Κατά τη διάρκεια των διωγμών που υπέστη η Εκκλησία τους πρώτους τρεις αιώνες, πολλές χιλιάδες χριστιανοί από όλα τα κοινωνικά στρώματα έχασαν τη ζωή τους με τρόπους που δεν μπορεί να φανταστεί κανείς. Αυτό συνέβαινε απλώς επειδή αυτές οι γενναίες ψυχές αρνήθηκαν να κάψουν θυμίαμα και να ομολογήσουν: «Ο Καίσαρας είναι θεός». Από την Ισπανία και τη Βρετανία έως τη Μικρά Ασία, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο, το αίμα των μαρτύρων έγινε ο σπόρος της Εκκλησίας κατά τη διάρκεια τεσσάρων μεγάλων και πολλών μικρών διώξεων. Ο τελευταίος και σκληρότερος από αυτούς τους διωγμούς διεξήχθη από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Διοκλητιανό υπό την ηθική αυτουργία του συν-αυτοκράτορα Γαλερίου.
Για οκτώ χρόνια, από το 303 - 311 μ.Χ., οι χριστιανοί κυνηγήθηκαν, βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν μετά από εντολή μιας κυβέρνησης που ήταν αποφασισμένη να εξαλείψει την Πίστη, μια για πάντα. Μία από τους φημισμένους μάρτυρες αυτής της ταραχώδους εποχής ήταν και η Αγία Παρθενομάρτυς Λεοκάδια του Τολέδο.
Γεννημένη από μια σεβαστή οικογένεια στο Τολέδο της Ισπανίας, συνελήφθη από τον Δακιανό, τον βίαιο κυβερνήτη της επαρχίας, ο οποίος ήταν πολύ πρόθυμος να εκτελέσει τα διατάγματα του Διοκλητιανού. Περιγράφεται ως ο πιο άγριος διωκτής των χριστιανών στην Ισπανία και δεν είχε παρά απόλυτη περιφρόνηση για την πίστη.
Η Αγία Λεοκάδια συνελήφθη με διαταγή του κυβερνήτη ύστερα από τη δημόσια ομολογία της ότι είναι χριστιανή. Κλήθηκε ενώπιον του δικαστηρίου όπου η Αγία με θάρρος υπερασπίστηκε την πίστη της στον Χριστό. Ο δικαστής στην αρχή με κολακείες και υποσχέσεις προσπάθησε να πείσει την Αγία να αρνηθεί τον Χριστό χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Ο δικαστής εξαγριωμένος προσπάθησε να την μεταπείσει με απειλές και φοβέρες, όμως η Αγία απαντούσε ότι τίποτα δεν μπορεί να την χωρίσει τον Ιησού.
Ο κυβερνήτης έδωσε αμέσως εντολή να μαστιγώσουν την Αγία. Οι βασανιστές της την οδήγησαν στον τόπο του μαρτυρίου της όπου άρχισαν να την μαστιγώνουν με λύσσα. Το σώμα της Αγίας είχε γίνει όλο σα μία πληγή και το αίμα πότιζε το έδαφος, όμως η Αγία Μάρτυς υπέμεινε το μαρτύριο με καρτερία για την αγάπη του Χριστού.
Μετά από αυτό οδήγησαν την Αγία στη φυλακή. Στο δρόμο προς τη φυλάκισή της, παρηγορούσε τους Χριστιανούς, λέγοντάς τους ότι ήταν χαρούμενη που υπέφερε για Αυτόν και να μην θρηνούν.
Μέσα στη φυλακή η Αγία άκουσε για το σκληρό μαρτύριο που υπέστει η Αγία Παιδομάρτυς Ευλαλία (τιμάται 22 Αυγούστου). Η Αγία Λεοκάδια πέθανε στη φυλακή στις 9 Δεκεμβρίου, 303 μ.Χ. εξαντλημένη από τα βασανιστήρια.
Πριν παραδώσει την ψυχή της στον Κύριο, η Αγία Λεοκάδια προσευχήθηκε μπροστά σε ένα Σταυρό που είχε χαράξει στον τοίχο της φυλακής με το άγγιγμα της και σώζεται μέχρι σήμερα. Αμέσως μετά το θάνατό της σημειώθηκαν πολλά θαύματα. αργότερα, χτίστηκε μια εκκλησία πάνω από τον τάφο της. Θάφτηκε στο τοπικό νεκροταφείο κοντά στον Τάγο ποταμό.
Η εκκλησία της Αγίας Λεοκαδίας αναφέρεται ως τόπος συνάντησης της Τέταρτης Συνόδου του Τολέδο το 633, καθώς και της πέμπτης το 636 και της έκτης το 638.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Αλφόνσο Ι' της Καστίλης, η φυλακή όπου φέρεται να φυλακίστηκε εξακολουθούσε να αποδεικνύει την παρουσία της. Ένας σύγχρονος μάρτυρας καταγράφει: «Υπάρχει ακόμη, και το αγγίξαμε, το σημάδι του Σταυρού χαραγμένο στην πέτρα, επειδή η μάρτυρας άγγιζε συνεχώς τα τείχη με τα δάχτυλά της».
Κατά τον ένατο αιώνα, τα λείψανα της μετακινήθηκαν κατά τις διώξεις του Αμπντ-αρ-Ραχμάν Β' μεταφέρθηκαν στο Οβιέδο. Ο Αλφόνσο Β' των Αστουριών έχτισε εκεί βασιλική προς τιμήν της. Τον ενδέκατο αιώνα, ένας Κόμης από το Αινώ έφτασε στην Ισπανία ως προσκυνητής στην Κομποστέλα (Η Διαδρομή του Αγίου Ιακώβου της Κομποστέλα). Πολέμησε μαζί με τον Αλφόνσο ΣΤ' του Λεόν και της Καστίλης στις εκστρατείες της Ρεκονκίστα (Reconquista=Ανακατάκτηση, ονομάζεται η διαδικασία κατάκτησης των μουσουλμανικών εδαφών της ιβηρικής χερσονήσου από τα χριστιανικά βασίλεια του βορρά), και έλαβε ως ανταμοιβή τμήμα των ιερών λειψάνων της Αγίας Λεοκαδίας και του Αγίου Σουλπικίου (τιμάται 29 Ιανουαρίου).
Τα λείψανά της ήταν γνωστό ότι βρίσκονταν στο μοναστήρι του Αγίου Γκιλαί (Saint Ghislain) (τιμάται 9 Οκτωβρίου, κοιμήθηκε το 680), στο σημερινό Βέλγιο.
Τα λείψανα της τιμώντουσαν εκεί από τον Φίλιππο Α' της Καστίλης και την σύζυγό του Ιωάννα Α' της Καστίλης, οι οποίοι κατάφεραν να ανακτήσουν την κνήμη της Αγίας και να την δωρίσουν στο Τολέδο. Το αββαείο του Αγίου Γκιλαί υπέστη καταστροφές στους πολέμους του 16ου αιώνα. Ο Φερντινάνδο Άλβαρο δε Τολέδο ή Φερνάντο Άλβαρες δε Τολέδο ι Πιμεντέλ, 3ος Δούκας της Άλμπα επιχείρησε ανεπιτυχώς να σώσει τα υπόλοιπα λείψανά της. Ωστόσο, ένας μοναχός ονόματι Μιχαήλ Ερναντές, που προέρχεται από την επαρχία του Τολέδο, βρήκε τα λείψανα της το 1583. Μετά από πολλά ταξίδια, τα έφερε στη Ρώμη το 1586. Τα έφεραν στη Βαλένθια δια θαλάσσης, και τελικά στο Τολέδο μέσω Κουένκα. Ο Φίλιππος Β' της Ισπανίας προεξήχε μιας επίσημης τελετής για την μετεκομιδή των λειψάνων της στο Τολέδο, τον Απρίλιο του 1587.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου