Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2019

Άγιος Νεομάρτυς Αναστάσιος εκ Παραμυθίας Θεσπρωτίας. Ημέρα Μνήμης: 18 Νοεμβρίου.

Άγιος Νεομάρτυς Αναστάσιος εκ Παραμυθίας Θεσπρωτίας. Ημέρα Μνήμης: 18 Νοεμβρίου.



Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀναστάσιος γεννήθηκε στὴν Παραμυθιά τῆς Θεσπρωτίας περὶ τὸ ἔτος 1730. Ἦταν τὰ χρόνια τῆς σκληρῆς τουρκικῆς σκλαβιᾶς, καὶ οἱ Ἕλληνες χριστιανοὶ ὑπέφεραν τὰ πάνδεινα. Ἐστεροῦντο τὴν προσωπική τους ἐλευθερία καὶ δὲν ὄριζαν τίποτε, οὔτε τὰ σπίτια τους, οὔτε τὴν περιουσία τους, ἀκόμη οὔτε καὶ τὰ ἀγαπημένα τους πρόσωπα, τὶς συζύγους, τὶς ἀδελφὲς καὶ τὰ παιδιά τους.

Ἡ ψυχὴ τοῦ Ἁγίου ἦταν γεμάτη ἀπὸ τὴν φλόγα τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν σκλαβωμένη πατρίδα. Ἔλπιζε βάσιμα ὅτι κάποτε ὁ Πανάγαθος Θεός, θὰ ἔβλεπε τὸν πόνο καὶ θὰ ἄκουγε τὶς θερμὲς προσευχὲς τῶν ραγιάδων καὶ θὰ τοὺς χάριζε τὴν πολυπόθητη ἐλευθερία.  Ἀκόμη, κρατοῦσε μέσα στὴν ψυχή του, σὰν ἱερὰ εἰκονίσματα, τὶς μορφὲς τῶν γονέων του καὶ τῶν ἀδελφῶν του, ποὺ προστάτευε ἀπὸ κάθε βεβήλωση τῶν ἀπίστων.

Μιά μέρα, καθὼς βγῆκε ἔξω στὰ χωράφια μὲ τὴν ἀδελφή του καὶ ἄλλους χριστιανούς, γιὰ νὰ ἐργασθοῦν, βρέθηκαν ξαφνικὰ μπροστὰ σὲ μιά ὁμάδα νέων μουσουλμάνων μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν γιὸ τοῦ πασᾶ, Μουσᾶ. Ὅταν εἶδαν τὴν ὡραιότατη ἀδελφὴ τοῦ Ἀναστασίου κατελήφθησαν ἀπὸ μεγάλο πειρασμὸ καὶ ὅρμησαν νὰ τὴν ἁρπάξουν μὲ τὴν βία καὶ νὰ τὴν κακοποιήσουν. Μόλις ὁ Ἅγιος εἶδε τὶς κινήσεις τους καὶ διέγνωσε τὶς προθέσεις τους, ὅρμησε ἐναντίον τους, συνεπλάκη μαζύ τους καὶ μὲ τὴν μεγάλη δύναμη ποὺ εἶχε, τοὺς ἐμπόδισε καὶ ἔδωσε τὴν εὐκαιρία στὴν ἀδελφή του νὰ ἀπομακρυνθῆ καὶ νὰ διαφύγη τὸν κίνδυνο. Τὴν ἐνέργεια αὐτή, τὴν θεώρησαν πολὺ προσβλητικὴ οἱ Τοῦρκοι καὶ γι’ αὐτὸ κατέφυγαν στὸν πασᾶ καὶ τοῦ κατήγγειλαν τὸ γεγονὸς τελείως παραποιημένο, ὅτι, δηλαδή, ὁ Ἀναστάσιος χωρὶς αἰτία τοὺς ἐπετέθη, τοὺς ἐξύβρισε καὶ τοὺς ἐκτύπησε. Ἀκόμη, εἶπαν ψευδόμενοι, ὅτι σὲ κάποια στιγμὴ ὁ Ἀναστάσιος τοὺς ὑποσχέθηκε νὰ ἀλλάξη πίστη καὶ νὰ γίνη μωαμεθανός.


Ὁ πασᾶς, πατέρας τοῦ Μουσᾶ, διατάζει ἀμέσως νὰ συλλάβουν τὸν Ἀναστάσιο καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν μπροστά του. Βλέποντας ἕνα λεβεντόκορμο καὶ πανέξυπνο παλικάρι, τὸ λυπήθηκε καὶ δὲν θέλησε νὰ τὸ βασανίση καὶ νὰ τὸ θανάτωση, ἐλπίζοντας ὅτι μποροῦσε νὰ τοῦ ἀλλάξη τὴν πίστη μὲ διάφορα δελεάσματα καὶ ὑποσχέσεις. Τὸν φυλακίζει λοιπὸν προσωρινὰ καὶ τὴν ἄλλη μέρα διατάζει, νὰ τὸν φέρουν μπροστὰ του γιὰ νὰ τὸν ἀνακρίνη.

Μὲ προσποιητὴ ἠρεμία καὶ εὐγένεια προσπάθησε νὰ κερδίση τὴν ἐμπιστοσύνη του. «Κρίμα μπρὲ Ἀναστάση, ἐσὺ ἕνα τέτοιο παλικάρι μὲ δύναμη, ἐξυπνάδα καὶ ὀμορφιά, νὰ μένης στὴ θέση τοῦ ραγιᾶ. Ἐσὺ θὰ μποροῦσες νὰ γίνης μεγάλος ἄρχοντας, μὲ μεγάλα ἀξιώματα, μὲ χρήματα καὶ ἀπολαύσεις στὸ Σαράϊ. Ἐγώ, δὲν στὸ κρύβω, σὲ συμπάθησα πολὺ καὶ θέλω νὰ σὲ βοηθήσω καὶ νὰ σὲ ἀναδείξω τρανὸ πασᾶ μιάν ἡμέρα.  Ἀρκεῖ καὶ σὺ νὰ τὸ θέλης καὶ νὰ ἀλλάξης αὐτὲς τὶς παλιὲς καὶ καθυστερημένες ἰδέες ποὺ ἔχεις. Νὰ ἀφήσης τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ἀκολουθήσης τὴν θρησκεία τοῦ μεγάλου μας προφήτη Μωάμεθ. Τότε θὰ σὲ ντύσω μὲ μετάξια καὶ θὰ σὲ στολίσω μὲ χρυσαφικά. Καὶ ὅ,τι ζητήσης στὴ ζωή σου, θὰ τὸ ἔχης μὲ τὸ παραπάνω».

Αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλὰ ἔλεγε καὶ ὑποσχόταν ὁ πασᾶς στὸν Ἅγιο. Ἐκείνου ὅμως ὁ νοῦς καὶ ἡ ψυχὴ ἦταν ἀνεβασμένα στὸν οὐρανό.  Καὶ ὅσο ὁ πασᾶς τοῦ μιλοῦσε καὶ τοῦ ἔταζε διάφορα, αὐτὸς παρακαλοῦσε τὸν Χριστὸ νὰ τὸν στήριξη καὶ νὰ τὸν ἀξιώση μέχρι τὸ τέλος νὰ ὁμολογήση τὴν ἁγία χριστιανικὴ πίστη μπροστὰ στὸν πασᾶ καὶ τοὺς ἀλλόθρησκους.

Ὅταν ὁ πασᾶς τελείωσε τὰ ταξίματα καὶ τὶς ὑποσχέσεις του, ὁ ἅγιος μὲ θάρρος καὶ γενναιότητα τοῦ ἀπάντησε:  «Σὲ εὐχαριστῶ πασᾶ μου γιὰ τὴν καλή σου διάθεση καὶ γιὰ ὅλα τὰ ἀγαθά, ποὺ ὑπόσχεσαι νὰ μοῦ δώσης. Ἐγὼ ὅμως χριστιανὸς γεννήθηκα καὶ χριστιανὸς θὰ πεθάνω. Καὶ δὲν ἀλλάζω τὴν ἁγία πίστη τοῦ Χριστοῦ μου μὲ ὅλα τὰ ἀγαθὰ καὶ τοὺς θησαυροὺς τῆς γῆς».

Βλέποντας τὴν γενναία καὶ ἄκαμπτη στάση τοῦ μάρτυρα ὁ πασᾶς, διέταξε νὰ τὸν φυλακίσουν καὶ νὰ τὸν βασανίζουν κάθε μέρα, μέχρι νὰ ἀλλάξη γνώμη καὶ νὰ ἀρνηθῆ τὸν Χριστό. Ὁ μάρτυρας μέσα στὴν ὑγρή  καὶ σκοτεινὴ φυλακή, αἱμόφυρτος καὶ καταπληγωμένος στὸ σῶμα, προσευχόταν διαρκῶς στὸν Κύριο, νὰ τὸν ἐνισχύη στὸ μαρτύριό του μέχρι τὸ τέλος, καὶ ὁ Κύριος τοῦ ἔστελνε ἐνίσχυση καὶ παρηγοριὰ μὲ τοὺς ἀγγέλους Του.

Ὁ γιὸς τοῦ πασᾶ, ὁ Μουσᾶς, ἦταν στὸ βάθος καλοπροαίρετος ἄνθρωπος καὶ πολὺ μετάνοιωσε, ποὺ ἔγινε αἰτία νὰ φθάση ὁ Ἅγιος στὰ χέρια τοῦ σκληροῦ πατέρα του. Ζητώντας κάποια ἐξιλέωση καὶ ἀνακούφιση γιὰ τὴν ψυχή του, ἀπεφάσισε νὰ πάη κρυφὰ μιά μέρα στὴν φυλακὴ καὶ νὰ ἐπισκεφθῆ τὸν Ἅγιο. Μπαίνοντας μέσα κρυφὰ καὶ πολὺ προσεκτικὰ γιὰ νὰ μὴ τὸν δὴ καὶ τὸν ἀκούση κανείς, βρέθηκε μπροστὰ σὲ ἕνα ἐξαίσιο θέαμα, ποὺ ἔπαιξε καθοριστικὸ ρόλο γιὰ τὴν συνέχεια τῆς ζωῆς του. Βλέπει δυὸ ὁλόφωτους ἀγγέλους νὰ στέκωνται κοντὰ στὸν μάρτυρα, νὰ τὸν ἐνισχύουν καὶ νὰ τὸν παρηγοροῦν, καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου νὰ λάμπη ὁλόφωτο.  Αὐτὴ ἡ ὀπτασία τὸν ἔκανε νὰ καταλάβη, ὅτι κάτι πολὺ σπουδαῖο συμβαίνει μὲ τοὺς χριστιανούς, καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν μάρτυρα νὰ τοῦ ἐξηγήση. Ὁ Ἅγιος τοῦ ἐξήγησε τὴν ὀπτασία. Τοῦ εἶπε ὅτι οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ συνοδεύουν πάντοτε καὶ σὲ κάθε βῆμα τοὺς χριστιανοὺς καὶ τοὺς προστατεύουν. Ὁ Μουσᾶς ἐθαύμασε καὶ ἐζήτησε ἀπὸ τὸν Ἀναστάσιο νὰ τοῦ διδάξη τὴν χριστιανικὴ πίστη, καὶ αὐτὸς τὸν κατήχησε.

Ὅταν, μετὰ ἀπὸ ἀρκετὴ ἀναμονὴ μέσα σὲ πολλὰ μαρτύρια, εἶδε ὁ πασᾶς, ὅτι ὁ Άγιος δὲν πείθεται καὶ δὲν ἀλλάζει γνώμη, διέταξε τὴν ἐκτέλεσή του μὲ ἀποκεφαλισμό. Στέλνει λοιπὸν ἕνα δήμιο στὴν φυλακὴ καὶ ἀποκεφαλίζει τὸν ἅγιο μάρτυρα Ἀναστάσιο τὴν 18ην Νοεμβρίου τοῦ ἔτους 1850, καὶ ἐκθέτει τὸ ἅγιο λείψανό του, ἀπαγορεύοντας μὲ ποινὴ θανάτου τὸν ἐνταφιασμό του. Οἱ χριστιανοὶ ἔβλεπαν τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρα νὰ μένη ἄσηπτο καὶ φῶς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ νὰ τὸ λούζη τὴν νύχτα.  Μιὰ μέρα ὅμως ἐμφανίζεται ὁ Ἅγιος στὸν ὕπνο τοῦ πασᾶ καὶ τὸν διατάσση νὰ ἐπιτρέψη τὸν ἐνταφιασμὸ τοῦ ἁγίου λειψάνου. Ὁ πασᾶς φοβήθηκε καὶ διέταξε τὴν ταφὴ τοῦ μαρτυρικοῦ σώματος τοῦ Ἁγίου. Τότε παραλαμβάνουν τὸ ἄγιο σῶμα οἱ μοναχοὶ καὶ τὸ ἐνταφιάζουν σὲ μοναστήρι κοντὰ στὴν πόλη.

Τὸ μαρτύριο καὶ ὁ θάνατος τοῦ Ἁγίου, ἔπαιξαν καθοριστικὸ ρόλο στὴν συνέχεια τῆς ζωῆς τοῦ Μουσᾶ.  Ὁ ἴδιος πηγαίνει στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου καὶ τοῦ ζητεῖ συγγνώμη. Καὶ ὁ Ἅγιος, σὲ ἐνύπνιο, τοῦ ἀποκαλύπτει, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ τὸν βοηθήση. Στὴν συνέχεια, λοιπόν, τῆς ζωῆς του, μετανοεῖ, βαπτίζεται στὴν Βενετία καὶ αίρνει τὸ ὄνομα Δημήτριος. Ἀκολούθως γίνεται μοναχὸς στὴν Κέρκυρα καὶ παίρνει τὸ ὄνομα Δανιήλ, μεταβαίνει γιὰ ὑποθέσεις του στὴν Κωνσταντινούπολη, κατόπιν ἐπιστρέφει στὴν Κέρκυρα, ὅπου καὶ ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ.

Ἡ φωτεινὴ ζωὴ καὶ ἡ θυσία τοῦ ἁγίου Ἀναστασίου, ὁδήγησε τὸν Μουσᾶ καὶ πολλοὺς ἀλλόθρησκους στὸν Χριστό.  Καὶ στήριξε τὴν πίστη τῶν ὀρθοδόξων ραγιάδων. Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου μάρτυρος Ἀναστασίου τοῦ ἐκ Παραμυθίας τὴν 18ην Νοεμβρίου. Στὴν Παραμυθιὰ ἔχει οἰκοδομηθῆ πρὸς τιμὴν του μεγαλοπρεπῆς Ναός.

* * *

Μια μέρα του Ιουνίου ο Αναστάσιος με άλλους Χριστιανούς και με την αδελφή του πήγαν στα χωράφια να θερίσουν. Όπως θέριζαν, πέρασε από εκεί ο γιος του πασά ονόματι Μουσάς,με άλλους τούρκους, είδαν την όμορφη αδελφή του Αγίου με ακόλαστη επιθυμία και έσπευσαν να ικανοποιήσουν την ασέλγειά τους. Ο Άγιος όμως με τους άλλους Χριστιανούς ήρθαν στα χέρια μαζί τους δίνοντας έτσι χρόνο στην αδελφή του να φύγει.

Οι Αγαρηνοί προσβεβλημένοι πήγαν στον πασά και είπαν πράγματα διαφορετικά, ότι τάχα ο Αναστάσιος τους είχε δώσει λόγο να γίνει μωαμεθανός και τώρα αρνείται. Ο πασάς έστειλε αμέσως και έφεραν δέσμιο μπροστά του τον αθώο Αναστάσιο. Βλέποντάς τον νέο, ωραίο και ρωμαλέο σκεφτόταν με ποιο τρόπο θα κατάφερνε να τον εξισλαμίσει.

Ο Άγιος, όταν άκουσε τις συκοφαντίες των κατηγόρων περί δήθεν εξομώσεώς του, με θάρρος είπε στον πασά :

Εγώ ουδέποτε είπα τέτοια κουβέντα. Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θα πεθάνω, με τη βοήθεια του Χριστού μου. Όσο για τα αγαθά που μου υπόσχεσαι, δεν ενδιαφέρομαι καθόλου, γιατί έχω πολλά αγαθά αιώνια στους ουρανούς, που δεν συγκρίνονται με τα παρόντα.

Οι συκοφάντες του τότε επανέλαβαν και πάλι :

Δεν είσαι εσύ που έταξες τότε να γίνεις μουσουλμάνος; Γιατί τώρα αρνείσαι και δεν θέλεις να εκπληρώσεις την υπόσχεσή σου;

Ο Άγιος τους αποκρίθηκε :

Όχι μόνο δεν είπα τέτοιο λόγο αλλά ούτε καν σκέφτηκα κάτι τέτοιο. Δεν αρνούμαι την αγία πίστη μου, για την οποία είμαι έτοιμος να πεθάνω. Όλα αυτά είναι συκοφαντίες και ψέμματα. Εγώ Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θα πεθάνω.

Τότε ο πασάς έδωσε διαταγή να τον δείρουν και να τον κλείσουν στη φυλακή. Μετά από λίγες ημέρες επισκέφτηκε τον πασά κάποιος φίλος του και μαθαίνοντας για την υπόθεση συμβούλεψε τον πασά τι να κάνει λέγοντάς του :

Αυτοί οι Χριστιανοί είναι πολύ σκληροί και πεισματάρηδες και δεν αρνούνται την πίστη τους ακόμη κι αν κάποιος τους κάνει τις πιο φοβερές τιμωρίες. Ακόμη κι αυτόν τον θάνατο τον δέχονται για την πίστη τους με μεγάλη προθυμία Εάν θέλεις λοιπόν να τον καταφέρεις, μην τον τιμωρήσεις πλέον αλλά να τον βγάλεις από την φυλακή και με καλό τρόπο να του υποσχεθείς πλούτη, δώρα και αξιώματα και έτσι θα τον καταφέρεις.

Ακούγοντας ο πασάς τις συμβουλές του φίλου του έβγαλε τον Άγιο μάρτυρα από τη φυλακή και άρχισε να τον κολακεύει και να του υπόσχεται πολλά υλικά αγαθά και ότι τελικά θα τον υιοθετήσει, αν ακούσει ό,τι του λέει. Ο φίλος μάλιστα του πασά που στεκόταν εκεί πρόσθεσε πως είχε μια κόρη πολύ όμορφη που θα μπορούσε να του δώσει για γυναίκα του, μαζί με άλογα, χρυσά και πολλά άλλα. Αρκεί να γινόταν μουσουλμάνος.

Ο γενναίος μάρτυς του Χριστού τα άκουγε όλ’ αυτά με φρίκη, βδελυγμία και αποστροφή και με παρρησία τους απάντησε:

Εγώ έχω στους ουρανούς αγαθά, όχι σαν τα δικά σας αλλά ασύγκριτα καλύτερα, πολυτιμότερα και ατέλειωτα. Δεν δέχομαι τα δικά σας τα φθαρτά και τα μάταια,για να μη χάσω εκείνα τα αιώνια. Έτσι λοιπόν την πίστη μου δεν την αρνούμαι με κανένα τρόπο. Μη γένοιτο.

Οι δύο πασάδες έμειναν εμβρόντητοι από την απάντηση του Αγίου και διέταξαν να φυλακιστεί μέχρι να ιδούν τι θα κάνουν.

Ο γιος του πασά, ο Μουσάς, ο οποίος ήταν παρών στην ανάκριση, σκεφτόταν συνετά και αναρωτιόταν : Ποια να είναι άραγε αυτή η πίστη των Χριστιανών, ώστε όχι μόνο δεν υπολογίζουν τα αγαθά του κόσμου αλλά υπομένουν κάθε κακουχία και επώδυνο θάνατο ακόμη για χάρη της; Αυτός ο άνθρωπος μολονότι είναι φτωχός απέρριψε όλα τα αγαθά που του πρότειναν, τα οποία και εγώ, που είμαι τόσο πλούσιος, πεθύμησα,ενώ αυτός τα αρνείται, για να μη χάσει την πίστη του. Ποια να είναι αυτή η πίστη των Χριστιανών την οποία φυλάττουν με τόση ακρίβεια;

Επιθυμώντας να διαφωτιστεί για την χριστιανική πίστη πήγε κρυφά στη φυλακή να συνομιλήσει με τον Αναστάσιο. Εκεί ο Θεός βλέποντας την αγαθή προαίρεση του Μουσά επέτρεψε να δει κάτι θαυμαστό.

Μπαίνοντας στο κελί του Αγίου, τον βλέπει μέσα σε φως και, δεξιά και αριστερά του, δύο αστραπόμορφοι νέοι, άγγελοι και, μη υποφέροντας τη λάμψη, έπεσε κάτω. Ο Άγιος έκανε νόημα στους αγγέλους να φύγουν. Σηκώθηκε τότε ο Μουσάς, πλησίασε και άρχισε τις ερωτήσεις. Ο Άγιος του είπε πως αυτοί είναι άγγελοι και πως εμείς οι Χριστιανοί έχουμε από έναν, ο οποίος μας φυλάει όσο καιρό είμαστε σ’ αυτή τη ζωή και όταν πεθαίνουμε παίρνει την ψυχή μας στον Παράδεισο. Εσείς όλα τα άλλα έθνη έχετε από ένα. Όσο για το ότι περιφρόνησα τα αγαθά που μου πρότεινε ο πατέρας σου, το έκανα διότι εμείς οι Χριστιανοί έχουμε πλούτη στους ουρανούς ανεκλάλητα και αιώνια, με τα οποία συγκρινόμενα όλου του κόσμου τα αγαθά είναι σκιά και μηδέν.

Όταν τ’ άκουσε αυτά ο Μουσάς έπεσε στα πόδια του Αγίου και με την φώτιση του Αγίου Πνεύματος του ζήτησε να τον κάνει Χριστιανό. Ο Αναστάσιος όμως του είπε :

Αυτό δεν μπορεί να γίνει τώρα,γιατί ο πατέρας σου θα εξοντώσει όλους τους Χριστιανούς. Μόνο πίστεψε κρυφά στον Χριστό και να τον παρακαλείς να σε αξιώσει γι’ αυτό που επιθυμείς και ασφαλώς θα οικονομήσει το συμφέρον σου. Του έδειξε δε πως να κάνει τον σταυρό του και πως να προσεύχεται.

Ο πασάς, βλέποντας ωστόσο πως ούτε με κολακείες ούτε με τη βία κατόρθωνε τίποτα, διέταξε να αποκεφαλιστεί ο Άγιος έξω από την πόλη και να μείνει το σώμα του άταφο. Τη νύχτα οι Χριστιανοί έβλεπαν φως να κατεβαίνει από τον ουρανό στο Άγιο λείψανο αλλά δεν τολμούσαν να πλησιάσουν. Ο Άγιος τη νύχτα εμφανίστηκε στο όνειρο του πασά και με απειλητικό τρόπο του ζήτησε να δώσει το λείψανό του στο κοντινό μοναστήρι γα ενταφιασμό. Έντρομος εκείνος ειδοποίησε τους μοναχούς να το παραλάβουν. Πήγαν οι μοναχοί και με λαμπάδες και θυμιατά σήκωσαν το σεπτό λείψανο και το ενταφίασαν με τιμές και ευλάβεια.

Μετά το ένδοξο μαρτύριο του Αγίου Αναστασίου ο Μουσάς ήταν περίλυπος, αποστρεφόταν όλα τα γήινα και παρακαλούσε νυχθημερόν τον Θεό να πραγματοποιηθεί ο πόθος του, δια πρεσβειών του Αγίου. Μια μέρα πηγαίνοντας σε κάποιο γάμο, βρήκε ευκαιρία και περνώντας από τον τάφο του Αγίου προσευχόταν με δάκρυα. Είδε τότε τον Άγιο μάρτυρα λαμπροφορεμένο, με συνοδεία δύο αγγέλων, να του λέει : Μη λυπάσαι, αδελφέ, και θα λάβεις το ποθούμενο.

Έφυγε περιχαρής από το μοναστήρι και πήγε, κατά την εντολή του πατέρα του στους γάμους. Τη νύχτα αστραπόμορφος άγγελος Κυρίου τον ξύπνησε, τον έβγαλε από το σπίτι, όπου εφιλοξενείτο, χωρίς να τον αντιληφθεί κανένας, καθώς οι πόρτες άνοιγαν μόνες τους, και,μετά πολύ δρόμο,τον οδήγησε σε ένα ασκητή που καθόταν κοντά σε μια βρύση. Σε αυτόν παρέδωσε τον Μουσά ο άγγελος του Κυρίου λέγοντάς του : Αυτόν ν’ ακολουθήσεις και αυτός θα σε οδηγήσει σε ό,τι επιθυμείς. Και έφυγε. Ακολούθησε τον ασκητή και οδοιπορώντας έφτασαν στην Πελοπόννησο. Βρίσκοντας μια εκκλησία σε ένα έρημο τόπο προσκύνησαν εκεί. Ο Μουσάς, καταπονημένος από τους κόπους και την στέρηση, είχε αρχίσει να λυπάται αφόρητα και να πολεμείται από τον πειρασμό με την ενθύμηση των γονέων του και της απολαυστικής ζωής. Ο ασκητής βλέποντάς τον σε τέτοια ανάγκη του είπε να μπει πάλι στην εκκλησία να προσευχηθεί. Προσκυνώντας την εικόνα της Παναγίας άκουσε φωνή να του λέει :

Μη λυπάσαι, παιδί μου, για τα πρόσκαιρα αγαθά που άφησες,γιατί ο Υιός μου και Θεός πολλά έπαθε για η σωτηρία του κόσμου. Να χαίρεσαι μάλλον διότι θα αξιωθείς πολλών αγαθών στη Βασιλεία του Θεού.

Επίσης άκουσε φωνή και από την εικόνα του Χριστού. Βγαίνοντας από την εκκλησία πλημμυρισμένος από άπειρη χαρά και έχοντας λησμονήσει κάθε κακοπάθεια ρώτησε τον ασκητή αν μιλούν πάντοτε οι άγιες εικόνες και εκείνος του απάντησε: Όχι πάντα, μόνο όταν υπάρχει ανάγκη.

Από το λιμάνι της Πάτρας, με συστατικά γράμματα του γέροντα και μια θαυματουργή εικόνα της Παναγίας,ο Μουσάς πέρασε στη Βενετία. Εκεί βαφτίστηκε Χριστιανός και ονομάστηκε Δημήτριος.

Μετά από λίγο καιρό πήγε στην Κέρκυρα να προσκυνήσει το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνος. Στην Κέρκυρα έγινε μοναχός με το όνομα Δανιήλ. Από την Κέρκυρα πήγε στην Κωνσταντινούπολη με σφοδρή επιθυμία να μαρτυρήσει. Εκεί είχε και θαυμαστή οπτασία, όπου του απεκαλύφθη η απελευθέρωση των Χριστιανών από τους Τούρκους, την οποία και συνέγραψε. Όμως οι Χριστιανοί τον απέτρεψαν από το μαρτύριο, για να μη προκληθεί διωγμός εναντίον τους. Τελικά επέστρεψε στην Κέρκυρα, όπου και εκοιμήθη, αφού πρώτα έχτισε ναό προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου στη Μυρτιά.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐναθλήσας νομίμως Νεομάρτυς περίδοξος, ὤφθης ἐν ὑστέροις τοῖς χρόνοις, Ἀθλητὰ Ἀναστάσιε· διὸ Παραμυθία εὐσεβῶς, ὡς θεῖον μακαρίζει σε βλαστόν, καὶ ὡς ἔνθεον μεσίτην πρὸς τὸν Χριστόν, τιμᾷ σε ἀνακράζουσι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ ἡμῖν χάριν καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθείς.
Ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρικῶς ἐναθλήσας, τῆς τῶν Μαρτύρων ἠξιώθης εὐκλείας, ἐν τοῖς ἐσχάτοις χρόνοις Ἀναστάσιε· ἄνθος γὰρ νεότητος, παριδὼν θεοφρόνως, ἀνδρικῶς ὑπέμεινας, τὴν τομὴν τοῦ αὐχένος· καὶ αἰωνίου δόξης μετασχών, Χριστὸν δυσώπει, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Τῆς Παραμυθίας τερπνὸς βλαστός, καὶ πάσης Ἠπείρου, νέον κλέος ὤφθης σοφέ· ὅθεν σου τὴν μνήμην, τελοῦμεν τὴν ἁγίαν, χαρμονικῶς τιμῶντές σε Ἀναστάσιε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου