θί­ο­πα Χρι­στι­α­νοῦ. Θε­ω­ροῦ­με ὠ­φέ­λι­μο νά ἀ­να­πτύ­ξου­με αὐ­τό τό γε­γο­νός, γι­ά νά λά­βουν οἱ ἀ­να­γνῶ­στες μας πε­ρισ­σό­τε­ρη γνώ­ση.

Ἡ Αἰ­θι­ο­πί­α ἤ ὅ­πως πα­λαι­ό­τε­ρα ὀ­νο­μα­ζό­ταν Ἀ­βησ­συ­νί­α, εἶ­ναι μι­ά χώ­ρα τῆς Ἀ­να­το­λι­κο­κε­ντρι­κῆς Ἀ­φρι­κῆς. Πα­λαι­ό­τε­ρα ἦ­ταν ἕ­να ἀ­πό τά με­γα­λύ­τε­ρα βα­σί­λει­α. Ἀ­πό τή χώ­ρα αὐ­τή κα­τά­γο­νταν ὁ ἀ­να­φε­ρό­με­νος στή Ἀ­πο­στο­λι­κή πε­ρι­κο­πή. 

Ἄς δοῦ­με ὅ­μως ποι­ός ἦ­ταν ὁ πρῶ­τος Χρι­στι­α­νός Αἰ­θί­ο­πας.  Τό ὄ­νο­μά του δέν ἀ­να­φέ­ρε­ται, οὔ­τε καί με­τά τήν βά­πτι­σή του ἀ­πό τόν Ἀ­πό­στολο καί Δι­ά­κο­νο Φί­λιπ­πο. Ἡ πε­ρι­κο­πή μᾶς μι­λᾶ γι­ά· «ἀ­νήρ Αἰ­θί­οψ εὐ­νοῦ­χος δυ­νά­στης Καν­δά­κης τῆς βα­σι­λίσ­σης Αἰ­θι­ό­πων, ὅς ἦν ἐ­πί πά­σης τῆς γά­ζης αὐ­τῆς, ὅς ἐ­λη­λύ­θει προ­σκυ­νή­σων εἰς Ἰ­ε­ρο­σό­λυ­μα».

Ὅ­πως εἴ­πα­με πι­ό πά­νω, ἡ Αἰ­θι­ο­πί­α δέν εἶ­χε τήν φτώ­χει­α καί τήν δυ­στυ­χί­α τῆς ση­με­ρι­νῆς ἐ­πο­χῆς. Ὑ­πῆρ­ξε μί­α εὔ­φο­ρη καί δυ­να­τή χώ­ρα. Κά­πο­τε μά­λι­στα κα­τέ­κτη­σε καί τήν Αἴ­γυ­πτο. Κα­τά τήν ἐ­πο­χή τοῦ Κυ­ρί­ου ἡ­μῶν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, στό θρό­νο τῆς Αἰ­θι­ο­πί­ας ἦ­ταν βα­σί­λισ­σα. Οἱ βα­σί­λισ­σες καί οἱ βα­σι­λο­μή­το­ρες ὀ­νο­μα­ζό­ντου­σαν «Καν­δᾶ­κες», ὅ­πως μαρ­τυ­ροῦν ἀρ­χαῖ­οι Ἱ­στο­ρι­κοί (Πλί­νι­ος «ὁ πρε­σβύ­τε­ρος», 1ος αἰ­ώ­νας π. Χ. κ.ἄ.), του­λά­χι­στον ἀ­πό τήν ἐ­πο­χή τοῦ Καί­σα­ρα Αὔ­γου­στου (30 π.Χ.) μέ­χρι τόν Αὐ­το­κρά­το­ρα Βε­σπε­σι­α­νό (-79 μ.Χ.). Αὐ­τό πα­ρα­τη­ρεῖ­ται καί σέ ἄλ­λες χῶ­ρες, ὅ­πως π.χ. στήν Αἴ­γυ­πτο οἱ βα­σι­λεῖς ὀ­νο­μα­ζό­ντου­σαν Φα­ρα­ώ, καί Σέ­λευ­κοι οἱ ἄρ­χο­ντες τῆς Συ­ρί­ας.

Ὁ Αἰ­θί­ο­πας λοι­πόν τῆς πε­ρι­κο­πῆς, ἦ­ταν ση­μα­ντι­κό πρό­σω­πο στή πα­τρί­δα του. Άνα­φέ­ρε­ται «ευνοῦχος» πού ση­μαί­νει ἤ ὅ­τι ἦ­ταν κα­τά κυ­ρι­ο­λε­ξί­α ευνοῦχος καί ἔ­φο­ρος τοῦ γυ­ναι­κω­νί­τη τοῦ πα­λα­τι­οῦ ἤ μᾶλ­λον καί τό πλέ­ον πι­θα­νό­τε­ρο ἀ­φοῦ στό θρό­νο ἦ­ταν βα­σί­λισ­σα ὅ­τι ἦ­ταν αὐ­λι­κός, ἄν­θρω­πος ἐ­μπι­στο­σύ­νης τῆς βα­σί­λισ­σας. Τό «δυ­νά­στης» μᾶς λέ­ει τήν κρα­τι­κή ὑ­πε­ρο­χή πού εἶ­χε. Ἄλ­λω­στε, τό ὅ­τι το­νί­ζε­ται· «ἦν ἐ­πί πά­σης τῆς γά­ζης αὐ­τῆς» ση­μαί­νει ὅ­τι τό ἀ­ξί­ω­μά του ἦ­ταν πο­λύ ψη­λό, σή­με­ρα θά τόν ὀ­νο­μά­ζα­με Ὑ­πουρ­γό Οἰ­κο­νο­μι­κῶν. Αὐ­τό πού πρέ­πει νά θε­ω­ρη­θεῖ βέ­βαι­ο, εἶ­ναι ὅ­τι ἦ­ταν σί­γου­ρα Ἰ­ου­δαῖ­ος στό γέ­νος καί στή θρη­σκεί­α, γι­α­τί πρῶ­το εἶ­χε ἔρ­θει στά Ἰ­ε­ρο­σό­λυ­μα νά προ­σκυ­νή­σει καί δεύ­τε­ρο γνώ­ρι­ζε νά δι­α­βά­ζει Ἑ­βραϊ­κά, ἀ­φοῦ ὁ Ἀ­πόστολος Φί­λιπ­πος τό βρῆ­κε νά δι­α­βά­ζει τό βι­βλί­ο τοῦ προφήτου Ἠ­σαΐ­α. Δέν εἶ­ναι πα­ρά­ξε­νο ἕ­νας Ἑ­βραῖ­ος στό γέ­νος καί τή θρη­σκεί­α νά εἶ­χε ἀ­πο­κτή­σει τέ­τοι­ο ἀ­ξί­ω­μα στή χώ­ρα πού ἔ­με­νε. Σᾶς θυ­μί­ζω τόν Ἰ­ω­σήφ τόν γι­ό τοῦ Ἰ­α­κώβ στήν Αἴ­γυ­πτο καί τόν Δα­νι­ήλ στή Βα­βυ­λώ­να. Τό προ­σκυ­νη­μα­τι­κό αὐ­τό τα­ξί­δι τοῦ Ἑ­βραί­ου αὐ­τοῦ Αἰ­θί­ο­πα, στά Ἰ­ε­ρο­σό­λυ­μα, ἔ­γι­νε τίς ἡ­μέ­ρες τοῦ πά­θους, τοῦ θα­νά­του καί τῆς Ἀ­να­στά­σε­ως τοῦ Χρι­στοῦ. Πολ­λά θά ἄ­κου­σε καί τοῦ κί­νη­σε τό ἐν­δι­α­φέ­ρον νά ἐ­ρευ­νή­σει τό γε­γο­νός. Στήν ἐ­πι­στρο­φή του λοι­πόν πρός τήν Αἰ­θι­ο­πί­α, ἄρ­χι­σε νά δι­α­βά­ζει τό Νό­μο καί τούς Προ­φή­τες, γι­ά νά μά­θε ἄν πρά­γμα­τι τά ὅ­σα ἀ­να­φε­ρό­ντου­σαν ἐ­κεῖ γι­ά τόν Μεσ­σί­α, ἀ­λη­θεύ­α­νε στό πρό­σω­πο τοῦ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ. Πρα­γμα­τι­κά, φαί­νε­ται ὅ­τι ὁ Αἰ­θί­ο­πας ἐ­κεῖ­νος κα­τη­χή­θη­κε κυ­ρί­ως ἀ­πό τό βι­βλί­ο τοῦ προφ. Ἠ­σαΐ­α καί ὅ­ταν πα­ρου­σι­ά­στη­κε ὁ Ἀ­πόστολο Φί­λιπ­πος, χρει­ά­στη­κε μό­νο νά τόν βα­πτί­σει.

Ἔ­τσι ὁ ἀ­ξι­ω­μα­τοῦ­χος αὐ­τός Αἰ­θί­ο­πας, ὑ­πῆρ­ξε ὁ πρῶ­τος Χρι­στι­α­νός τῆς Αἰ­θι­ο­πί­ας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου