Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2020

Άγιος Ιερομάρτυς Αθανάσιος του Μπρεστ - Λιτόβσκ. Ημέρα Μνήμης: 5 Σεπτεμβρίου.

Άγιος Ιερομάρτυς Αθανάσιος του Μπρεστ - Λιτόβσκ. Ημέρα Μνήμης: 5 Σεπτεμβρίου.


Ο άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε στην Βίλνα (σημ. πρωτεύουσα της Λιθουανίας) της Μικρορωσίας το 1596, τον ίδιο χρόνο που έγινε στο Μπρεστ-Λιτόβσκ η ψευδοένωση μεταξύ της Ρώμης και ωρισμένων Ρώσων επισκόπων. Υιός ευγενούς στην καταγωγή Λιθουανού, αρκετά πτωχού παρά ταύτα, έλαβε ευρεία και σπάνια μόρφωση για την εποχή του. Ήταν κάτοχος πολλών ξένων και αρχαίων γλωσσών και βαθύς γνώστης τόσο των Πατέρων της Εκκλησίας, όσο και των φιλοσόφων και θεολόγων της Δύσεως.

Για λίγα χρόνια ο άγιος εργαζόταν ως οικοδιδάσκαλος, ώσπου το 1627 εκάρη μοναχός στην μονή του Χουτίν, κοντά στην Όρσα της Μικρορωσίας (σημ. Λευκορωσία). Το προπύργιο αυτό της Ορθοδοξίας, που έμεινε απείρακτο από τις πολωνικές δυνάμεις κατοχής, διεδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στο να αντισταθή ο ορθόδοξος λαός κατά της ρωμαιοκαθολικής προπαγάνδας.

Εν συνεχεία ο Αθανάσιος συμπλήρωσε την μοναχική του κατάρτιση και σε άλλα ονομαστά μοναστήρια. Όταν χειροτονήθηκε ιερεύς, ο μητροπολίτης Κιέβου Πέτρος Μογίλας (1596-1647) του ανέθεσε την ανακαίνιση της μονής του Κουπυάτιτσκ.

Μετά από θεία αποκάλυψη, έκανε ένα επικίνδυνο ταξίδι στην Μόσχα, διασχίζοντας εδάφη κατεχόμενα από Πολωνούς, με σκοπό να εκθέση στον τσάρο την κακή στάση των τοπικών αρχών έναντι των ορθοδόξων στις βορειοδυτικές περιοχές της Ρωσίας και να ζητήση συνδρομή για την ανακαίνιση της μονής του.

Με την βοήθεια της Παναγίας επέτυχε στην αποστολή του και άρχισε τις εργασίες. Δύο χρόνια όμως αργότερα αναγκάσθηκε να τις εγκαταλείψη, διότι εξελέγη ηγούμενος της μονής του οσίου Συμεών του Στυλίτου στο Μπρεστ-Λιτόβσκ.

Από τότε αποδύθηκε σε νέο και ακαταπόνητο αγώνα εναντίον της Ουνίας, του προσηλυτιστικού αυτού τρόπου των Λατίνων που είναι συγκεκαλυμμένος με ορθόδοξα λειτουργικά τυπικά και συνήθειες. Επί οκτώ χρόνια ο άγιος με την προσευχή, το κήρυγμα και τα συγγράμματά του στηλίτευε και απέρριπτε την ψευδοένωση της Μπρεστ, επανέφερε δε τους πλανηθέντας στην ποίμνη του Χριστού.

Οι Πολωνοί στρατιώτες και έποικοι βασάνιζαν τους ορθοδόξους πληθυσμούς των κατεχομένων περιοχών με βαρβαρική ωμότητα, αλλά και οι Ιησουίτες ιεραπόστολοι δεν εδίσταζαν να χρησιμοποιήσουν τις πιο απάνθρωπες μεθόδους, προκειμένου να στερεώσουν την δική τους πίστη στην Μικρορωσία.

Ο άγιος αποφάσισε να μεταβή στον βασιλέα της Πολωνίας Βλαδίσλαο Δ’ (1632-1648), για να μεσολαβήση, ώστε οι ορθόδοξοι να έχουν πιο ανθρώπινη μεταχείριση. Ο βασιλεύς κάμφθηκε από την παράκλησή του και με διάταγμα έθετε τέρμα σε αυτές τις καταχρήσεις της εξουσίας, αλλά οι δημόσιοι λειτουργοί του δεν το εφήρμοσαν.

Στην Βαρσοβία η κατάσταση των ορθοδόξων ήταν ακόμα χειρότερη. Σε εορτάσιμες ημέρες οι Πολωνοί και οι ουνίτες έβαζαν φωτιά σε ορθόδοξες εκκλησίες γεμάτες πιστούς, όπως και άλλοτε κατά την εποχή των μεγάλων διωγμών.

Μόνος στον αγώνα, με μόνη παρηγοριά την Παναγία, ο Αθανάσιος συνέχισε τις προσπάθειές του. Το 1643, ύστερα από μία νέα θεία αποκάλυψη, κατέφυγε για δεύτερη φορά στο Συμβούλιο Επικρατείας της Πολωνίας. Ενώ κέρδισε την προστασία του κράτους υπέρ του ορθοδόξου ποιμνίου του, ορισμένοι ορθόδοξοι γαιοκτήμονες, φοβούμενοι μήπως ζημιωθούν τα συμφέροντά τους, διέδωσαν ότι ήταν τρελλός και κατόρθωσαν να του αφαιρεθή το αξίωμα, να καθαιρεθή από την ιερωσύνη και να σταλή στο Κίεβο για εξέταση.

Παρά τις κακόβουλες προσπάθειές τους ο άγιος δικαιώθηκε και επέστρεψε ως ηγούμενος στο μοναστήρι του, αλλά δεν έμεινε ήσυχος για πολύ· σύντομα ξανάρχισαν οι διωγμοί κατά των ορθοδόξων. Ενώ ετοίμαζε μία αναφορά προς τον βασιλέα της Πολωνίας, συνελήφθη και φυλακίσθηκε προτού την ολοκληρώση.

Αφέθηκε ελεύθερος ύστερα από τρία χρόνια, αλλά το 1648 ο διωγμός συνεχίσθηκε σφοδρότερος. Ήταν τόσο αιματηρός, ώστε ο λαός της Μικρορωσίας εξεγέρθηκε και απαίτησε την αποχώρηση των πολωνολιθουανικών δυνάμεων και την απόδοση των ρωσικών εδαφών στον τσάρο.

Οι πολωνικές αρχές συνέλαβαν αμέσως τους αρχηγούς του κινήματος και τους επιφανεστέρους εκκλησιαστικούς ηγέτες. Ο Αθανάσιος φυλακίσθηκε και, παρά τις παντός είδους σωματικές και ηθικές κακώσεις που υπέστη, τόσο εκ μέρους των δεσμοφυλάκων, όσο και των καθολικών εκκλησιαστικών αρχών, συνέχισε να ελέγχη τους ενωτικούς και να αναθεματίζη την ένωση.

Τον βασάνισαν βάζοντας στο σώμα του αναμμένα κάρβουνα, τον έγδαραν και τον έκαψαν ζωντανό. Επειδή ακόμη ανέπνεε, τον τουφέκισαν, νεκρό τον αποκεφάλισαν και έριξαν το σώμα του σε ένα λάκκο.

Το τίμιο λείψανό του βρέθηκε αργότερα άφθαρτο και μέχρι σήμερα επιτελεί θαύματα.

Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος πρώτος, Σεπτέμβριος, 28. Εκδόσεις Ορμύλια, 2001, σελ. 62.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου