Οσία Γερόντισσα Μαρία-Μαγδαληνή (Marie Madeleine Le Beller) η Γαλλίδα ασκήτρια του Σινά. Ημέρα Μνήμης: 12 Δεκεμβρίου.
Μια μέρα μπήκε στο κελί του Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτη (+1991) μια Γαλλίδα. Και η ίδια και η οικογένειά της είχαν ζήσει ως άθεοι. Άκουσε από κασέτες ομιλίες για την Ορθόδοξη πίστη και άρχισε η αναζήτηση μέσα στην καρδιά της. Έτσι βρέθηκε στο κελί του Αγίου.
«Συνομίλησαν.» Πως, εκείνοι ξέρουν. Στο τέλος της φίλησε το χέρι.
«Για τότε που θα γίνεις αγία», της είπε.
Η Μαρία-Μαγδαληνή ασκήτεψε ολομόναχη στην έρημο του Σινά, στο ίδιο μέρος που είχε ασκητέψει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακας, σε μια σπηλιά.
Κάθε Κυριακή πήγαινε στο μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης να εκκλησιαστεί και να κοινωνήσει. Εκεί ήταν και ο πνευματικός της, που μια μέρα της εμπιστεύθηκε ένα χελιδονάκι νεοσσό με την εντολή να το μεγαλώσει.
Ήταν συμπαραστάτης της κατά τις νυχτερινές ώρες που έκανε τον «κανόνα» της, και στη συνέχεια δεν την άφηνε να κοιμηθεί, καθώς φώλιαζε δίπλα στο αυτί της.
Η ζωή της εκεί δεν πέρασε χωρίς περιπέτειες. Ένας βεδουίνος πήγε να την απαγάγει, αλλά ανέλαβε η αγαπημένη του καμήλα να τον τιμωρήσει. Τον δάγκωσε άσχημα στον ώμο κι έφυγε τρομαγμένος. Στη σπηλιά έβγαιναν τεράστιοι σκορπιοί που δεν την πείραξαν ποτέ.
Οι βεδουίνοι της περιοχής, που τους γιάτρευε τις πληγές, τη σεβάστηκαν τελικά και αφού ο γυναικείος μοναχισμός είναι άγνωστος στους μουσουλμάνους την φώναζαν Αμπούνα Μαρία, δηλαδή Γέροντα–Μαρία!
(Απόσπασμα από το βιβλίο “Η δύναμη της μετανοίας”, εκδ. Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι).
Η οσιότατη αδελφή Μαρία Μαγδαληνή (κατά κόσμον Marie Madeleine Le Beller) εκοιμήθη εν Κυρίω σε ηλικία 67-68 ετών, την 12ην Δεκεμβρίου 2013 (Ν.Η.) ημέρα Πέμπτη και ώρα 13:00 μ.μ. στο ερημητήριό της πλησίον του σπηλαίου του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος στο όρος Σινά.
Απώλεσε την επαφή με το περιβάλλον λίγες ώρες προ της τελευτής της και είχε ένα ειρηνικό τέλος στα χέρια του γέροντός της π. Παύλου Σιναΐτου που έσπευσε να της δώσει την τελευταία Θεία Μετάληψη.
Bαπτίστηκε σε ηλικία 40 ετών περίπου στον Ιορδάνη, το έτος 1986. Έζησε στον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος δεκαοχτώ (18) χρόνια, με πολλούς πειρασμούς και από τους ανθρώπους και από τους δαίμονες.
Έξι μήνες στην αρχή διανυκτέρευε έξω ανάμεσα στα βράχια, άστεγη με ένα υπνόσακο, σ`εκείνη την απαράκλητη έρημο συντροφιά με σκορπιούς και δηλητηριώδη φίδια.
Έζησε μεγάλη απόρριψη, πολλοί την θεωρούσαν τρελή και πλανεμένη. Πούλησε το σπίτι της στο Παρίσι κι αγόρασε ένα κομμάτι γη από ένα βεδουίνο κάτω ακριβώς από το σπήλαιο του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος.
Εκεί υπήρχε μια χαρουπιά κι ένα πηγάδι. Έχτισε σταδιακά πέντε αυτόνομα κελλάκια, ένα μικρό ναΰδριο πάνω σ`ένα βράχο, φύτεψε δένδρα, λίγες ελιές, δυο-τρεις μηλιές και ένα κλήμα και έφτιαξε μικρή στέρνα και κήπο.
Όλη την σκήτη της την περιέφραξε με τείχος. Ζούσε απλά καλλιεργώντας τον κήπο της πλέκοντας κομποσχοίνια και ασχολούμενη τα τελευταία χρόνια με την ξυλογλυπτική οπού σημείωσε μεγάλη πρόοδο κατασκευάζοντας εικόνες για το εκκλησάκι της.
Στην μονή κατέβαινε κάθε Κυριακή αρχικά και αργότερα κάθε δεκαπέντε και τις μεγάλες εορτές για να μεταλαμβάνει.
Κάποιοι πατέρες την συμπαθούσαν και την προστάτευαν αλλά οι πολλοί την απέρριπταν και σε πολλά την δυσκόλευαν. Κάποτε απαγόρευσαν στον π. Παύλο να την δέχεται για εξομολόγηση και δεν της επέτρεπαν την δωρεάν φιλοξενία στον ξενώνα των γυναικών.
Είχε μεγάλη δύναμη ψυχής που την αντλούσε από την ακράδαντη πίστη της και την ευλογία που της είχαν δώσει για εγκαταβίωση στην έρημο του Σινά, ο π. Πορφύριος (νυν Άγιος Πορφύριος) και η μάτουσκα Λιουμπούσκα η δια Χριστόν Σαλή της Αγίας Πετρουπόλεως.
Όλος ο πειρασμός ξεκίνησε από την αγάπη της στην έρημο, ενώ οι πατέρες την ήθελαν να ζει εντός της γυναικείας μονής της Φαράν στην οποία είχε ζήσει δοκιμαστικά ένα χρόνο και μισό στην αρχή.
Όμως δεν αναπαύθηκε και όταν ο Γέρων Παΐσιος επισκέφθηκε τελευταία φορά το Σινά και πέρασε από την Φαράν της έδωσε την ευλογία του να ζήσει στην έρημο αφού την εξέτασε και ευλόγησε το τυπικό της προσευχής της.
Κάθε Πάσχα πήγαινε στα Ιεροσόλυμα πού περνούσε όλη την μεγάλη εβδομάδα και την Διακαινήσιμο επέστρεφε στο αγαπημένο της ασκητήριο. Μετά το Πάσχα του 2009 δεν πήγε ξανά στα Ιεροσόλυμα.
Στις 18 Νοεμβρίου του 2012 (Κυριακή) ήρθε στη Κρήτη άρρωστη πλέον και στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο διεγνώσθη προχωρημένος καρκίνος του εντέρου.
Έφυγε για την Μόσχα που είχε γνωστό της τον επίσκοπο που διοικούσε το νοσοκομείο της ρωσικής εκκλησίας.
Εκεί τις έκαναν παρατεταμένες ιατρικές εξετάσεις και της ζήτησαν να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση και χημειοθεραπείες, στο μεγαλύτερο ιατρικό κέντρο κατά του καρκίνου, της Ρωσίας. Όμως δεν δέχθηκε επιθυμώντας να πεθάνει στην αγαπημένη της σκήτη.
Πήγε για προσκύνημα στον Άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, λούστηκε στην πηγή του και πήρε μεγάλο θάρρος.
Επέστρεψε στο Σινά μέσω Ιταλίας όπου προσκύνησε τον Άγιο Νικόλαο στο Μπάρι κι εκεί γνώρισε την ρωσίδα Ευφροσύνη, την οποία κάλεσε για να την διακονήσει όταν επέστρεψε στο Σινά κι εκείνη ανταποκρίθηκε άμεσα.
Ήρθε κοντά της και την υπηρέτησε μέχρι το τέλος, χωρίς κανένα υλικό όφελος.
Η Ευφροσύνη ήταν δώρο του Θεού γιατί ομιλούσε μόνο ρωσικά τα οποία η Μαρία ελάχιστα ομιλούσε και καταλάβαινε. Όμως είχαν άριστη συνεργασία και την περιποιήθηκε σαν καλή υποταχτική (για δέκα μήνες περίπου), ώστε να κερδίσει και την αγάπη και τον σεβασμό των πατέρων.
Από το Πάσχα του 2013 δεν μετακινήθηκε πλέον ούτε μέχρι την μονή της Αγίας Αικατερίνης, αλλά με μεγάλη ανδρεία και υπομονή εβάστασε τον σταυρό της πολυώδυνης νόσου, χωρίς ιατρική βοήθεια και νοσοκομειακή περίθαλψη.
Την επόμενη της κοίμησής της, η κυρίαρχος μονή της Αγίας Αικατερίνης, μετά την θεία Λειτουργία που έκαναν στο εκκλησάκι της σκήτης της, την μετέφερε με φορείο στο τοπικό νοσοκομείο της περιοχής όπου διεγνώσθη ο θάνατός της και τοποθετήθηκε σε ψύξη μέχρι την έκδοση άδειας ταφής από το Γαλλικό Προξενείο. Τότε συνέβη ένα παράδοξο γεγονός που σχολιάστηκε με θαυμασμό από όσους παραβρέθηκαν εκεί. Από την προηγούμενη το βράδυ είχε ξεσπάσει χιονοθύελλα και κάλυψε στα λευκά όλη την γύρω περιοχή.
Το μοναστήρι έστειλε 14 εργάτες (χριστιανούς κόπτες) για να μεταφέρουν εναλλάξ το σκήνωμά της λόγω της μαινόμενης χιονοθύελλας και του δύσβατου τόπου. Κι ενώ έκαναν περίπου δύο ώρες για να διανύσουν την απόσταση από τον αυτοκινητόδρομο έως το ασκητήριό της (πορεία μίας ώρας το πολύ, υπό κανονικές συνθήκες), όταν σήκωσαν το τίμιο λείψανό της, διήνυσαν την ίδια απόσταση σε σαράντα πέντε λεπτά χωρίς να τους αγγίξει ούτε μια νιφάδα χιονιού, ενώ τα πάντα ήταν ολόλευκα και φωτεινά γύρω τους. Όταν έφθασαν πάνω στον αυτοκινητόδρομο και την απόθεσαν στο αυτοκίνητο που περίμενε εκεί, σε λίγα δευτερόλεπτα βρέθηκαν πάλι μέσα στην χιονοθύελλα και τους κάλυψε το χιόνι.
Η άδεια ταφής δόθηκε στις 17-12-2013 το βράδυ. Ετάφη την 18η Δεκεμβρίου 2013 (Ν.Η.) ημέρα Τετάρτη μετά το μεσημέρι, στο κοιμητήριο της γυναικείας μονής του Προφήτου Μωϋσέως της Φαράν με απόφαση της συνάξεως των πατέρων της μονής της Αγίας Αικατερίνης (όχι στο ασκητήριό της όπως επιθυμούσε).
Δεν παρέστη κανείς γνωστός κι αγαπητός της εκτός την ρωσίδα Ευφροσύνη που την υπηρέτησε με μεγάλη αυταπάρνηση. Ακόμη και μιά γνωστή της γερμανίδα προσήλυτη που βρέθηκε στην θανή της, την άλλαξε και την ξενύχτησε διαβάζοντας της ψαλτήρι, είχε φύγει για τα Ιεροσόλυμα.
Την κήδεψαν ο επίσκοπος Σιναίου κ.κ. Δαμιανός και οι Ιερομόναχοι Μιχαήλ και Ευγένιος της ιδίας μονής. Παρέστησαν και οι 4 μοναχές της μονής Φαράν.
π. Γεώργιος Αθανασάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου