Ἁγία Λιουμπὸβ (Ἀγάπη) τοῦ Ριαζάν, ἡ διὰ Χριστὸν Σαλὴ. Ήμέρα Μνήμης: 8 Φεβρουαρίου.
Ἡ ῾Ἁγία Λιουμπὸβ Σημένοβα Σουσάνοβα γεννήθηκε τὴν 28η Αὐγούστου 1852 στὴν πόλι Ριαζὰν τῆς Ρωσίας.
Οἱ γονεῖς της, Συμεὼν καὶ Μαρία Σουχάνωφ, ἀπέκτησαν καὶ ἄλλα τρία παιδιά, τὸν Βασίλειο, τὸν Γρηγόριο καὶ τὴν Ὄλγα. Ἡ Λιουμπὸβ ἦταν ἐκ μικρᾶς ἡλικίας παράλυτη στὸ πόδι. Σὲ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν ἰατρεύθη, ὅταν τῆς ἐμφανίσθηκε ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Θαυματουργός, ὁ ὁποῖος τῆς συνέστησε νὰ ἀκολουθήση τὴν ἀσκητικὴ πολιτεία τῆς Σαλότητος χάριν τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.
Παρέμεινε τρία ἔτη ἔγκλειστη στὸ σπίτι της, ὅπου ζοῦσε μὲ τὴν μητέρα καὶ τὴν ἀδελφή της. Ὅταν ἔφθασε ὁ κατάλληλος χρόνος, ἐξῆλθε γιὰ νὰ ἀναλάβη τὸν ἀσυνήθιστο ἀγῶνα της καὶ ἔζησε ὅλη τὴν ζωή της στοὺς δρόμους τοῦ Ριαζάν, πλησιάζουσα μὲ ἱλαρότητα τοὺς περαστικούς, στοὺς ὁποίους ἀπεκάλυπτε τὸ μέλλον τους.
Ἡ μακαρία Λιουμπὸβ ἐπισκεπτόταν πολλὲς Ἐκκλησίες στὸ Ριαζάν, ἀλλὰ ἀγαποῦσε ἰδιαιτέρως τὴν γυναικεία Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν, ὅπου ἔζησε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα φιλοξενούμενη ἀπὸ κάποιες Μοναχὲς καὶ ἀπὸ τὴν Ἡγουμένη Αἰκατερίνη.
Ἡ προσφορά της στὸν Θεὸ καὶ στοὺς συνανθρώπους της ἦταν ἡ προσευχὴ γιὰ τὸν πλησίον καὶ ἕνας καλὸς λόγος. Μερικὲς φορὲς εἰσερχόταν στὰ καταστήματα καὶ ἔπαιρνε κάτι ἀπὸ τὰ προτιθέμενα ἀγαθά. Ποτὲ δὲν διεμαρτυρόταν ὁ καταστηματάρχης, διότι ἐγνώριζε ἐκ πείρας, ὅτι ἐκείνη τὴν ἡμέρα θὰ ἔκανε «χρυσὲς δουλειές». Ὅσα ἔπαιρνε τὰ διεμοίραζε στοὺς πτωχοὺς τῆς πόλεως.
Ἡ Λιουμπὸβ ἐρχόταν χωρὶς πρόσκλησι σὲ ὁποιοδήποτε σπίτι, εὕρισκε ἕνα ψαλίδι καὶ ἕνα χαρτί, ἔκοβε ἕνα σκιαγράφημα, τὸ ὁποῖο χάριζε στὸν οἰκοδεσπότη. Μὲ τὸν ἀσυνήθιστο αὐτὸ τρόπο, προειδοποιοῦσε καὶ προεφήτευε, π.χ. σὲ ὅποιον ἔδινε ἕνα ἄλογο ἢ ἕνα ἀτμόπλοιο, σήμαινε ὅτι αὐτὸς θὰ ἔκανε κάποιο ταξίδι, σὲ ὅποιον ἔδινε ἕνα στεφάνι, θὰ νυμφευόταν, σὲ ὅποιον ἔδινε ἕνα φέρερτο, θὰ τὸν εὕρισκε σύντομα ὁ θάνατος. Ἔδινε τὰ σκιαγραφήματα αὐτὰ σιωπηλὰ καὶ ἔφευγε.
Ἡ Λιουμπὸβ ἦταν προικισμένη μὲ τὸ προορατικὸ χάρισμα καὶ ὅ,τι προεφήτευε γινόταν.
Στὶς ἀρχὲς τοῦ 1917, περιπλανιώταν στοὺς δρόμους τῆς πόλεως καὶ ἐπαναλάμβανε τὸ ἑξῆς: «Τὰ τείχη τῆς Ἱεριχοῦς πέφτουν, τὰ τείχη τῆς Ἱεριχοῦς πέφτουν». Μὲ τὴν ἔναρξι τῆς Ἐπαναστάσεως ὅλοι κατάλαβαν τὸν λόγο, γιὰ τὸν ὁποῖο τοὺς προειδοποιοῦσε ἡ Μακαρία.
Σὲ ἡλικιωμένες Μοναχὲς τῆς Μονῆς τοῦ Καζὰν προεφήτευσε: «Μερικὲς ἀπὸ ἐσᾶς θὰ ἀφήσετε τὰ κοκαλάκιά σας στὸ Μοναστήρι, ὄχι ὅμως ὅλες». Σύντομα ἡ Μονὴ ἔκλεισε.
Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ τὴν 8η Φεβρουαρίου 1921. Ἐνταφιάσθηκε στὸ Κοιμητήριο τῆς «Παναγίας πάντων θλιβομένων ἡ Χαρὰ» τοῦ Ριαζὰν καὶ ὁ τάφος της ἔγινε ἔκτοτε τόπος προσκυνήματος.
Τὴν 12η Ἰανουαρίου 1987, συναριθμήθηκε στὴν χορεία τῶν Ἁγίων τοῦ Ριαζάν, ὡς τοπικὰ τιμωμένη Ἁγία.
Ἀπὸ τὸν Ἰούνιο τοῦ 1998, τὰ τίμια Λείψανα Αὐτῆς ἀναπαύονται στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Θαυματουργοῦ, στὴν περιοχὴ Ἰάμσκαϊα στὸ Ριαζάν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου