Οὐκ ἦν ὁ κόσμος ἄξιός σου, Μαρτῖνε.
Ὃν καὶ λιπὼν ἀπῆλθες εἰς κόσμον μέγαν.
Μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της αρχαίας ευρωπαϊκής ιστορίας είναι ο Άγιος Μαρτίνος της Τουρώνης (Tours) ο Ελεήμων και Θαυματουργός (Μαρτίνος της Τουρώνης, Μαρντέν ντε Τουρ, 316-397 μ.Χ.), προστάτης Άγιος της Γαλλίας, το βίο του οποίου συνέγραψε ο μαθητής του Άγιος Σουλπίκιος Σεβήρος (τιμάται 29 Ιανουαρίου).
Ο Άγιος Μαρτίνος ήταν ένας μορφωμένος και όμορφος νέος, καταγόμενος από τη Σαβωρία της Παννονίας. Άρχισε σταδιοδρομία ως αξιωματικός του ρωμαϊκού («βυζαντινού») στρατού, όπου έγινε παράδειγμα ευγενικής και φιλάνθρωπης συμπεριφοράς. Είναι γνωστό το επεισόδιο, όπου έκοψε στα δυο το στρατιωτικό του μανδύα για να ντύσει ένα γυμνό ζητιάνο. Την επόμενη νύχτα εμφανίστηκε ο Κύριος στον ύπνο του και του είπε δείχνοντάς του τον μανδύα του «Μαρτίνε, αν και κατηχούμενος ακόμη, με ζέστανες δίνοντας στον επαίτη τον μανδύα σου».
Τελικά, ο Άγιος παραιτήθηκε από το στράτευμα και αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στη μεγάλη του αγάπη, το Χριστό. Αφού βαπτίστηκε (γιατί μέχρι τότε ήταν κατηχούμενος, δηλαδή σε στάδιο προετοιμασίας για το βάπτισμά του) πήγε στον Άγιο Ιλάριο του Πουατιέ, έναν επίσης σημαντικό Άγιο και Πατέρα της Εκκλησίας του 4ου αιώνα στη Γαλλία (τιμάται 13 Ιανουαρίου). Όταν απέκτησε την κατάλληλη παιδεία, έγινε κληρικός και στη συνέχεια επίσκοπος στην Τουρ. Αγαπώντας την ησυχία και τη νοερά προσευχή, την οποία εσωτερικά εξασκούσε διαρκώς, έζησε για μεγάλο διάστημα ως αναχωρητής μέσα στο δάσος και από εκεί εκτελούσε τα καθήκοντά του.
Διακρίθηκε για τον ενάρετο βίο του και τις σπουδαίες υπηρεσίες που πρόσφερε στο ποίμνιό του. Φρόντισε για τη γνώση της χριστιανικής διδασκαλίας από το λαό. Ίδρυσε τη μονή του Μαρμουτιέ και εργάστηκε για την ενίσχυση του χριστιανισμού, ιδίως μεταξύ των αγροτών. Στα χρόνια του πολλοί στράφηκαν στο χριστιανισμό, εγκαταλείποντας τα είδωλα.
Ήταν πολύ αγαπητός, γι’ αυτό και είχε ογδόντα μαθητές, με τους οποίους συνεργαζόταν στα έργα και στη διδασκαλία του. Ενώ ακόμη ζούσε, απόχτησε το χάρισμα να κάνει θαύματα.
Μαζί με τον Πάπα Σιρίκιο (τιμάται 26 Νοεμβρίου) και τον Άγιο Αμβρόσιο Μεδιολάνιων/Μιλάνου (τιμάται 7 Δεκεμβρίου) διαμαρτυρήθηκε για την εκτέλεση του αιρετικού Πρισκιλιανού (με την κατηγορία της μαγείας) από τον αυτοκράτορα Μάγνο Μάξιμο, την οποία είχε προσπαθήσει με κόπο να αποτρέψει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Ο Άγιος αρρώστησε στο χωριό Κάνδην, όπου και παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο σε ηλικία 81 ετών. Η μνήμη του τιμάται στις 12 Νοεμβρίου.
Για την προσευχή του Αγίου διαβάζουμε: Σκηνές προσευχής μπροστά σε δύσκολες περιστάσεις και κυρίως πριν από θαυματουργίες απαντούν πολύ συχνά μέσα στον βίο του Αγίου Μαρτίνου. Εντύπωση όμως προκαλεί το γεγονός ότι σχεδόν πάντοτε προτιμά μία στάσι, που μπορεί τελικά να αποδοθή στα ελληνικά με το ρήμα προσπίπτει. Πρόκειται για την λατινική λέξι prosternitur (=καταστρώννυται, στρώνεται κάτω). Ακόμη σήμερα στην oρθόδοξη παράδοσι ομιλούμε για στρωτές μετάνοιες! Η στάσις αυτή θεωρείται σκανδαλώδης από τον σύγχρονο κόσμο, ενώ βιώνεται με αδιάσπαστη συνέχεια στην Ορθοδοξία και συναντάται κατά κόρον και στην εικονογραφία, όπως π.χ. στους μαθητές στην Μεταμόρφωσι, στις Μυροφόρους στο «Χαίρετε», στην Μαρία στην Ανάστασι του Λαζάρου και σε μεγάλο πλήθος άλλων παραστάσεων. Άλλωστε σήμερα ένας σεβαστός αριθμός μεγάλων (στρωτών) μετανοιών αποτελεί το κυρίως μέρος του μοναχικού κανόνος, αλλά και της προσευχής κάθε ευλαβούς Χριστιανού. Κατά τον βιογράφο του Αγιου Μαρτίνου αυτό υπήρξε «αγαπημένη συνήθεια» και μόνιμο «προσφιλές όπλο» του Αγίου, ενώ οι πνευματικοί του απόγονοι, που τον έχουν επί χίλια πεντακόσια χρόνια για προστάτη τους, περιφρόνησαν την «προσκύνησι» και τις «μετάνοιες» ως ανατολίτικες δουλοπρέπειες και προτίμησαν την «αξιοπρεπή» genuflectio των Φράγκων ιπποτών («κάμψι» του δεξιού γόνατος μέχρι το έδαφος με το σώμα σε όρθια θέσι) ή το άνετο ευθυτενές γονάτισμα πάνω στο ειδικό υπερυψωμένο σανίδι των εδράνων των δυτικών ναών, καθιστώντας έτσι φανερή την αδυναμία της θεολογίας τους να συλλαβή την αξία της σωματικής ταπεινώσεως και του σωματικού κόπου για τον ερχομό της Χάριτος του Θεού.
Στον Άγιο Μαρτίνο δεν λείπουν και όλα τα υπόλοιπα συμπαρομαρτούντα της ορθοδόξου παραδόσεως: Η προσευχή γίνεται «εν σάκκω και σποδώ»! Πράγματι, όποτε ήθελε να δώση ιδιαίτερη έμφασι στην δέησί του έστρωνε κάτω ένα δέρμα (κιλίκιον) και στάχτη, η άλλοτε φορούσε το κιλίκιον ως ένδυμα και έραινε με στάχτη το κεφάλι του, πρακτικές που είναι γνωστές ήδη από την Παλαιά Διαθήκη και εκφράζουν βαθεία μετάνοια και εκζήτησι του θείου ελέους. Ο σύγχρονος κόσμος τα θεωρεί όλα αυτά απελπιστικά και μελαγχολικά, μη εννοώντας πως η συναίσθησις της αμαρτωλότητος και αναξιότητος είναι απαραίτητη προϋπόθεσις, για να φθάση κανείς στην αίσθησι του μεγαλείου της «δωρεάν» ευσπλαχνίας του Θεού και ακολούθως να Τον δοξολογήση εκ καρδίας ως Σωτήρα όλων των ειλικρινώς μετανοούντων. Έτσι το πένθος και τα δάκρυα, στοιχεία πολύ βασικά της ορθοδόξου ζωής, καθίστανται χαροποιά και σωστικά και το «Κύριε ελέησον» δεν είναι ο αν τίποδας, αλλά το αχώριστο ταίρι του «Δόξα σοι ο Θεός».
Πολύ συχνά επίσης η προσευχή του αγίου Μαρτίνου συνοδεύεται από αγρυπνίες και νηστείες και την λοιπή «άσκησι». Τουλάχιστον σε μία περίπτωσι μάλιστα, αυτές είναι τριήμερες και μας υπενθυμίζουν τα περίφημα «τριήμερα» της Ορθοδοξίας! Ο Άγιος, λέγει ο βιογράφος του, είχε κάνει τις νύκτες ημέρες... Σήμερα και τα δύο αυτά στοιχεία της κατά Θεόν ασκήσεως έχουν τόσο παραγνωριστή και ατονίσει στην Δύσι, ώστε μόλις και μετά βίας να συνάντησης κάποια σεβαστά απομεινάρια τους στα πιο «παραδοσιακά» δυτικά μοναχικά τάγματα, ενώ οι προγραμματισμένες και χρονομετρημένες (μέχρι και πεντάλεπτες!) λειτουργίες της ημέρας είναι ο κανών.
Επίσης η ενέργεια της προσευχής του αγίου ολοκληρώνεται με το σημείο του Σταυρού, το όποιον ονομάζεται «λάβαρον» (vexillum). Να λοιπόν, γιατί και σήμερα στον μοναχικό κανόνα οι «μετάνοιες» συνοδεύονται πάντοτε από σταυρούς.
Αυτού του είδους η προσευχή του Αγίου ήταν κάτι περισσότερο από «αποτελεσματική». Συνταρασσόταν γη και ουρανός, οι δαίμονες έφριτταν, οι ενεργούμενοι συγκλονίζονταν και ωρύονταν, οι Άγγελοι κατέβαιναν εις συνομιλίαν του αγίου και ο Κύριος έκλινε το ους Του, επακούοντας την δέησι και επιτελώντας θαυμαστών δυνάμεων και σημείων!
Όμως για τον Άγιο Μαρτίνο η προσευχή δεν ήταν υπόθεσις κάποιων στιγμών και μόνον, αλλά τρόπον τινά υπόθεσις μιας ολοκλήρου ζωής. Ο βιογράφος του μας παρέχει την καταπληκτική για τον τόπο και τον χρόνο μαρτυρία, πως ο Άγιος «semper orabat» (=πάντοτε προσευχόταν)! Παράλληλα συναντούμε κάποιες νύξεις για την μυστική ζωή του, oι όποιες προφανώς προέρχονται από περιστασιακές δικές του εκμυστηρεύσεις στους μαθητές του, σχετικά με το πως εκτελούσε την εντολή του «αδιαλείπτως προσεύχεσθε».
Το κύριο συστατικό αυτής της πνευματικής καταστάσεως είναι η διηνεκιή ανάτασις της ψυχής προς τα ουράνια («animus caelo semper intentus»). Πρέπει να παρατηρήσουμε πως εδώ η σημασία της λέξεως ψυχή (animus, και όχι anima) ταυτίζεται απόλυτα με εκείνη της λέξεως νους των μεταγενεστέρων Πατέρων, πρόκειται δηλ. για νοερά προσευχή.
Βασική προϋπόθεσις της είναι η συνεχής εμμονή στο έργον Θεού (opus Dei) Ο όρος αυτός, αντίθετα με αυτό που ήθελαν να καταλάβουν πολλοί Δυτικοί ή δυτικίζοντες, ουδέποτε σημαίνει εξωστρεφείς καλές πράξεις, παρά αποκλειστικά και μόνον την πνευματική εργασία, δηλ. αυτό που εννοούμε σήμερα στο Άγιον Όρος όταν λέμε ότι κάποιος «κάνει τα πνευματικά του»: ατομική προσευχή, κανόνας, ανάγνωσις κατανυκτικών βιβλίων, μνήμη θανάτου, μνήμη Θεού, δάκρυα κλπ. Έτσι τηρείται μία θαυμαστή ισορροπία μεταξύ «σχόλης» και «ασχολίας» δια της καταργήσεως και των δύο. Σχολασμός πλέον δεν είναι η νοσηρή ραθυμία και απραγία, αλλά η απόθεσις των βιοτικών απασχολήσεων και ασχολία δεν είναι η κοσμική τύρβη της ανθρώπινης πολυπραγμονίας, αλλά η ενεργός πνευματική εργασία.
Ανθρωπίνως θα έλεγε κανείς, πως ήταν αδύνατον ο Άγιος να προσευχόταν νοερώς και κατά την διάρκεια της αναγνώσεως η της ενασχολήσεως με τις υποθέσεις της επισκοπής. Και όμως! Για να το καταλάβουμε αυτό ο βιογράφος του μας δίδει για παράδειγμα μια καθημερινή εικόνα, που έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε πως αποτελεί ερμηνευτική παραβολή από το στόμα του ίδιου του Αγίου Μαρτίνου: Ας προσέξουμε τους σιδηρουργούς, όταν κτυπούν το σφυρί στο αμόνι. Αφού δώσουν μερικά γερά κτυπήματα, έπειτα δεν σταματούν αμέσως, αλλά εξακολουθούν να κτυπούν σιγά-σιγά και χωρίς να καταβάλλουν προσπάθεια, έπειτα πάλι χτυπούν δυνατά, και μετά πάλι σιγά και μηχανικά κ.ο.κ. Έτσι λοιπόν στα διαλείματα ανάμεσα στα κύρια κτυπήματα δεν σταματούν, αλλά συνεχίζουν χαλαρώτερα και δίχως έντασι. Η συνέχισις αυτή οφείλεται στην «φόρα» που έχουν από προηγουμένως και σε προθέρμανσι για την επόμενη προσπάθεια. Κατά τον ίδιο τρόπο και ο νους, όταν κοπιάση και αγωνισθή στην προσευχή, στην συνέχεια εξακολουθεί την ευχή χωρίς έντασι και κόπο, αλλά χαλαρά, ξεκούραστα και δίχως ιδιαίτερη προσπάθεια, ενόσω ασχολείται κανείς και με διάφορες απαραίτητες εργασίες. Με αυτή την εικόνα λοιπόν ο Άγιος εξηγούσε παραβολικά στους μαθητές του το αδιάλειπτον της προσευχής του. Καταλαβαίνουμε ότι η εργασία αυτή απαιτεί κόπο και έντασι κατά την διάρκεια της κυρίως προσευχής και διαρκή καρδιακή προσήλωσι προς τον Θεό σε κάθε στιγμή της ζωής.
Δεν έλειψαν στον Άγιο Μαρτίνο και τα θεωτικά αποτελέσματα της ευχής: Μία βασική αρετή, που διατρέχει ολόκληρο το μήκος και το πλάτος της πολιτείας του, υπήρξε η απάθεια, εκφραζόμενη ως παντοτεινή παραμονή στην ίδια κατάστασι και διαρκής αταραξία (υποδηλώνεται με τον όρο constantia). Ακόμη όλοι αναγνώρι ζαν μία αίσθησι ουράνιας αγαλλιάσεως στο πρόσωπο του! Μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του όχι μόνο κράτησε τον νου του στα ουράνια, αλλά και από την επιθανάτια κλίνη ακόμη δεν ήθελε να γυρίση στο πλευρό, για να έχη προσηλωμένο το βλέμμα του στον ουρανό. Την ώρα του θανάτου του το πρόσωπο του θα λάμψη σαν πρόσωπο αγγέλου!
Με αφορμή ένα άλλο περιστατικό, ο άγιος θα μας δώση ακόμη μία σημαντική διδασκαλία περί προσευχής: Ο βιογράφος του μας διηγείται με κάθε λεπτομέρεια πως ενεπλάκη σε μία πυρκαγιά, την ώρα που κοιμόταν μετά από μία πολύ κοπια στική ήμερα. Ξύπνησε τρομαγμένος και στην κατάστασι αυτή ο πειρασμός κατάφε ρε να του υποκλέψη τον νου. Όπως ομολογούσε ο ίδιος, δεν προσέφυγε αμέσως «στα όπλα της προσευχής και το λάβαρο του Σταυρού», αλλά καταγινόταν πανικόβλητος να ανοίξη την πόρτα. Όμως το μάνταλο δεν άνοιγε... Σε λίγο «ελθών εις εαυτόν», προσέπεσε στην γνώριμη του στάσι προσευχής και η φωτιά υποχώρησε θαυματουργικώς.
Να λοιπόν, γιατί οι Άγιοι μισούν την τύρβη και την ταραχή του κόσμου και αγαπούν τις ερημίες! Να γιατί χίλια χρόνια αργότερα θα ομιλούν για ησυχία και ησυχασμό και ο κόσμος πάλι δεν θα τους καταλαβαίνη! Όμως εμείς πιστεύουμε ότι και τώρα και εις τον αιώνα θα εύχωνται για τον φωτισμό του ιδικού μας τα λαίπωρου και εσκοτισμένου νοός. Αμήν.
Πηγή: Ιωάννης μ. Άγιαννανίτης. Αγιορείτικη Μαρτυρία, τριμηνιαία έκδοσις Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου, Τεύχος 4.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου