Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2025

Ανάμνηση βομβαρδισμού της Κέρκυρας από τους Γερμανούς και ένα θαύμα του πολιούχου της νήσου Αγίου Σπυρίδωνα. Ημέρα Μνήμης: 13 Σεπτεμβρίου.

Ανάμνηση βομβαρδισμού της Κέρκυρας από τους Γερμανούς και ένα θαύμα του πολιούχου της νήσου Αγίου Σπυρίδωνα. Ημέρα Μνήμης: 13 Σεπτεμβρίου.


Σαν απόψε, νύχτα της 13ης Σεπτεμβρίου 1943, η Κέρκυρα κάηκε από τις εμπρηστικές βόμβες των Γερμανών. Την επόμενη μέρα, του Σταυρού, η Κέρκυρα μετρούσε τις πληγές της:  Το Δημοτικό μας Θέατρο, το Ξενοδοχείο Bella Venezia, το Αρχοντικό Κογεβίνα, το Αρχοντικό Φλαμπουριάρη, η Ιόνιος Ακαδημία, η Ιόνιος Βουλή, το Κτίριο του Λατίνου Αρχιεπισκόπου, η  Καθολική Μητρόπολη, η Annunciata, ο Ναός των Αγίων Πατέρων, η συνοικία των Αγίων Πατέρων, το Ταχυδρομείο, η Νομαρχία στα Μουράγια, Ο Μαρκάς (σκεπαστή Λαϊκή Αγορά στα Μουράγια), η Εβραϊκή Συνοικία και σχεδόν όλα τα κτίρια στο Φρούριο . Ο Ναός του Αγίου μας, αν και όλη η γειτονιά καιγόταν, δεν έπαθε τίποτε.

Η φλεγόμενη Κέρκυρα ήταν ορατή μέχρι την Ηγουμενίτσα. Από τις 16 χιλιάδες κατοίκους της Παλιάς Πόλης, οι 500 έμειναν άστεγοι, δηλαδή το 19 %. Κατεστραμμένα εντελώς κτίρια: 525, δηλαδή το 15 %  των κτιρίων της Παλιάς Πόλης. 12 εκκλησίες καταστράφηκαν εντελώς, 13 εκκλησίες με σοβαρές ζημιές Η Αγία Παρασκευή κάηκε. Ο Ναός των Αγίων Πατέρων κάηκε.  Ο Παντοκράτορας Καμπιέλου με πολύ σοβαρές ζημιές. Η Μαντρακίνα βομβαρδίστηκε από τους Συμμά;χους.  Οι σημερινές μικρές πλατείες στην παλιά πόλη, δεν υπήρχαν. Ήταν ολόλκηρα οικοδομικά τετράγωνα. Η Εβραϊκή Συνοικία είχε τρεις Συναγωγές. Έμεινε μόνον η σημερινή.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου, Ιταλοί και Κερκυραίοι χτύπησαν ένα γερμανικό πλοίο το οποίο επρόκειτο να αποβιβάσει στρατιώτες στις Μπενίτσες.. Οι νεκροί ήταν δεκάδες... Τον αρχικό αυτό ενθουσιασμό έμελλε να ακολουθήσει ο τρόμος, η οδύνη και η απόλυτη καταστροφή.

Τη νύχτα της 13ης Σεπτεμβρίου του 1943, οι Γερμανοί απάντησαν με το χειρότερο και πιο φριχτό τρόπο. Η νύχτα αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ως η χειρότερη νύχτα στην ιστορία της Κέρκυρας. Τα γερμανικά βομβαρδιστικά μέσα σε λίγες ώρες σκόρπισαν τον τρόμο και το θάνατο. Τα αεροπλάνα δεν έριχναν βόμβες, αλλά εμπρηστικά φύλλα, τα οποία έβαζαν απευθείας φωτιά σε ό,τι ερχόταν σε επαφή μαζί τους. Την επίθεση διενήργησαν δέκα μόλις αεροπλάνα τύπου Χαίνκελ του Χ Αεροπορικού Σώματος. Ο κόσμος έντρομος εγκατέλειπε τα φλεγόμενα σπίτια του κατευθυνόμενος προς την ύπαιθρο, ενώ ολόκληρη η πόλη καιγόταν. Άλλοι έτρεχαν κλαίγοντας προς το Ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, με παιδάκια και εικόνες στις αγκαλιές τους… “Σώσε μας Άγιε’ μου Σπυρίδωνα… Σταμάτα αυτό το κακό….”

Οι Κερκυραίοι παρακολουθούσαν με συντριβή ψυχής την ιστορική πόλη τους να καίγεται, θα έλεγε κανείς πως θρηνούσαν και θλίβονταν περισσότερο για τα μνημεία και τα καμένα δημόσια κτήρια παρά για τα ίδια τους τα σπίτια.
– Λυπητερό θέαμα ήταν επίσης οι ανήμποροι θαμώνες του Γηροκομείου και του Ψυχιατρείου, ενώ τα παιδάκια του Ορφανοτροφείου μπόρεσαν και οδηγήθηκαν στα χωριά της Κέρκυρας…

Το παλιό δημοτικό θέατρο
Το τελειωτικό χτύπημα ήρθε ίσως όταν το ομορφότερο κτήριο της πόλης, το περίφημο Δημοτικό Θέατρο, τυλίχτηκε στις φλόγες.. Το Θέατρο, που υπήρξε μικρογραφία της Σκάλας του Μιλάνου, που αντικατόπτριζε τον πολιτισμό της Κέρκυρας και των κατοίκων της και θεωρούταν ενα από τα καλύτερα θέατρα της Ευρώπης, καιγόταν μπροστά στα μάτια των Κερκυραίων.

Τα βελούδινα καθίσματα, οι βαριοί κρυστάλλινοι πολυέλαιοι, τα κομψά αγαλματίδια και τα περίφημο φουαγιέ, στο οποίο γιορταζόταν το βενετσιάνικο καρναβάλι,είχαν παραδοθεί στις φλόγες.. Και μαζί με αυτά και όλο το αρχείο του Θεάτρου, με τις σπάνιες παρτιτού­ρες από τα κονσέρτα και τις Όπε­ρες που είχαν δοθεί σε αυτό. Τα α­πομεινάρια έπεσαν στη συνέχεια θύμα των Δημοτικών Αρχών, όταν αποφασίστηκε η κατεδάφιση του λόγω “ανεπαρκούς στατικότατας”, χωρίς να ισχύει κάτι τέτοιο, καθώς ήταν δυνατή η ανοικοδόμηση του (τα θεμέλια του Θεάτρου ήταν κατασκευασμένα από πορσελάνη). Στη θέση του υψώθηκε λίγα χρόνια αργότερα ένα τερατούργημα, στερούμενο πάσης καλαισθησίας και καλλιτεχνίας, και χωρίς την ανεπανάληπτη αρχοντιά του παλιού Δημοτικού θεάτρου…

Το θεατρο όμως δεν υπήρξε το μοναδικό θύμα της βαρβαρότητας των κατακτητών. Την ίδια μοίρα είχαν και η περίφημη Annunciata, η επιβλητικότερη καθολική εκκλησία της Κερκυρας, στον περίβολο της οποίας βρίσκονταν θαμμένοι οι νεκροί της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου (1571). Μετά το βομβαρδισμό, τα οστά ήρθαν στην επιφάνεια, περισυλλέχθησαν όμως λίγο αργότερα, και τώρα βρίσκονται σε τάφο στο Καθολικό Νεκροταφείο Κερκύρας. Ο κατεστραμμένος ναός κατεδαφίστηκε επίσης από τις Δημοτικές Αρχε’ς, παρ’ όλες τις έντονες διαμαρτυρίες, και σήμερα το μισογκρεμισμένο καμπαναριό στέκει πληγωμένο στην είσοδο της Παλιάς Πόλης…

Η Εβραϊκή Συνοικία καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς, ενώ η μία από τις δυο Συναγωγές κάηκε ολοκληρωτικά. Οι Γερμανοί επέμειναν στο βομβαρδισμό της συγκεκριμένης περιοχής, ενώ λίγο αργότερα, 4.000 περίπου Εβραίοι οδηγήθηκαν στο δρόμο του θανάτου, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μετά τον πόλεμο, μόλις 150 περίπου από αυτούς κατάφεραν να γυρίσουν πίσω και να συνεχίσουν τις ζωές τους.

Η πλατεία Λεμονιάς στο Καμπιέλο βομβαρδίστηκε ανελέητα. Ίδια μοίρα είχε και το κτήριο του πρώτου Ελληνικού Πανεπιστημίου, της Ιονίου Ακαδημίας που τότε στέγαζε τη Δημόσια Βιβλιοθήκη Κερκύρας. Το αρχείο της Ακαδημίας, καθώς επίσης και σπάνιες εκδόσεις της Βιβλιοθήκης καταστράφηκαν και χάθηκαν για πάντα. Το κτήριο παρέμενε καμένο και εγκαταλελειμμένο εως τα μέσα του 1980, ανοικοδομήθηκε όμως και σήμερα στεγάζει την Πρυτανεία του Ιονίου Πανεπιστημίου διατηρώντας ευτυχώς ανέπαφη την παλιά αρχιτεκτονική του. Η Ιόνιος Βουλή υπήρξε άλλο ένα θύμα της φρικαλεότητας των βομβαρδισμών, ανοικοδομήθηκε όμως επίσης και σήμερα αποτελεί μουσείο.

Ο περίφημος Μάρκας, η αγορά της Κέρκυρας.

Αλλο ένα ιστορικό κτήριο για την Κέρκυρα που χάθηκε για παντα ήταν ο περίφημος Μάρκας, η αγορά της Κέρκυρας. Βρισκόταν στο χώρο μπροστά από τη σημερινή Αγροτική Τράπεζα στη Σπηλιά και τα εγκαίνια του έγιναν τον Ιούνιο του 1821. Μπροστά από το κτίσμα αυτό υπήρχε ένα σιδερένιο πορτόνι με ένα μεγάλο ρολόι, ενώ στο εσωτερικό του υπήρχαν μαρμάρινοι πάγκοι και κομψές κολώνες. Δεξιά και αριστερά βρίσκονταν τα οι πάγκοι με τα ψάρια και τα κρέατα, ενώ στο κέντρο οι πάγκοι με τα φρούτα και τα λαχανικά. Έξω από το κτήριο του Μάρκα στέκονταν οι “άνθρωποι τση σπέζας”, συνήθως παιδάκια, οι οποίοι φρόντιζαν να μεταφέρουν τα ψώνια στα σπίτια. Εικόνες και αρώματα μίας άλλης εποχής, τα οποία χάθηκαν για πάντα… Από τη λαίλαπα αυτή δε γλίτωσε ούτε άλλο ένα στολίδι της παλαιάς Κέρκυρας, το περίφημο και πολυτελές ξενοδοχείο Βella Venezia.

Το ξενοδοχείο αυτό αρχικά στεγαζόταν στα διαμερίσματα του Λιστόν, στη συνέχεια όμως μεταφέρθηκε στην περιοχή της Πόρτα Ρεμούντα. Το ξενοδοχείο αυτό φημιζόταν για τα ασημένια σερβίτσια του, τους κήπους του, τη σπάνια κάβα κρασιών που διέθετε και την πολυτέλεια που απέπνεε. Σήμερα, το ξενοδοχείο στεγάζεται σε ένα μικρότερο οίκημα στη ίδια περιοχή, απέναντι από το 2ο Γυμνάσιο.Τη νύχτα αυτή κάηκε επίσης, αλλά ανοικοδομήθηκε στη συνέχεια και η κατοικία του Λατίνου Αρχιεπισκόπου στην πλατεία Δημαρχείου. Κατά την περίοδο της Γαλλικής Κατοχής (1797-1799), το κτήριο αποτελούσε προσωρινό Δημαρχείο, στη συνέχεια, στα χρόνια των Ρώσων, υπήρξε η έδρα της Ιονίου Γερουσίας και στη συνέχεια αποτέλεσε Δικαστικό Μέγαρο. Σήμερα, το κτήριο στεγάζει το υποκατάστημα της Τράπεζας της Ελλάδος.

Μέσα σε δυο μέρες, το σίδερο και η φωτιά κατέστρεψαν τα περισσότερα από τα στολίδια της πόλης μας.. Κάποια από αυτά ανοικοδομήθηκαν, και άλλα ισοπεδώθηκαν εντελώς, παίρνοντας μαζί τους αναμνήσεις, αρώματα και εικόνες εποχών που πέρασαν ανεπιστρεπτί για την Κέρκυρα μας. Ή αρχοντιά της παλιάς Bella Venezia, η αίγλη του Δημοτικού Θεάτρου μας, ο πολύβουος Μάρκας, η παλιά Δημόσια Βιβλιοθήκη με τα σπάνια βιβλία και χειρόγραφα της. Το αρχείο της Ιονίου Ακαδημίας…. Εικόνες και μνήμες μίας Κέρκυρας που χάθηκε στο χρόνο…

Η συγγραφέας ξέχασε να αναφέρει και τις ορθόδοξες εκκλησίες οι οποίες καταστράφηκαν. Χάθηκαν για πάντα οι ναοί της Παναγίας Οδηγήτριας, της Αγίας Τριάδος, των Ταξιαρχών, ενώ αναστηλώθηκαν ο ναός των Αγίων Πατέρων (σήμερα μουσείο εκκλησιαστικής τέχνης), ο ναός του Παντοκράτορα στο Καμπιέλο και ο Άγιος Ελευθέριος (ναός που βρίσκεται λίγα μέτρα πιο πάνω από τον Άγιο Σπυρίδωνα). Χιλιάδες Κερκυραίοι κατέφυγαν στο ναό του Αγ.Σπυρίδωνος για να σωθούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κατεστραμμένα κτίρια και εκκλησίες που αναφέρονται παραπάνω βρίσκονταν σε απόσταση 1-1,5 χιλ από τον ναό του προστάτη της Κέρκυρας Αγίου Σπυρίδωνος.

Επιπλέον πληροφορίες 

Η Κέρκυρα από τις 28 Απριλίου 1941 βρίσκεται υπό ιταλική κατοχή. Στις 8 Σεπτεμβρίου του 1943 η ιταλική κυβέρνηση, με επικεφαλής τον στρατάρχη Μπαντόλιο, συνθηκολόγησε με τις Συμμαχικές Δυνάμεις, Η Ιταλία αποσύρθηκε από τον συνασπισμό του Άξονα και το φασιστικό στρατόπεδο του Μουσολίνι άρχισε να συρρικνώνεται και να χάνει τις δυνάμεις του.

Κάτω από αυτές τις εξελίξεις οι Γερμανοί επεδίωξαν να θέσουν υπό την κατοχή τους την Κέρκυρα και τα άλλα νησιά του Ιονίου. Από τις 10 έως τις 12 Σεπτεμβρίου προσπάθησαν με διαβουλεύσεις να τους παραδώσει η ιταλική φρουρά τη διοίκηση της Κέρκυρας και των λοιπών Ιονίων Νήσων. Οι Ιταλοί όμως δεν δέχονταν να αλλάξει η επικρατούσα κατάσταση (Status Quo), διότι ήθελαν να διατηρήσουν υπό τον έλεγχό τους την περιοχή. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ξημερώνει η 13η Σεπτεμβρίου 1943, παραμονή της εορτής του Σταυρού.

Στο αεροδρόμιο της Κέρκυρας βρίσκονται 3 γερμανικά αεροπλάνα. Οι Ιταλοί, αποφασισμένοι να μην παραδώσουν την Κέρκυρα, αποπειράθηκαν να καταλάβουν το αεροδρόμιο. Οι Γερμανοί αντιστάθηκαν, με αποτέλεσμα να προκληθεί το πρώτο επεισόδιο μεταξύ τους. Κατά τις 7.00 π.μ. τα γερμανικά αεροπλάνα απογειώθηκαν και κατά το πέρασμά τους πάνω από την πόλη (7.15 π.μ.), στο λιμάνι, έβαλαν εναντίον τους τα ιταλικά αντιαεροπορικά. Αρχικά χτυπήθηκε το ένα εξ αυτών, το οποίο μετά από λίγο, περί τις 7.25 π.μ., κατέπεσε φλεγόμενο πάνω στο μονόπυργο κωδωνοστάσιο του ναού Υ. Θ. Ελεούσης Ποταμού, το οποίο σήμερα δεν σώζεται. Το χτύπημα αυτό είχε τραγικές συνέπειες, σκοτώθηκε το τετραμελές πλήρωμα του αεροπλάνου και κάηκε ολοσχερώς ο περικαλλής ναός της Υ.Θ. Ελεούσης, ένας ναός ο οποίος, όπως μαρτυρείται, διέθετε αξιόλογες εικόνες επτανησιακής τέχνης, αργυρά ιερά σκεύη σημαντικής καλλιτεχνικής αξίας και πλούσιο διάκοσμο κανδηλίων και άλλων αναθημάτων. Τα μόνα αντικείμενα που διασώθηκαν είναι η περίτεχνη ασημένια λαμπάδα (τόρτσα) που φέρει χρονολογία «1740» και ένα λειτουργικό βιβλίο, εκτός των διασωθέντων και συντηρηθέντων τοιχογραφιών. Αυτή ήταν η πρώτη σημαντική απώλεια για την Εκκλησία της Κερκύρας, αλλά και ο δραματικός προάγγελος του τί έμελλε να ακολουθήσει στη συνέχεια.

Τα γεγονότα που ακολούθησαν κατά τις βραδινές ώρες της 13ης έως τα ξημερώματα της 14ης Σεπτεμβρίου 1943, όπως και τις επόμενες ημέρες μέχρι την κατάληψη της πόλης από τους Γερμανούς, το μεσημέρι της 25 Σεπτεμβρίου 1943, μπορούμε να τα συνοψίσουμε σε δύο λέξεις: «Φωτιά και καταστροφή».


Μητροπολίτης Κερκύρας, Παξών & Διαποντίων Νήσων Μεθόδιος Κοντοστάνος.

Αλλά ας αφήσουμε στη συνέχεια έναν εκ των πρωταγωνιστών, αυτόπτη και αυτήκοο μάρτυρα των γεγονότων, τον τότε Μητροπολίτη Κερκύρας και Παξών Μεθόδιο Κοντοστάνο, να μάς ζωντανέψει μέσα από τη χαρισματική γραφίδα του τα γεγονότα της ημέρας εκείνης: «Κατά τις 8 και 10’ μ.μ. μέχρι της 9 και 30΄μ.μ. Γερμανικά αεροπλάνα έρριψαν βόμβας εις την άνω πλατείαν της πόλεως, εις τον λιμένα, και εις το προάστειον Ανεμόμυλος.

Περί την 2 μετά το μεσονύκτιον αφηπνίσθην από τρομακτικόν βόμβον επιδρομής αεροπλάνων και φρικιαστικόν συριγμόν ριπτομένων βομβών και γδούπον καταρρεύσεως οικοδομών. Εξύπνησα τον εις το παρακείμενον δωμάτιον κοιμώμενον Αρχιδιάκονον Σεβαστιανόν Ασπιώτην, ηνοίξαμεν το παράθυρον και είδομεν τας φλόγας και τον καπνόν της προ το κέντρον καιομένης πόλεως. Εσπεύσαμεν να ενδυθώμεν και ηνοίξαμεν την προς την οδόν Απολλοδώρου οπίσθιαν θύραν της Μητροπόλεως, δια να εξέλθωμεν και πορευθώμεν εις τον τόπον των πυρκαϊών.

Αλλ’ η θύρα εφρουρείτο υπό ικανής ομάδος Ιταλών στρατιωτών, οίτινες, προτείναντες τα όπλα, μάς απηγόρευσαν κατηγορηματικώς την έξοδον.

Κέρκυρα: Τουλάχιστον ένα μήνα κλειστός ο δρόμος στα Μουράγια.
Σημειωτέον ότι εις το απέναντι ημών μέρος της στενής οδού είναι το οίκημα, ένθα τα Γραφεία και η κατοικία των υπηρεσιών της Ιταλικής Αντικατασκοπείας, παραπλεύρως δε τούτου, και με εσωτερικήν συγκοινωνίαν το μέγαρον της Νομαρχίας, χρησιμοποιούμενον ως Στρατιωτικόν Διοικητήριον.


Εστράφημεν να εξέλθωμεν δια της, εν τη παραλιακή οδώ Αρσενίου, κυρίας θύρας της Μητροπόλεως, αλλά και αύτη εφρουρείτο υπό περισσοτέρων, οίτινες μάς απηγόρευσαν ομοίως την έξοδον. Αντελήφθημεν ότι πάσα προσπάθεια ήτο άνευ αποτελέσματος και, εν αγωνία, ακούοντες τον συριγμόν των βομβών, επεριμέναμεν την εμφάνισιν της ημέρας, δια να εξέλθωμεν μόνον κατά την 6 π.μ., ότε επετρέπετο η κυκλοφορία.

Εξήλθον συνοδευόμενος υπό του Αρχιδιακόνου Σεβαστιανού Ασπιώτη, διήλθομεν δια των καιομένων συνοικιών του Μητροπολιτικού Ναού, της παραλίας, της Εβραϊκής συνοικίας και του καιομένου Δημοτικού Θεάτρου. Κάμπτοντες προς την λεωφόρον Αλεξάνδρας συνηντήσαμεν τον Ι. Κομιανόν και επροχωρήσαμεν ομού. Κάτωθεν του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρεττανία» και «Ωραία Βενετία», επί του πεζοδρομίου, ένθα οπή άγουσα εις υπόγειον σήραγγα, χρησιμοποιηθείσαν ως καταφύγιον, εύρομεν νεκράν, φονευθείσαν υπό των βομβών, την σύζυγον του κατοίκου Ηγουμενίτσης Αποστόλου Παρούση, ονόματι Ευνομίαν και πλησίον της κλαίοντα τον μικρόν υιόν της Γρηγόριον, οκταετή ή ενεαετή περίπου, τον οποίον παρέλαβον μετ΄ εμού. Μόλις εφθάσαμεν προς του Αγγλικού Ναού, πρότερον Ιονίου Βουλής, ο μικρός Γρηγόριος Παρούσης μάς είπεν ότι η μητέρα του είχε χρήματα μετ’ αυτής. Επιστρέψας ο Σεβαστιανός Ασπιώτης εύρεν εις το θυλάκιόν της 130.000 ελληνικάς δραχμάς εις χαρτονομίσματα και έν χαρτονόμισμα των 100 Ιονικών δραχμών. Κατήλθομεν δια του καιομένου δικαστικού μεγάρου, επιστρέψαντες είδομεν τα καιόμενα Γυμνάσια, επροχωρήσαμεν εις την συνοικίαν του Ναού της αγίας Παρασκευής, καιομένου και τούτου, διήλθομεν προ του καιομένου Καθεδρικού Ναού της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, προ του καιομένου Ναού του Ευαγγελισμού (Ανουντσιάτα) και της καιομένης Αρχιεπισκοπής της Ρωμαϊκής Εκκλησίας και των παρ’ αυτήν καιομένων οικοδομών, δια της καιομένης συνοικίας και του Ναού των αγίων Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, και κατήλθομεν εις την καιομένην συνοικίαν του Ναού του αγίου Βασιλείου.

Ο λαός αλλόφρων είχον εγκαταλείψει τας κατοικίας των.

Επροχωρήσαμεν εις τον Ναόν του αγίου Σπυρίδωνος. Ήτο κατάμεστος πλήθους, το οποίον κατέφυγεν υπό την στέγην και την βοήθειαν του Αγίου, ως εις καταφύγιον. Ήσαν περίτρομοι, αι δε γυναίκες και τα παιδιά έκλαιον. Ο βόμβος των διαδοχικώς επερχομένων αεροπλάνων και ο συριγμός των ριπτομένων βομβών επηύξανε τον τρόμον. Η Θ. Λειτουργία δεν ετελέσθη εις ουδένα εκ των Ναών. Προσεπάθησα να ενισχύσω ψυχικώς το περίτρομον πλήθος, ωμιλήσας επί του Ευαγγελίου της ημέρας, εορτής του Σταυρού, και λαβών ως θέμα την επί του Σταυρού υπό του Πιλάτου τεθείσαν επιγραφήν, ήτις είχε γραφή «Εβραϊστί, Ελληνιστί, Ρωμαϊστί». Ετόνισα ότι ο Ελληνισμός δεν θα χαθή ποτέ, όσον δήποτε και αν τον κτυπήση η κακία, να έχωμεν δε πεποίθησιν εις τον Θεόν και να μη φοβώμεθα, διότι ο φόβος είναι μεγάλος εχθρός του ανθρώπου. Ο Θεός θα μάς χαρίση και πάλιν την εθνικήν εξανάστασιν […]». (Μεθοδίου Κοντοστάνου Μητροπολίτου Κερκύρας και Παξών, Αρχείον και Καθημερινά Περιστατικά Γεγονότα επί Ιταλικής και Γερμανικής Κατοχής, Κέρκυρα, 1949, σσ. 280-281).

Συγκλονιστικά τα βιώματα αυτού του βομβαρδισμού. Ο πόνος, η θλίψη, η αγανάκτηση και ένα μεγάλο ΓΙΑΤΙ; κυριαρχούν διαχρονικά…

Η Κέρκυρα και η Ορθόδοξη Εκκλησία της την περίοδο τόσο της ιταλικής όσο και της γερμανικής κατοχής επλήγησαν βάναυσα. Μπορεί ο τόπος αυτός να μην έζησε το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων ή του Χορτιάτη Θεσσαλονίκης, έζησε όμως την πείνα της ιταλικής κατοχής και τον εμπρησμό  της πόλης το βράδυ της 13ης προς 14η Σεπτεμβρίου του 1943, ο οποίος αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες καταστροφές στην ιστορία της ανά τους αιώνες. Το κόστος σε πρόσωπα και πνευματικούς θησαυρούς ήταν τεράστιο και ανεκτίμητο. Όμως, αυτός ο τόπος, αναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες του με πολλούς κόπους και κάτω από την καθοδήγηση  φωτισμένων ανθρώπων, ανάμεσα στους οποίους ήταν αναμφίβολα και ο Μητροπολίτης Μεθόδιος.

Κωνσταντίνος Π. Θύμης
Θεολόγος – Ιστορικός

Πηγή: Corfu TV News













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου