Γεννημένος περί το 383 στο Τουλ από ευγενή γαλλο-ρωμαϊκή οικογένεια, ο Άγιος Λούππος έλαβε καλή μόρφωση στα κλασικά γράμματα. Παντρεύθηκε την Πιμενιόλη, αδελφή του Αγίου Ιλαρίου Αρελάτης (τιμάται 5 Μαΐου) και συγγενή του Αγίου Ονωράτου (τιμάται 16 Ιανουαρίου) . Μετά από συμβίωση έξι χρόνων χώρισαν για να αφιερωθούν στον Θεό: η Πιμενιόλη εκάρη μοναχή και ο Λούππος μπήκε στην Μονή του Λερίνου, εξαιτίας της φήμης του Αγίου Ονωράτου.
Μετά από έναν χρόνο, ενώ ταξίδευε στο Μακόν για να διαθέσει τα υπάρχοντά του, εξελέγη επίσκοπος της Τρουά (στην Σαμπανία) (426). Παραμένοντας ωστόσο πιστός στις μοναχικές του υποσχέσεις, συνέχισε τον ασκητικό βίο παράλληλα με τα ποιμαντικά του καθήκοντα. Κοιμόταν κατά γης, φορούσε τον τρίχινο χιτώνα κατά σάρκα, έτρωγε και κοιμόταν μέρα παρά μέρα και έδειχνε ανελλιπώς την αγάπη του απέναντι στους φτωχούς και στους φυλακισμένους.
Το 429, κατόπιν αιτήματος του πάπα Κελεστίνου και των επισκόπων της Γαλατίας που είχαν συγκληθεί σε Σύνοδο, συνόδευσε τον Άγιο Γερμανό του Ωξέρ (τιμάται 31 Ιουλίου) στην Μεγάλη Βρετανία για την αντιμετώπιση των αιρετικών πελαγιανών, που ισχυρίζονταν ότι δεν είχαν ανάγκη της θείας χάριτος.
Επιστρέφοντας στην Τρουά, αφού έφερε πλήθος ψυχών στην αληθινή Πίστη, τόσο με τα θαύματά του όσο και με τα θεόπνευστα λόγια του, ανέλαβε εκ νέου τα καθήκοντά του με πατρική έγνοια.
Κατά την εισβολή των Ούννων (451), ενώ η πόλη της Τρουά, αφρούρητη και ανοχύρωτη, βρισκόταν στο έλεος των επιδρομέων, ο άγιος επίσκοπος προέτρεψε τον πληθυσμό να αναπέμψει τις προσευχές του με συντριβή καρδίας ενώ ο ίδιος διπλασίασε τις σκληραγωγίες του.
Κατόπιν ενδεδυμένος τα αρχιερατικά του άμφια και συνοδευόμενος από τον κλήρο του μετέβη προς συνάντηση του Αττίλα και επιβάλλοντας τον σεβασμό με την μεγαλοπρέπειά του έκανε τον τύραννο να σταματήσει τους άνδρες του που είχαν ορμήσει πάνω στους ανυπεράσπιστους κληρικούς.
Ο Λούππος του είπε: «Εάν είσαι, όπως ισχυρίζεσαι, η “μάστιγα του Θεού”, τιμώρησέ μας όσο σου το επιτρέψει το χέρι που σε οδηγεί». Τα λόγια αυτά άγγιξαν την καρδιά του βαρβάρου που χαρίστηκε στην πόλη.
Μετά την ήττα του, ο Αττίλας πέρασε πάλι από την Τρουά και πήρε μαζί του όμηρο τον Άγιο επίσκοπο μέχρι τον Ρήνο· δεν άργησε όμως να τον αφήσει ελεύθερο ζητώντας τις προσευχές του.
Επιστρέφοντας ο άγιος Λούππος, επειδή κάποιοι τον υποπτεύονταν ότι βρισκόταν σε συνεννόηση με τους Ούννους, αποσύρθηκε για δύο χρόνια στο όρος Λασουά, εξήντα χιλιόμετρα περίπου απόσταση από την Τρουά, και κατόπιν στο Μακόν, όπου επιτέλεσε θαυματουργικές ιάσεις, οι οποίες τον έκαναν τόσο ονομαστό ώστε ο βασιλέας των Αλαμανών ελευθέρωσε για χάρη του τους αιχμαλώτους που κρατούσε.
Φθάνοντας στην Τρουά ανέλαβε την αποκατάσταση των ζημιών, υλικών και πνευματικών, που η βαρβαρική επιδρομή είχε προκαλέσει στον πληθυσμό της πόλης και της γύρω υπαίθρου. Πολλοί μαθητές του συναριθμήθηκαν στους πλέον επιφανείς επισκόπους των χρόνων εκείνων.
Ο Άγιος Λούππος παρέδωσε εν ειρήνη την ψυχή του στον Θεό στις 29 Ιουλίου 479, μετά από επισκοπεία πενήντα δύο ετών.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος ενδέκατος, Ιούλιος. Ίνδικτος, Αθήναι 2008.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου