Άγιος Επίσκοπος Βετράνιος ή Βρεττάνιος από την επισκοπή Τόμεως. Ημέρα Μνήμης: 25 Ιανουαρίου.
Αυτός ο αξιοσέβαστος επίσκοπος Τόμεως καταγόταν από την Καππαδοκία. Ανήλθε στον θρόνο της επισκοπής Τόμεως, το έτος 360, αναδειχθείς ένας αφοσιωμένος ποιμένας της ποίμνης του Χριστού και δεινός προστάτης της ορθοδόξου πίστεως της Νικαίας. Έζησε μια αγιασμένη ασκητική ζωή και αντέδρασε με πείσμα, να μη εισχωρήσει ο αρειανισμός στα όρια της επαρχίας του, η οποία εκτεινόταν μεταξύ του Δούναβη και της Μαύρης θάλασσας.
Γι’ αυτόν τον άγιο επίσκοπο έγραψαν δύο περίφημοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς, ο Σωζομενός και ο Θεοδώρητος Κύρου. Έτσι λοιπόν, ο Σωζομενός γράφει για την επίσκεψη του βασιλέως Ουάλεντος (364-378) στην Τόμι το έτος 369, όταν επέστρεφε από μια εκστρατεία εναντίον των Γότθων. Ο συγγραφέας λέει στην εκκλησιαστική Ιστορία του, ότι ο βασιλιάς μπήκε στην επισκοπική εκκλησία και ζήτησε από τον επίσκοπο Βετράνιο να συμφιλιωθεί με τους αρειανούς και να λειτουργήσουν μαζί μ’ αυτούς, τους οποίους και συμπαθούσε.
Ο μεγάλος ιεράρχης υπεστήριξε την ορθόδοξη πίστη και είπε στον βασιλέα με θάρρος για τις αποφάσεις των 318 Πατέρων της Α΄ εν Νικαία Συνόδου (325) κατά του Αρείου τις οποίες δεν μπορούσε να καταπατήσει. Κατόπιν ο ιερός ποιμένας του Χριστού αναχώρησε με τους χριστιανούς του σε μια άλλη εκκλησία της Τόμεως, αφήνοντας τον βασιλέα μόνο του.
Ο βασιλιάς οργισμένος δοκίμασε να τον εξορίσει, αλλά αμέσως μετανόησε, φοβούμενος μήπως επαναστατήσουν οι Σκύθες της Δακίας του Πόντου. Την ίδια περιφρόνηση είχε να πάθει ο Ουάλης μετά από μερικά χρόνια στην Καισάρεια της Καππαδοκίας από τον άγιο Βασίλειο τον Μέγα (379), ο οποίος ήταν καλός φίλος και πιθανώς πνευματικός πατέρας του αγίου Βετρανίου.
Ο ίδιος ο Σωζομενός τελειώνει την αφήγησή του με τα παρακάτω λόγια: «Ιδού σε τι ύψος ενάρετης ζωής έφθασε αυτός ο ικανός και αξιέπαινος άνδρας, καθώς το ομολογούν και οι ίδιοι οι Σκύθες».
Ο Θεοδώρητος, επίσκοπος Κύρου, λέει και αυτός: «Και ο Βετράνιος, στολισμένος με κάθε είδους αρετές και αναλαμβάνοντας καθήκοντα αρχιερέα για όλες τις πόλεις της Σκυθίας (Δακίας του Πόντου), τη ευλογία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, εργάσθηκε με ζήλο και αντιμετώπισε τις αιρετικές διδασκαλίες κατά της ορθοδόξου πίστεως και τις διαπραττόμενες ανομίες του Ουάλεντος εναντίον των χριστιανών…».
Ο μακάριος επίσκοπος Βετράνιος ενθάρρυνε πολύ την ασκητική ζωή και άσκηση των ησυχαστών στις σπηλιές και στα μικρά λαξευμένα εκκλησάκια, κατά την συνήθεια των ησυχαστών της Καππαδοκίας. Αυτός καθοδήγησε από την παιδική του ηλικία, στην μοναχική άσκηση, τον νεαρό Ιωάννη Κασσιανό και τον φίλο του Γερμανό και ακόμη αυτός, πιθανώς, έκτισε μια Βασιλική-Κρύπτη με τα Λείψανα των τεσσάρων μαρτύρων από το Νικουλιτσέλ, τα ερείπια της οποίας μαζί με τον τάφο των μαρτύρων ανευρέθηκαν το έτος 1971. Στην περίοδο της ποιμαντορίας του υπήρχαν στην επαρχία Τόμεως αρκετά ονομαστά μοναχικά κέντρα με θεολόγους και γενικά μορφωμένους μοναχούς.
Ο άγιος Βετράνιος θεωρείται από μερικούς θεολόγους ο συγγραφέας της επιστολής της Εκκλησίας Γοτθίας προς την Εκκλησία της Καππαδοκίας που συνόδευσε τα Λείψανα του αγίου μάρτυρος Σάββα. Αυτός συνέβαλε με τον κυβερνήτη της Δακίας του Πόντου Ιούνιο Σοράνο, στην μετακόμιση των Λειψάνων του αγίου Μάρτυρος Σάββα του Γότθου από την Δακία στην Καισάρεια της Καππαδοκίας.
Λίγο πριν από το 381, ο άγιος επίσκοπος Βετράνιος παρέδωσε την ψυχή του στα χέρια του Θεού και τιμάται από την ορθόδοξη Εκκλησία ως άγιος στις 25 Ιανουαρίου
Πηγή: Ρουμάνικο Γεροντικό. εκδ. Ορθόδοξος κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1985.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου