Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2025

Δίκαιος Φινεές. Ημέρα Μνήμης: 2 Σεπτεμβρίου μαζί με το Δίκαιο Ελεάζαρ και 12 Μαρτίου.

Δίκαιος Φινεές. Ημέρα Μνήμης: 2 Σεπτεμβρίου μαζί με το Δίκαιο Ελεάζαρ και 12 Μαρτίου.


Ἔστι Φινεές, ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ πέλας,
Ἡμῖν ἱλασμῷ ψυχικὴν θραῦσιν λύων.

Ο Φινεές ήταν γιος του Ελεάζαρ και εγγονός του Ααρών (Έξοδος 6,25. Ιησούς του Ναυή 24,33. Κριταί 20,28. Α' Παραλειπομένων 5,29-30). Καταγόταν από τη φυλή Λευΐ. Μετά το θάνατο του πατέρα του ο Φινεές έγινε αρχιερέας του Ισραήλ (Κριταί 20,28). Υπήρξε επίσης και άρχοντας της πατριάς των Κοριτών (Α' Παραλειπομένων 9,20). Γιος του Φινεές και διάδοχός του στο αξίωμα του αρχιερέα ήταν ο γιος του ο Αβισού (Αβισουά) (Α' Παραλειπομένων 5,30).

Η πρώτη αναφορά για τον Φινεές αναφέρεται κατά την περίοδο που οι Ισραηλίτες στράφηκαν στην ειδωλολατρία. Ο λαός του Ισραήλ, πριν μπει στη Χαναάν, είχε εγκατασταθεί στην κοιλάδα της Μωάβ, στην περιοχή Σαττείν. Εκεί άρχισε να πορνεύεται με τις Μωαβίτισσες και τις Μαδιανίτισσες. Αυτές τους προσκάλεσαν να συμμετάσχουν στις θυσίες των θεών τους και λάτρεψαν το Βάαλ. Ο Κύριος οργίστηκε πάρα πολύ με τους Ισραηλίτες που πήραν μέρος στη λατρεία του Βάαλ και άρχισε να θανατώνει τους Ισραηλίτες. Τότε ο Φινεές πήρε ένα δόρυ και μ' αυτό σκότωσε ένα Ισραηλίτη, που είχε φέρει στο στρατόπεδο μια Μαδιανίτισσα. Τότε σταμάτησε η συμφορά του Κυρίου ανάμεσα στους Ισραηλίτες. Αυτοί που πέθαναν από τη συμφορά ήταν 24.000. Για την ενέργειά του αυτή και για το ζήλο του για το Θεό του, ο Κύριος τον κατέστησε ιερέα και έκανε διαθήκη αιώνιας ιεροσύνης γι' αυτόν και τους απογόνους του (Αριθμοί 25,1-17. Ψαλμοί 105,28-31).

Αμέσως μετά, όταν οι Ισραηλίτες ήταν στην περιοχή Αραβώθ, κοντά στον Ιορδάνη ποταμό, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, επιτέθηκαν στους Μαδιανίτες, προκειμένου να πάρουν εκδίκηση για την προηγούμενη απιστία του λαού. Ο Μωυσής έστειλε εναντίον τους χίλιους άντρες από κάθε φυλή. Μαζί τους ήταν και ο Φινεές, ο οποίος κρατούσε τα ιερά σκεύη και τη σάλπιγγα για τα διάφορα παραγγέλματα. Οι Ισραηλίτες πολέμησαν εναντίον των Μαδιανιτών και σκότωσαν όλους τους Μαδιανίτες, άντρες και γυναίκες, εκτός από τις νεαρές κοπέλες. Σκότωσαν και τους πέντε βασιλιάδες της Μαδιάμ, τον Ευΐν, τον Ροκόν, τον Σουρ, τον Ουρ και τον Ροβόκ, όπως και τον προφήτη Βαλαάμ, που ήταν μεταξύ των Μαδιανιτών. Άρπαξαν τα ζώα τους, όλα τους τα υπάρχοντα και πυρπόλησαν τις πόλεις τους (Αριθμοί 31,1-24).

Έπειτα από επτά χρόνια τον συναντάμε επικεφαλής των Ισραηλιτών από τη Σηλώ, προς τους απογόνους Ρουβήν, Γαδ και το μισό της φυλής Μανασσή, για να τους συμβουλεύσει να απομακρυνθούν από το θυσιαστήριο που έχτισαν στην περιοχή του ποταμού Ιορδάνη (Ιησούς του Ναυή 22,11-29).

Συγκεκριμένα, όταν οι φυλές αυτές έφτασαν στον Ιορδάνη, οικοδόμησαν στα Γάλγαλα ένα μεγάλο θυσιαστήριο, ως μνημείο ενότητας όλων των φυλών (Ιησούς του Ναυή 22,10). Οι άλλοι Ισραηλίτες όταν άκουσαν, ότι έχτισαν θυσιαστήριο δυτικά του Ιορδάνη, συγκεντρώθηκε ολόκληρη η ισραηλιτική κοινότητα στη Σηλώ, για να εκστρατεύσουν εναντίον των δυόμιση φυλών. Πρώτα όμως έστειλαν το Φινεές, γιο του αρχιερέα Ελεάζαρ, και μαζί του δέκα άρχοντες, χιλίαρχους, έναν από κάθε φυλή, στις δυόμιση αυτές φυλές, στη Γαλαάδ. Πήγαν λοιπόν και τους είπαν εξ ονόματος όλης της ισραηλιτικής κοινότητας, ότι η πράξη τους ήταν προσβλητική για τον Κύριο και τους κάλεσαν να μην αποστατήσουν κατά του Κυρίου, χτίζοντας δικό τους θυσιαστήριο (Ιησούς του Ναυή 22,11-20).


Τότε οι αρχηγοί της φυλής Ρουβήν, Γαδ και μισή Μανασσή απάντησαν στους άρχοντες των άλλων φυλών, ότι το θυσιαστήριο χτίστηκε ως ένα μνημείο μαρτυρίας και ενότητας όλων των φυλών για τις επερχόμενες γενιές και όχι για να αποστατήσουν από τον Κύριο, θυσιάζοντας σε δικό τους θυσιαστήριο, αλλά αναγνώριζαν ως μόνο θυσιαστήριο του Κυρίου αυτό που ήταν μπροστά στη Σκηνή του Μαρτυρίου (Ιησούς του Ναυή 22,21-29).

Όταν ο ιερέας Φινεές και οι άρχοντες της ισραηλιτικής κοινότητας άκουσαν αυτά τα λόγια, τους φάνηκαν λογικά και επέστρεψαν στη Χαναάν. Η απάντηση ευχαρίστησε τους Ισραηλίτες και ο Ιησούς ονόμασε το θυσιαστήριο: «ο βωμός αυτός είναι μαρτυρία μεταξύ μας, ότι ο Κύριος είναι ο Θεός μας» και το ονόμασαν «Εδ» που σημαίνει «Μαρτυρία» (Ιησούς του Ναυή 22,30-34).

Μετά τη διανομή της γης Χαναάν, ο Φινεές εγκαταστάθηκε στη Γαβαάρ, στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ. Εκεί τάφηκε και ο πατέρας του Ελεάζαρ (Ιησούς του Ναυή 24,33). Μετά το θάνατο του πατέρα του ο Φινεές έγινε αρχιερέας μέχρι που πέθανε και τάφηκε στη Γαβαάρ (Ιησούς του Ναυή 24,33).

Ο Φινεές ως αρχιερέας ανάγγειλε το θέλημα του Θεού κατά των κατοίκων της Γαβαά (Κριταί 20,28). Συγκεκριμένα στη Βαιθήλ είχαν στρατοπεδεύσει όλες οι φυλές του Ισραήλ, για να τιμωρήσουν τη φυλή Βενιαμίν, για το ανοσιούργημα των ανδρών της Γαβαά, οι οποίοι ασέλγησαν πάνω στην παλλακίδα ενός Λευίτη από τη φυλή Εφραίμ, την οποία άφησαν νεκρή μετά την αποτρόπαια πράξη τους. Οι Ισραηλίτες, αφού ηττήθηκαν κατά την πρώτη μάχη, συγκεντρώθηκαν στη Βαιθήλ, εκεί που ήταν η Σκηνή του Μαρτυρίου και η Κιβωτός της Διαθήκης και έκλαψαν ενώπιον του Κυρίου. Οι Ισραηλίτες ρώτησαν τον Κύριο, εάν έπρεπε να συνεχίσουν τον πόλεμο και μέσω του αρχιερέα Φινεές πήραν θετική απάντηση. Μετά όμως και από τη δεύτερη ήττα, οι Ισραηλίτες ξανασυγκεντρώθηκαν στη Βαιθήλ και έκλαψαν πάλι ενώπιον του Κυρίου. Νήστεψαν μέχρι το βράδυ και πρόσφεραν θυσίες στον Κύριο. Οι Ισραηλίτες ρώτησαν ξανά τον Κύριο, εάν έπρεπε να συνεχίσουν τον πόλεμο και ο Κύριος πάλι μέσω του αρχιερέα Φινεές τους απάντησε, ότι την επόμενη φορά θα τους παραδώσει στα χέρια τους (Κριταί 20,18-29). Έτσι ξεκίνησε η τρίτη μάχη, σύμφωνα με την οποία ηττήθηκε ολοκληρωτικά η φυλή Βενιαμίν (Κριταί 20,30-48).

Αναφέρεται επίσης ότι ήταν άρχοντας των Κοριτών (Α' Παραλειπομένων 9,20). Γιος του Φινεές και διάδοχός του στο αξίωμα του αρχιερέα ήταν ο γιος του ο Αβισού (Αβισουά) (Α' Παραλειπομένων 5,30).

Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του δίκαιου και αρχιερέα Φινεές μαζί με τον πατέρα του Ελεάζαρ στις 2 Σεπτεμβρίου. Ο Δίκαιος Φινεές εορτάζει και μόνος του στις 12 Μαρτίου.

Ο Ελεάζαρ ήταν ο τρίτος γιος του Ααρών από τη σύζυγό του Ελισάβετ (Έξοδος 6,23. Αριθμοί 3,2. 26,60. Ιησούς του Ναυή 24,33. Α' Παραλειπομένων 5,29. 24,1). Το όνομά του σημαίνει "ο Θεός είναι βοηθός". Ο Ελεάζαρ πήρε ως σύζυγο μια από τις κόρες του Φουτιήλ και μαζί της απέκτησε τον Φινεές (Έξοδος 6,25. Κριταί 20,28. Α' Παραλειπομένων 5,30). Καταγόταν από τη φυλή Λευΐ. Μετά το θάνατο του πατέρα του Ααρών έγινε αρχιερέας (Αριθμοί 20,22).

Ο Ελεάζαρ μαζί με τον πατέρα του και τα αδέρφια του Ναδάβ, Αβιούδ (Αβιού) και Ιθάμαρ, χρίστηκαν για να υπηρετούν ως ιερείς τον Κύριο (Έξοδος 28,1, Αριθμοί 3,2-4). Ο Ααρών και οι γιοι του, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, ήταν αυτοί που, ως ιερείς, τοποθέτησαν την επτάφωτη λυχνία στη Σκηνή του Μαρτυρίου, μπροστά από το καταπέτασμα, που έκρυβε την Κιβωτό της Διαθήκης. Αυτοί τη φρόντιζαν ώστε να καίει από το βράδυ ως το πρωί ενώπιον του Κυρίου (Έξοδος 27,20-21).

Μετά τη βεβήλωση και τη θανάτωση των αδερφών του, του Ναδάβ και  του Αβιούδ, επειδή χρησιμοποίησαν στο θυμιατήρι τους, φωτιά από κοσμική προέλευση και όχι από τη φωτιά του θυσιαστηρίου, όπως είχε θεσπίσει ο Κύριος, τότε ο Μωυσής είπε στον Ααρών, και στους γιους του, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ, να μην βγάλουν από το κεφάλι τους το κάλυμμα και να μη σκίσουν σε ένδειξη πένθους τα ρούχα τους, για να μην πεθάνουν κι αυτοί και πέσει η θεία οργή πάνω σε όλη την κοινότητα. Να αφήσουν το λαό να τους θρηνήσει, αλλά αυτοί δεν θα έπρεπε να απομακρυνθούν από την είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου, επειδή το λάδι του χρίσματος του Κυρίου ήταν ακόμη νωπό πάνω στις στολές τους. Ο Ααρών και οι δύο γιοι του έκαναν, όπως είπε ο Μωυσής (Λευιτικόν 10,1-7). Έτσι λοιπόν, επειδή ο Ναδάβ και ο Αβιούδ πέθαναν χωρίς ν' αποκτήσουν απογόνους, η ιερατεία περιήλθε στους δύο άλλους γιους του Ααρών, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ (Α' Παραλειπομένων 24,2).

Κάποια στιγμή που ο Μωυσής επόπτευε τις θυσίες, είδε ότι το υπόλοιπο του τράγου που είχε προσφερθεί ως θυσία εξιλέωσης, αντί να φαγωθεί από τους ιερείς, είχε παρατύπως καεί. Τότε οργίστηκε εναντίον του Ελεάζαρ και του Ιθάμαρ, γιατί δεν φάγανε σε ιερό τόπο, το υπόλοιπο από το κρέας του ζώου που είχε θυσιαστεί ως θυσία εξιλέωσης. Τους τόνισε ότι ο Κύριος τους παραχώρησε αυτό το δικαίωμα, ώστε με τη βρώση του υπόλοιπου ζώου να παίρνουν πάνω τους την αμαρτία της κοινότητας και να κάνουν γι' αυτούς την τελετουργία της εξιλέωσης ενώπιον του Κυρίου (Λευιτικόν 10,16-18).

Ο Ελεάζαρ μετά το θάνατο των δύο μεγαλυτέρων αδερφών του Ναδάβ και του Αβιούδ, έγινε αρχηγός όλων των πατριαρχικών οικογενειών της φυλής Λευΐ (Λευιτών) και είχε ως καθήκον να μεριμνά για την τήρηση και τη φρούρηση όλων των ιερών αντικειμένων (Αριθμοί 3,32). Ακόμη ο Ελεάζαρ, κάθε φορά που οι Ισραηλίτες ξεκινούσαν, είχε την επιστασία για το σκέπασμα όλων των ιερών αντικειμένων που θα μεταφέρονταν, καθώς επίσης φρόντιζε για το λάδι της Επτάφωτης λυχνίας, για το ιερό θυμίαμα, για το λάδι του χρίσματος και για τις καθημερινές θυσίες (Αριθμοί 4,16).

Οι γιοι του Ααρών ήταν αυτοί που σάλπιζαν με τις σάλπιγγες, όταν ο Μωυσής καλούσε την κοινότητα και τους αρχηγούς των φυλών, ή όταν οι Ισραηλίτες αναχωρούσαν από ένα τόπο, ή όταν έβγαιναν να πολεμήσουν ενάντια σε κάποιο εχθρό (Αριθμοί 10,1-10).

Υπηρετούσε το Θεό με τον αδερφό του Ιθάμαρ, βοηθώντας τον πατέρα του. Μετά την ανταρσία του Κορέ και την τιμωρία του Θεού με φωτιά πάνω στους ανθρώπους του, ο Ελεάζαρ, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου και του Μωυσή, πήρε τα χάλκινα θυμιατήρια, με τα οποία είχαν προσφέρει το θυμίαμα αυτοί που κάηκαν, και έκανε απ' αυτά σφυρηλατημένες πλάκες για την επένδυση του θυσιαστηρίου. Θα ήταν μια υπενθύμιση στους Ισραηλίτες, ότι κανένας βέβηλος, κανένας άλλος εκτός από τους απογόνους του Ααρών, δεν μπορούσε να πλησιάζει για να προσφέρει θυμίαμα ενώπιον του Κυρίου, αλλιώς θα πάθει ότι έπαθε ο Κορέ και η ομάδα του (Αριθμοί 17,1-5). Ο Ελεάζαρ ως αρχιερέας πρόσφερε για θυσία ένα κόκκινο δαμάλι, του οποίου η στάχτη μετά την καύση του, χρησιμοποιούνταν για εξαγνισμό (Αριθμοί 19,3-4).

Μετά το θάνατο του πατέρα του Ααρών έγινε αρχιερέας. Όταν οι Ισραηλίτες μετά την Κάδης, έφτασαν στο όρος Ωρ.  Εκεί, στα σύνορα με την Εδώμ ο Μωυσής, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, ανέβηκε στο βουνό, έβγαλε τη στολή του Ααρών και τη φόρεσε στον Ελεάζαρ, το γιο του. Εκεί, στην κορυφή, πέθανε ο Ααρών. Η ισραηλιτική κοινότητα κήρυξε επίσημο πένθος τριάντα ημερών, στο οποίο συμμετείχαν όλοι οι Ισραηλίτες (Αριθμοί 20,22-29. Δευτερονόμιο 10,6).

Ο Ελεάζαρ βοήθησε το Μωυσή στην απογραφή των Ισραηλιτών, που έγινε στην κοιλάδα της Μωάβ (Αριθμοί 26,1-2). Λίγο καιρό αργότερα, όταν οι Ισραηλίτες ήταν στην περιοχή Αραβώθ, κοντά στον Ιορδάνη ποταμό, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, επιτέθηκαν στους Μαδιανίτες, προκειμένου να πάρουν εκδίκηση επειδή οι Μαδιανίτισσες πορνεύονταν με τους Ισραηλίτες κι έτσι συνέβαλαν στην απιστία των Ισραηλιτών κατά του Θεού. Ο Μωυσής έστειλε εναντίον τους χίλιους άντρες από κάθε φυλή. Μαζί τους ήταν και ο Φινεές, ο οποίος κρατούσε τα ιερά σκεύη. Οι Ισραηλίτες πολέμησαν εναντίον των Μαδιανιτών και σκότωσαν όλους τους Μαδιανίτες, άντρες και γυναίκες, εκτός από τις νεαρές κοπέλες, τις οποίες αιχμαλώτισαν. Σκότωσαν και τους πέντε βασιλιάδες της Μαδιάμ, τον Ευΐν, τον Ροκόν, τον Σουρ, τον Ουρ και τον Ροβόκ, όπως και τον προφήτη Βαλαάμ, που ήταν μεταξύ των Μαδιανιτών. Άρπαξαν τα ζώα τους, όλα τους τα υπάρχοντα και πυρπόλησαν τις πόλεις τους.

Αμέσως μετά τη μάχη, όταν οι πολεμιστές επέστρεψαν, ο αρχιερέας Ελεάζαρ έδωσε εντολή να εξαγνιστούν έξω από το στρατόπεδο, όλοι οι πολεμιστές, οι νεαρές αιχμάλωτες, τα ρούχα τους και όλα τα μεταλλικά ή άλλα αντικείμενα που πήραν από τους Μαδιανίτες (Αριθμοί 31,1-24). Στη συνέχεια ο Ελεάζαρ βοήθησε το Μωυσή στην καταγραφή των λαφύρων, που πήραν από τους Μαδιανίτες, καθώς και στη μοιρασιά τους. Από το μερίδιο που δόθηκε στους πολεμιστές κρατήθηκε ένα μέρος, ένα στα πεντακόσια, ως προσφορά στον Κύριο, το οποίο δόθηκε στον Ελεάζαρ τον αρχιερέα (Αριθμοί 31,25-54).

Ο Ελεάζαρ βοήθησε και τον Ιησού του Ναυή στη διανομή της Χαναάν. Η διανομή της χώρας έγινε με κλήρο, από τον Ελεάζαρ, τον Ιησού του Ναυή και από τους αρχηγούς των ισραηλιτικών φυλών, οι οποίοι ήταν ο Χάλεβ, γιος του Ιεφοννή, από τη φυλή Ιούδα, ο Σαλαμιήλ, γιος του Εμιούδ, από τη φυλή Συμεών, ο Ελδάδ, γιος του Χασλών, από τη φυλή Βενιαμίν, ο Βακχίρ, γιος του Εγλί, από τη φυλή Δαν, ο Ανιήλ, γιος του Σουφί, από τη φυλή Μανασσή,  ο Καμουήλ, γιος του Σαβαθάν, από τη φυλή Εφραίμ, ο Ελισαφάν, γιος του Φαρνάχ, από τη φυλή Ζαβουλών, ο Φαλτιήλ, γιος του Οζά, από τη φυλή Ισσάχαρ, ο Αχιώρ, γιος του Σελεμί, από τη φυλή Ασήρ, ο Φαδαήλ, γιος του Ιαμιούδ, από τη φυλή Νεφθαλείμ (Αριθμοί 34,16-29. Ιησούς του Ναυή 14,1-2). Η διανομή έγινε ενώπιον του Κυρίου στη Σηλώ, στην είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου (Ιησούς του Ναυή 14,1-19,51).

Οι κόρες του Σαλπαάδ, απογόνου του Μανασσή, η Μααλά, η Νουά, η Εγλά, η Μελχά και η Θερσά, παρουσιάστηκαν μπροστά στον Ιησού του Ναυή, στον Ελεάζαρ και μπροστά στους αρχηγούς των φυλών, και τους είπαν ότι επειδή ο πατέρας τους πέθανε στην έρημο, ο Κύριος, δια μέσου του Μωυσή, διέταξε να πάρουν αυτές το μερίδιο του πατέρα τους. Έτσι στις κόρες του Σαλπαάδ, δόθηκε κλήρος στην περιοχή της Γαλαάδ (Ιησούς του Ναυή 17,3-6).

Μετά το θάνατο του Ιησού του Ναυή πέθανε και ο αρχιερέας Ελεάζαρ και τάφηκε στη Γαβαάρ, πόλη του γιου του Φινεές, την οποία την είχε δώσει σ' αυτόν και βρισκόταν στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ. Κατά την ημέρα της ταφής του οι Ισραηλίτες περιέφεραν με πολλή κατάνυξη την Κιβωτό της Διαθήκης (Ιησούς του Ναυή 24,33).

Τον Ελεάζαρ διαδέχτηκε στην αρχιεροσύνη ο γιος του ο Φινεές (Ιησούς του Ναυή 24,33). Το αξίωμα του αρχιερέα, το διατήρησε ο Ελεάζαρ και η συγγένειά του για επτά γενεές, μέχρι την εποχή του Ηλί. Κατόπιν το αξίωμα μεταβιβάστηκε στους απογόνους του μικρότερου αδερφού του Ιθάμαρ, αλλά επί των ημερών του Σαούλ και του Δαβίδ επανήλθε στους συγγενείς του Ελεάζαρ στους οποίους και παρέμεινε μέχρι την αιχμαλωσία από τους Βαβυλώνιους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη τη μνήμη του δίκαιου και αρχιερέα Ελεάζαρ μαζί με τον γιο του Φινεές στις 2 Σεπτεμβρίου.

Αργότερα ο Δαβίδ, με τη βοήθεια του Σαδώκ του αρχιερέα και του γιου του Αχιμέλεχ, διαίρεσε τους απογόνους του Ελεάζαρ και του Ιθάμαρ, αναλόγως με την υπηρεσία τους και τις πατριαρχικές οικογένειες στις οποίες ανήκαν. Κατά την απογραφή βρέθηκαν περισσότεροι άρχοντες μεταξύ των απογόνων του Ελεάζαρ παρά του Ιθάμαρ. Έτσι ο Δαβίδ διαίρεσε τους απογόνους του Ελεάζαρ σε 16 πατριαρχικές οικογένειες και τους απογόνους του Ιθάμαρ σε οκτώ πατριαρχικές οικογένειες. Επειδή, όμως, υπήρχαν και απόγονοι του Ελεάζαρ και απόγονοι του Ιθάμαρ, που ήταν προϊστάμενοι του Ναού και του θυσιαστηρίου, η κατανομή τους σε ομάδες έγινε με κλήρωση.

Αυτούς τους κατέγραψε ο Λευίτης γραμματέας Σαμαΐας, γιος του Ναθαναήλ, ενώπιον του βασιλιά, των άλλων αρχόντων, του αρχιερέα Σαδώκ και του γιου του Αχιμέλεχ, του γιου του Αβιάθαρ και ενώπιον των αρχηγών των ιερατικών και Λευιτικών οικογενειών. Κατά την κλήρωση κληρωνόταν δύο οικογένειες από τους απογόνους του Ελεάζαρ και μία οικογένεια από τους απογόνους του Ιθάμαρ (Α' Παραλειπομένων 24,1-6). Κλήρωση έγινε και σε άλλες λευιτικές οικογένειες (Α' Παραλειπομένων 24,31).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου